- Unknown είπε...
Εδώ, έχουμε μια
διαφορετική μαρτυρία από αυτήν της
καθηγήτριας Λίτσας Χατζοπούλου, που
μοιάζει πολύ.Διαφέρει μόνο ως προς τον
τόπο και τον χρόνο. Τελικά πού είναι η
αλήθεια και πού ο Μύθος; Παραθέτω εδώ
την μαρτυρία του Φίλιππα Φιλίππου:... Οι
δυο φίλοι είχαν στη Μασσαλία μια
ενδιαφέρουσα συνάντηση με τον Γιώργο
Σεφέρη έναν χρόνο νωρίτερα, τον Ιούλιο
του 1937, όταν εκείνος που τότε ήταν
πρόξενος στην Κορυτσά πήγαινε στο
Λονδίνο για να τακτοποιήσει κάτι
εκκρεμότητες της υπηρεσίας του. Έτυχε
τώρα να συνταξιδεύουν στο ίδιο βαπόρι
ο Στρατής Τσίρκας με τη γυναίκα του την
Αντιγόνη που ξεκίνησαν από την Αλεξάνδρεια
για να κάνουν το ταξίδι του μέλιτος στην
Ευρώπη. Ο Καββαδίας, θέλοντας να τιμήσει
τους δύο ποιητές - τύπωσε το Μαραμπού
το 1933, ενώ ο Σεφέρης εξέδωσε τη Στροφή
το 1931 και ο Τσίρκας τους Φελλάχους το
1937 -, τους πήγε σ' ένα εξοχικό μαγαζί στην
περιοχή του Πράντο. Επέστρεψαν στο
κέντρο της Μασσαλίας μ' ένα ταξί και οι
δύο ναυτικοί με τον Σεφέρη συνόδευσαν
τους νεόνυμφους στον σιδηροδρομικό
σταθμό του Saint- Charles για να πάρουν το
τρένο για το Παρίσι - ο Τσίρκας θα
συμμετείχε στο Β' Διεθνές Συνέδριο των
Συγγραφέων για την Υπεράσπιση της
Κουλτούρας εναντίον του Φασισμού. Ως
γνωστόν, μαζί με τον μαύρο Αμερικανό
ποιητή Λάνγκστον Χιους έγραψε τον όρκο
των ποιητών στον Φεντερίκο Γκαρθία
Λόρκα που διαβάστηκε στο συνέδριο από
τον Λουί Αραγκόν (λίγο αργότερα ο
Καββαδίας έγραψε το δικό του ποίημα για
τον αδικοχαμένο Ανδαλουσιανό, αυτό που
λέει «Ατσίγγανε κι αφέντη μου, με τι να
σε στολίσω; Φέρτε...»).
Ο Σεφέρης, που
έπρεπε να επισκεφθεί το ελληνικό
προξενείο της πόλης, είχε καθυστερήσει
μια μέρα το ταξίδι του για το Λονδίνο
κι έτσι ο Καββαδίας σκέφτηκε να τον
μυήσει στα μυστικά της Μασσαλίας.
Πράγματι, μετά τον σταθμό, είπε στον
οδηγό μια διεύθυνση και σε λίγο έφταναν
στη rue des Phociens. Ο Σεφέρης, που γνώριζε
καλά το κτίριο του ελληνικού προξενείου
από τις προηγούμενες φορές που πέρασε
από εκεί, ξαφνιάστηκε.
«Είναι η γειτονιά
με τα μπουρδέλα», του είπε ο Καββαδίας
και τον προσκάλεσε να μπουν σ' ένα μπαρ
για να του γνωρίσει την Εσμεράλδα.
Ο
Σεφέρης εξοργίστηκε από την αναπάντεχη
πρόταση, αλλά επειδή ήταν άνθρωπος με
καλή ανατροφή απλώς σκυθρώπιασε και
τους παρακάλεσε να τον αφήσουν μόνο. Ο
Καββαδίας και ο θείος μου κατέβηκαν και
ο Σεφέρης πήγε στον προορισμό του με το
ίδιο ταξί. Χρόνια έκαναν να μιλήσουν οι
δύο ποιητές.
Η συμφιλίωσή τους έγινε
με πρωτοβουλία του Καββαδία που έγραψε
το Εσμεράλδα (αυτό που λέει «Μη φεύγεις.
Πες μου, το 'πνιξες μια νύχτα στο Λονδίνο
ή στα βρωμιάρικα νερά κάποιου άλλου
λιμανιού;») και το αφιέρωσε σε αυτόν:
«Στον Γιώργο Σεφέρη», διαβάζουμε κάτω
από τον τίτλο του ποιήματος που μπήκε
στο Πούσι το 1947. Ασφαλώς, το όνομα
Εσμεράλδα παραπέμπει στην τσιγγάνα της
Μασσαλίας, την οποία ο Σεφέρης δεν θέλησε
να γνωρίσει. Ας μην ξεχνάμε ότι εκείνη
την εποχή ζούσε μιαν υπέροχη ερωτική
ιστορία με τη Μαρώ.
Διαβάστε επίσης:
ΝΙΚΟΣ ΚΑΒΒΑΔΙΑΣ - Ο ποιητής της θάλασσας και του αγώνα
Ο τελευταίος έρωτας και η κατάρα του Νίκου Καββαδία
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου