Translate

Το Forpost της Ruselectronics είναι σε θέση να αποτρέψει έως και 8 εκατομμύρια κυβερνοεπιθέσεις την ημέρα!

 


Η εταιρεία Ruselectronics, Rostec State Corporation, έχει επιδείξει ρωσικής κατασκευής σύστημα πρόληψης κυβερνοεπιθέσεων Forpost στο Army-2022. Το σύστημα είναι σε θέση να αποτρέψει έως και 8 εκατομμύρια κυβερνοεπιθέσεις την ημέρα. 

Η λύση που αναπτύχθηκε από την Concern Avtomatika ως μέρος της εκμετάλλευσης Ruselectronics διασφαλίζει την ασφάλεια στον κυβερνοχώρο και την προστασία από κυβερνοεπιθέσεις για κυβερνητικά και επιχειρηματικά συστήματα πληροφοριών και αυτοματοποιημένα συστήματα ελέγχου διεργασιών.

Το Forpost επιτρέπει τον έλεγχο ακεραιότητας πόρων, το ιστορικό αναφορών και την καταγραφή μηνυμάτων συστήματος, τη διαχείριση αποθέματος λογισμικού και την προειδοποίηση αστάθειας του πακέτου υλικού. 

Το σύστημα Forpost έχει επίσης εγκατασταθεί στον πάγκο δοκιμών Safe City που δημιουργήθηκε για την EMERCOM της Ρωσίας. Ο πάγκος δοκιμών έχει αναπτυχθεί στο πλαίσιο του έργου έρευνας και ανάπτυξης EMERCOM για την προετοιμασία εναρμονισμένων προτύπων για το πακέτο υλικού και λογισμικού Safe City. Επιτρέπει την προσομοίωση σεναρίων απόκρισης για διάφορους τύπους απειλών, τη δοκιμή αλγορίθμων διατμηματικών επικοινωνιών και τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας και του χρόνου λήψης αποφάσεων σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης.


Πηγή: Rostec 

Η υποβάθμιση της Επικούρειας Φιλοσοφίας από τον Επίκτητο - Εισήγηση του Μπάμπη Πατζόγλου, 7ο Συμπόσιο Επικούρειας Φιλοσοφίας, 11-12/2/2017




Θέλοντας να βγάλω ένα καινούργιο βιβλίο με Επικούρεια κείμενα και με τίτλο "Η Ηδονή για όσους υποστηρίζουν ότι Δεν υπάρχει Σπήλαιο" ασχολήθηκα με εκείνο το κομμάτι της φιλοσοφίας του Επίκτητου, που ναι μεν εκφράζει την Επικούρεια Φιλοσοφία, την χρησιμοποιεί δε άσχημα για την ανάδειξη του Στωικισμού.

Η δουλειά που έγινε από εμένα, ήταν δύσκολη και επίμονη. Διάβασα την ερμηνεία των κειμένων του Επίκτητου που υπάρχει στο διαδίκτυο και μετά διάβασα την ερμηνεία των εκδοτικών οίκων. Όλες οι ερμηνείες είναι παρόμοιες. Όμως ελάχιστα πράγματα κατάλαβα. Διότι οι αξιόλογοι, χωρίς άλλο, ερμηνευτές, δεν έχουν εισέλθει στα ενδότερα της Επικούρειας φιλοσοφίας. Έτσι διαπίστωσα, μετά από κόπο, ότι αυτά τα κείμενα προσπαθούν να υποβαθμίσουν την Επικούρεια φιλοσοφία.

Ένα μικρό κείμενο του Επίκτητου θα σας πείσει.

Μας λέει και ο Επίκουρος ότι είμαστε από την φύση μας κοινωνικοί. Αλλά έτσι και βάλεις μέσα σε στεγανά αυτό το αγαθό, δεν μπορεί να πει τίποτε άλλο. Διότι πάλι επιμένει λέγοντάς μας , ότι όταν κάτι είναι αποκομμένο απ’ την ουσία του αγαθού, δεν το εκτιμάς το αγαθό αυτό και δεν το ενστερνίζεσαι. Και καλώς επιμένει.

Πως λοιπόν τα λες αυτά, ω Επίκουρε…;

Και υποψιαζόμαστε για ποιους λόγους τα λες αυτά. Άραγε δεν είμαστε στοργικοί προς  τα παιδιά μας; Γιατί  αποτρέπεις τον σοφό να μην ανατρέφει τα παιδιά του;  φοβάσαι μήπως εξ αιτίας των παιδιών πέσει σε στεναχώριες;

Εξ αιτίας του άγχους που τρέφει μέσα του μπορεί να πέσει σε στεναχώριες; Τι τον νοιάζει αν ένα μικρό άγχος μέσα του θρηνεί;

Αλλά ξέρει καλά, ότι έτσι και υπάρχει ένα παιδί, δεν είναι δυνατό σ’ εμάς να μην το αγαπάμε και να μη το φροντίζουμε.

Αλλά όμως αν και τα γνωρίζει καλά αυτά, τολμά να λέει, ότι  να μην ανατρέφουμε τα παιδιά. Αλλά το πρόβατο δεν εγκαταλείπει το παιδί του, ούτε ο λύκος. Ο άνθρωπος όμως το εγκαταλείπει;

Τι θέλεις δηλαδή; Να είμαστε ανόητοι σαν τα πρόβατα; Που ούτε και εκείνα το εγκαταλείπουν. Απάνθρωποι να είμαστε και θηριώδεις σαν τους λύκους; Ούτε και εκείνοι το εγκαταλείπουν.

Ποιος θα πειθόταν από εσένα Επίκουρε βλέποντας το παιδί του πεσμένο στην γη να κλαίει; Εγώ νομίζω ότι και αν ακόμη μάντευαν, η μάνα σου και ο πατέρας σου, ότι θα σκόπευες να λες αυτά, ακόμα και τότε δεν θα σε εγκατέλειπαν.

Ακόμα λέει, ότι δεν ασχολείται με τα πολιτικά ο σώφρονας. Ξέρει καλά τι πρέπει να κάνει αυτός που ασχολείται με τα πολιτικά: Και στο φινάλε, αν πρόκειται να περιφέρεται στον όχλο αυτός που ασχολείται με τα πολιτικά όπως ανάμεσα στις μύγες, αυτό Επίκουρε εσένα τι σε πειράζει;   

Βλέπουμε στο παραπάνω κείμενο πως κατηγορεί τον Κήπο. Έναν Κήπο γεμάτο από ελεύθερους ανθρώπους.  Όπου δεν κατάλαβε, σκοπίμως; για ποιον λόγο ο Επίκουρος τον δημιούργησε.

Επίσης κατηγορεί την παραίνεση του Επίκουρου προς τον σοφό που λέει ότι: «Ούτε γάμο θα κάνει ούτε παιδιά θα αποκτήσει ο σοφός. Σε ειδικές μόνο περιπτώσεις της ζωής του θα κάνει γάμο, αν και μερικοί θα τον αποφύγουν». Και όπου αυτό, είναι απλά μία συμβουλή προς τον σοφό και όχι στον οποιονδήποτε άνθρωπο. Διότι αν θελήσει να παντρευτεί ο σοφός, τότε τα βάσανα θα είναι δικά του.

Ακόμα διαστρεβλώνει το «Λάθε Βιώσας». Το «Λάθε Βιώσας» που είναι η πλέον επίκαιρη δόξα της εποχής μας. Όπου μας προτρέπει να μένουμε μακριά από τους πολιτικούς και την πολιτική. Και μας τονίζει να ζούμε στην αφάνεια και στην αποχή. Και όπου εξάγω εγώ, ως προσωπικό συμπέρασμα το να μην ψηφίζουμε ώστε να μην εκλέγουμε όλους αυτούς τους άθλιους πολιτικούς. Διότι «Δημοκρατικόν μεν, το κληρωτάς είναι τας αρχάς, το δε αιρετάς, ολιγαρχικόν»

                                                               *

Όμως πριν προχωρήσουμε, ας δούμε ποιος ήταν ο Επίκτητος και τι πρόσθεσε  στην Στωική φιλοσοφία και γιατί αγαπήθηκε από τους Νεοπλατωνικούς και τους Χριστιανούς.

Ο Επίκτητος  λοιπόν γεννήθηκε στην Ιεράπολη της Φρυγίας, μία από τις αρχαίες εμπορικές πόλεις της Μικράς Ασίας, το 55 μετά την βίαιη αναχρονολόγησή μας και πέθανε στην Νικόπολη το 125.

Υπήρξε  παιδί δούλων. Και ως δούλο τον πήραν από την Ιεράπολη και τον πήγαν στην Ρώμη όπου τον πουλήσανε σε κάποιον δημόσιο υπάλληλο εκτελεστικό γραμματέα του Νέρωνα, τον Επαφρόδιτο.

Πέραν του ότι ο Επίκτητος ήταν ασθενικός και ντροπαλός, ο Επαφρόδιτος τον κακομεταχειριζόταν και τον έκανε ανάπηρο.

Σε μία αναφορά του Κέλσου που την βρίσκουμε στο περίφημο βιβλίο του κατά του Ιησού Χριστού: τον «Αληθή Λόγο» μας μιλάει για την δουλικότητα, για την υπομονή και για την καρτερία του Επίκτητου που διακρίνουμε σε όλο το φιλοσοφικό έργο του. Μας αναφέρει λοιπόν ο Κέλσος ένα γεγονός, που  μπορεί να απέχει από την αλήθεια, ότι: όταν κάποτε ο Επαφρόδιτος έστριψε το πόδι του Επίκτητου, ο ίδιος  του παρατήρησε χαμογελώντας πως «θα το σπάσεις».  Και όταν τελικά το έσπασε το πόδι του ο Επαφρόδιτος, απάντησε ο Επίκτητος ήρεμα: «Δεν σου το είπα;».

Εκείνη την περίοδο, που ήταν δούλος του Επαφρόδιτου, ο Επίκτητος παρακολουθούσε μαθήματα φιλοσοφίας από τον διάσημο για την εποχή εκείνη, Στωικό φιλόσοφο Μουσόνιο Γάιο Ρούφο.

Στην συνέχεια ο Επίκτητος έγινε απελεύθερος. Τότε άρχισε να διδάσκει στην Ρώμη, Στωική φιλοσοφία. Είχε δε γίνει στην Ρώμη, πασίγνωστος Δάσκαλος αυτής της Φιλοσοφίας.

Το 94 μετά την βίαιη αναχρονολόγησή μας, ο Αυτοκράτορας Δομιτιανός αισθάνθηκε ότι απειλείται από την επιρροή που είχαν στον λαό οι φιλόσοφοι. Οπότε εκδίδει διάταγμα και τους εξορίζει όλους.

Ο Επίκτητος τότε κατέφυγε στην Νικόπολη της Ηπείρου και ίδρυσε εκεί Φιλοσοφική Σχολή.

Πιστός μαθητής του, ήταν ο συγγραφέας της «Αλεξάνδρου Ανάβασης», ο Αρριανός, που του διέσωσε τα λόγια του κρατώντας σημειώσεις. Θαυμαστής  του, υπήρξε ο Αυτοκράτορας της Ρώμης και φιλόσοφος, Μάρκος Αυρήλιος. Ο Μάρκος Αυρήλιος έγραψε στην Ελληνική γλώσσα, κατά την διάρκεια των εκστρατειών του, ένα  έργο με τίτλο «Τα εις Εαυτόν». Αυτό το έργο, μέχρι σήμερα θεωρείται ως έργο σπουδαίο για μια διακυβέρνηση, με γνώμονα το καθήκον και την εξυπηρέτηση του συνόλου.  Και όπου σε αυτό το έργο, οι Στωικές αυτές ρίζες (καθήκον, πρέπει, χρέος κ.τ.λ.) βρίσκονται στα ηθικά διδάγματα του Επίκτητου.

*

Πριν περάσουμε στην φιλοσοφία του ας  ακούσουμε ένα ακόμα απόσπασμα από το 10ο κεφάλαιο της διατριβής με τίτλο, «Ενάντια στους Επικούρειους και Ακαδημαϊκούς». Για να δείτε την χλεύη του αλλά και την παιδιάστικη πολεμική του ενάντια στην Επικούρεια Φιλοσοφία.

 -Ω Άνθρωπε, ώ Επίκουρε,  γιατί φροντίζεις για μας, γιατί ξαγρυπνάς; Τι φανάρι κρατάς; Γιατί εξεγείρεσαι; Γιατί γράφεις τέτοια βιβλία; Μήπως κάποιος εξαπατηθεί επειδή φροντίζει τους θεούς ή μήπως κανείς καταλάβει ότι το αγαθό δεν είναι μόνο η ηδονή; Αν τα πιστεύεις αυτά, τότε όρμα και μετά κοιμήσου και κάνε ό,τι και τα σκουλήκια. Αφού κρίνεις ότι είσαι άξιος γι’ αυτά. Τρώγε και πίνε και συνουσίαζε και αφόδευε και ροχάλιζε. Τι σε νοιάζει αν οι υπόλοιποι τα αντιλαμβάνονται όλα αυτά, με υγιή τρόπο ή με μη υγιή; Ό,τι είναι για εσένα, είναι και για εμάς. Σε νοιάζει για τα πρόβατα, επειδή τα κουρεύουμε, τα αρμέγουμε και μετά τα σφάζουμε; Δεν θα ευχόσουν άραγε, να μπορούσαν οι άνθρωποι, καταγοητευμένοι και ευχαριστημένοι από τους Στωικούς να νύσταζαν και έπειτα να προσέφεραν τους εαυτούς τους σε εσένα και τους ομοίους σου για να τους κουρέψεις και να τους αρμέξεις; Προς τους συνεπικούρειους έπρεπε να τα λες αυτά και όχι να κρύβεσαι. Πολύ περισσότερο εκείνους πρέπει να μεταπείσεις ότι από την φύση μας είμαστε κοινωνικοί και ότι η εγκράτεια είναι αγαθό. Για ποιους πρέπει να διαφυλάξεις αυτήν την κοινωνία και για ποιους δεν πρέπει; Για ποιους δεν πρέπει να την διατηρήσεις; Για τους αντιδραστικούς και τους παραβάτες; Και ποιοι είναι πιο παραβάτες από εσάς που λέτε όλα αυτά;

*

Ως πρωταγωνιστής της φιλοσοφίας του Επίκτητου είναι ο άνθρωπος και η εκπαιδευτική αγωγή του.

Η εκπαιδευτική αγωγή του ανθρώπου, για τον Στωικό αυτόν φιλόσοφο, είναι το μέσο όπου μπορεί να κατοχυρώσει ο άνθρωπος την ελευθερία του. Μέσω της εξάσκησης της φιλοσοφίας, ο άνθρωπος μπορεί να διακρίνει τα πράγματα που βρίσκονται υπό την εξουσία του, από εκείνα που δεν βρίσκονται υπό την εξουσία του. Το σώμα μας, για παράδειγμα, τα παιδιά μας, το περιβάλλον μας, είναι πράγματα που δεν βρίσκονται υπό την εξουσία μας (ουκ εφ' ημίν). Όμως τα διανοήματά μας, αυτά καθ’ εαυτά, βρίσκονται υπό την εξουσία μας.  Δηλαδή οι σκέψεις μας και οι κρίσεις μας είναι κτήμα μας (εφ' ημίν). Αυτά οριοθετούν την εσωτερική ελευθερία μας. Η διαφύλαξη της οποίας είναι, για τον Επίκτητο, το υπέρτατο αγαθό.

*

Για τον Επίκτητο, η ευτυχισμένη ζωή και η ζωή με  αρετές είναι συνώνυμες. Η ευτυχία και η προσωπική ολοκλήρωση είναι οι φυσικές συνέπειες του να ζεις με αρετές και να κάνεις το σωστό. Τα ερωτήματα όμως που γεννιόνται σε εμάς είναι: Άραγε ποιο είναι το σωστό; Και τι είναι ευτυχία;

Διότι ως γνωστόν οι αρετές για την φιλοσοφία μας είναι το μέσον για την Ηδονή. Την Ηδονή που φέρνει την καλοπέραση. Την ευδαιμονία. Και όχι αυτό το ασταθές συναίσθημα, την ευτυχία. Το να είσαι ενάρετος, μπορεί να είσαι περιοδικά ευτυχισμένος, αλλά δεν καλοπερνάς, δεν ζεις με ευδαιμονία. Το αντίθετο συμβαίνει, επειδή αποφεύγεις τα ωραία και τα όμορφα  χάριν της αρετής. Διότι η ζωή δεν είναι ωραία με τα πρέπει, με τα αναγκαία, αλλά με τα περιττά, με τα θέλω.

Ο Επίκτητος πίστευε, ότι ο κύριος σκοπός της φιλοσοφίας είναι να βοηθήσει τους κοινούς ανθρώπους να ανταπεξέλθουν αποτελεσματικά τις προκλήσεις της καθημερινής ζωής. Και να αντιμετωπίσουν με καρτερία τις αναπόφευκτες σοβαρές στεναχώριες, τις απογοητεύσεις και τις λύπες της ζωής. 

Η συνταγή του Επίκτητου για την καλή ζωή επικεντρωνόταν σε τρία θέματα: να γίνεις κύριος των επιθυμιών σου, να εκτελείς τα καθήκοντα σου, να μάθεις να σκέπτεσαι καθαρά  και για τον εαυτό σου και για τις σχέσεις σου με την ευρύτερη ανθρώπινη κοινωνία. Μα όμως για να σκέφτεσαι, δεν πρέπει να παραγνωρίζεις τους αγγελιοφόρους της σκέψης σου. Τις αισθήσεις και τα αισθήματα. Διότι χωρίς αυτά δεν μπορείς να σκεφτείς.  Το λοιπόν, όλα αυτά τα κριτήρια της αλήθειας που μας έθεσε ο Επίκουρος, αποτελούν ψιλά γράμματα για τον Επίκτητο. Και δεν νομίζω πως τα είχε κατανοήσει.

Έτσι εγώ, σαν Επικούρειος, έχω να πω τα εξής:  Ότι αν το σώμα μας δεν βρίσκεται υπό την εξουσία μας και αν δεν το ορίζουμε εμείς, τότε αυτό είναι έρμαιο του κάθε αφέντη, είτε θεού είτε ανθρώπου. Οπότε μπορεί να το χρησιμοποιεί όπως ο αφέντης ορίζει. Ή μπορεί ο κάθε άνθρωπος να το απαξιώνει. Και το παράδειγμα, σχετικά με το σπάσιμο του ποδιού του Επίκτητου από τον Επαφρόδιτο, που μας αποκαλύπτει ο Κέλσος, είναι χαρακτηριστικό της δουλικότητας του χαρακτήρα του Επίκτητου. Και αυτήν την δουλικότητα την μετέτρεψε σε ιδεολογία. Την μετέτρεψε σε φιλοσοφία. Όντως το καθήκον είναι μία από τις αναφορές της Στωικής φιλοσοφίας. Ο Επίκτητος όμως συμπληρώνει αυτή την φιλοσοφία με την δουλικότητα. Για παράδειγμα,  η απαξίωση του σώματος ενός μοναχού, μας δείχνει στην κυριολεξία το καθήκον απέναντι στον θεό. Μας δείχνει και την δουλικότητα του ανθρώπου εκείνου, απέναντι στις φανταστικές επιταγές ενός φανταστικού πλάσματος που του λέει να περιορίσει στο ελάχιστο τις σαρκικές του επιθυμίες  για να κερδίσει μία αβέβαιη αιωνιότητα.

Με λίγα λόγια, μας αναφέρει ο Επίκτητος, ότι μπορεί να μην ορίζω το σώμα μου, μπορεί να μην το εξουσιάζω, μπορεί ο αφέντης να το βασανίζει ή να το χρησιμοποιεί όπως αυτός θέλει, όμως με την εκπαίδευσή μου, με το μυαλό μου, που είναι δικό μου, είμαι ανεξάρτητος και ελεύθερος.

 Όμως τι ελευθερία ή τι ανεξαρτησία μπορεί να έχει ένα μυαλό όταν θα πρέπει επιτελέσει ένα καθήκον; Αλλά πέρα απ’ αυτό, μας δείχνει και μία μεταφυσική σύνδεση του μυαλού παύλα πνεύματος με την σάρκα. Δεν θεωρεί ότι το μυαλό είναι μία ανώτερη μορφή της ύλης. Το διαχωρίζει από το σώμα, λες και το μυαλό μας είναι ουρανοκατέβατο.  

Αυτή λοιπόν η δουλικότητα, ο περιορισμός των επιθυμιών και το καθήκον, είναι τα κύρια στοιχεία της Στωικής φιλοσοφίας του Επίκτητου. Και γι’ αυτά, εκτιμήθηκε ιδιαίτερα από την χριστιανική εκκλησία. Και γι’ αυτά, εκτιμάται και αναδεικνύεται σήμερα από τους θεολόγους και από τους προσηλυτιστές.   

Όπως καταλαβαίνετε, εμπόδιο σ’ αυτήν την «φιλοσοφία της δουλείας», ήταν η ελεύθερη και ηδονιστική Επικούρεια φιλοσοφία. Έτσι, άσκησε ο Επίκτητος δριμεία πολεμική ενάντια στην φιλοσοφία μας. Γι’ αυτό, ακούστε δύο αποσπάσματα  από το 7ο κεφάλαιο της  διατριβής με τίτλο: Ενάντια προς τον  Επικούρειο Διορθωτή των ελευθέρων πόλεων. Εδώ συνομιλεί με έναν Ρωμαίο Επικούρειο θέλοντας να υποτιμήσει την Επικούρεια Φιλοσοφία.

 (Στωικός φιλόσοφος) -Αλλά εσένα σου φαίνεται σωστό να σκεφτόμαστε πως θα κρυφτούμε, πως θα είμαστε ασφαλείς και κανείς δεν θα μας πάρει χαμπάρι; Γιατί την κλοπή ούτε ο Επίκουρος την θεωρεί κάτι κακό, αλλά ότι η αδικία γεννιέται μέσα στο μυαλό σου. Αλλά δεν γίνεται να λάβεις διαβεβαιώσεις ότι θα ζεις απαρατήρητος αν κλέψεις; Γι’ αυτό λέει ο Επίκουρος: «Μην κλέβετε».

(Ρωμαίος Επικούρειος) -Αλλά «εγώ σου λέω, ότι αν γίνει διακριτικά και με αυτοσυγκράτηση, θα μείνουμε απαρατήρητοι». Έπειτα και φίλους στην Ρώμη έχουμε ισχυρούς και φιλίες με δικαστικούς. Και οι Έλληνες είναι παθητικοί και αδρανείς: Κανείς δεν θα τολμήσει να ξεσηκωθεί εξ αιτίας αυτής της κλοπής.

(Στωικός φιλόσοφος) -Τότε ποιο είναι το αγαθό;  Άμυαλο είναι αυτό που λες και ηλίθιο. Αλλά ούτε και αν μου πεις ότι απέχει από το αγαθό θα σε πιστέψω. Γιατί είναι αδύνατον για κάτι που φαίνεται ψεύτικο να συμφωνήσεις και να αρνηθείς το αληθινό, όπως είναι αδύνατον να απομακρυνθείς απ’ αυτό που φαίνεται αληθινό.

Εδώ βλέπουμε πως ο Επίκτητος κατηγορεί την 34η Δόξα του Επίκουρου που λέει: «Η αδικία, από μόνη της, δεν είναι κακή. Αλλά γίνεται κακή, από τον τρόμο που προκαλεί στον άνθρωπο που την διαπράττει, ότι δεν μπορεί να αποφύγει αυτούς που είναι αρμόδιοι για την τιμωρία τέτοιων πράξεων».

Και σας ερωτώ: Αν δεν υπήρχε περίπτωση να σας συλλάβουν, τότε δεν θα κλέβατε ή δεν θα σκοτώνατε; Αλήθεια, αυτές και άλλες ωμότητες δεν διενεργούνται σ’ έναν πόλεμο ή δεν γίνεται πλιάτσικο σε ένα π.χ. μπλακ αουτ; Εκεί γιατί τις κάνουμε και δεν τις κάνουμε στην κανονική μας κοινωνία; Μα γιατί εκεί δεν υπάρχει περίπτωση να μας συλλάβουν. Άρα στην φιλοσοφία μας και στην φύση, καλό και κακό δεν υπάρχει. Διότι όπως μας λέει ο Επίκουρος «Η δικαιοσύνη δεν υπάρχει ως κάτι αυθύπαρκτο, αλλά αποτελεί κάποια συνθήκη, σύμφωνα με την οποίαν στις αμοιβαίες επαφές των ανθρώπων, όπου και όποτε αυτές λαμβάνουν χώρα, κανένας δεν θα βλάπτει τον άλλον και κανένας δεν θα βλάπτεται».

Και συνεχίζει ο Επίκτητος το υβρεολόγιο    

 -Αν υπάρχει έστω και μία πιθανότητα να διερευνήσουμε την φιλοσοφία αυτή και να μας οδηγήσει σ’ όλα αυτά που λες, τι περιμένεις να γίνει;

Στα ανάγλυφα ποιο είναι το καλύτερο, το ασήμι ή η τέχνη;

 Η ουσία του χεριού είναι η σάρκα. Προπορεύονται όμως τα έργα του χεριού.

Έτσι και τα πρέποντα είναι τριπλά. Και δεν  αφορά το ΕΙΝΑΙ, αλλά ως προς το ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ. Έτσι και ο άνθρωπος δεν πρέπει να τιμά την ύλη και τα σώματα αλλά αυτά που προπορεύονται.

Και ποια  είναι αυτά;

Η πολιτική. Ο γάμος. Η τεκνοποιία. Ο σεβασμός στον θεό. Η φροντίδα στους γονείς. Η έλλειψη επιθυμιών. Η υποχωρητικότητα. Η διεκδίκηση. Και ο καθένας οφείλει να μένει πιστός σε αυτά, όπως είναι σύμφωνο με την φύση μας. Γιατί πως αλλιώς γεννηθήκαμε; Ελεύθεροι, γενναίοι και ευσεβείς.

 Γιατί ποιο άλλο ζώο κοκκινίζει και ποιο ξεχωρίζει το αισχρό; Με αυτά υπόταξε την ηδονή και κάνε την βοηθό και υπηρέτη για να γίνεις πρόθυμος και να συγκρατείσαι στα έργα που είναι σύμφωνα με τη φύση.

Για εμάς, είναι λάθος ο συλλογισμός ότι π.χ. αυτό το ποτήρι πρώτα το σκεφτήκαμε, μετά το σχεδιάσαμε και έπειτα το κατασκευάσαμε. Πρωτ’ απ’ όλα ο άνθρωπος ήθελε να πιει νερό. Το ποτήρι αυτό έγινε κατόπιν της εξελικτικής διαδικασίας της ανάγκης του να πιει ο άνθρωπος πιο εύκολα νερό. Έτσι για εμάς, προηγείται το ΕΙΝΑΙ, Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ και όχι τα ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ και αυτά που προπορεύονται του είναι. Γιατί απλούστατα, τα ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ, είναι ανθρώπινες επινοήσεις.

*

Καταλαβαίνουμε λοιπόν από αυτούς τους διαλόγους, αλλά και από τις εξομολογήσεις του Αυγουστίνου που σας είχα πει απ’ αυτό το βήμα πέρσι,  πως όσο εισέρχονταν  οι άνθρωποι στον μεσαίωνα τόσο πιο εχθρικοί γινόντουσαν στην Επικούρεια Φιλοσοφία.

Και σήμερα τα πράγματα είναι παρόμοια και χειρότερα. Διότι μέσω της μαζικής ψυχολογίας του φασισμού οι άνθρωποι είναι εθισμένοι στο να βλέπουν ή να ακούν πλάσματα της φαντασίας τους ή να έχουν διάφορες ιδεοληψίες, χωρίς να θέλουν ή να μπορούν να εστιάσουν στο λογικό.  Και είναι χειρότερα τα πράγματα, διότι υπάρχει ο μαζικός φανατισμός μέχρι θανάτου.

Όμως όλα αυτά και άλλα που είπε ο Επίκουρος και οι Φίλοι του, τα είπε για σένα! Για την μοναδική και ανεπανάληπτη προσωπικότητά σου. Τα είπε για να απολαμβάνεις ολοκληρωμένες και ακέραιες τις Ηδονές. Διότι οι Ηδονές είναι συγκεκριμένες, είναι υλικές και δεν έχουν ουδεμία σχέση, με την Στωική ιδέα της επιδίωξης της ευτυχίας, που μερικοί σκοπίμως σας παρουσιάζουν, είτε εδώ μέσα είτε αλλαχού. Άλλωστε την ευτυχία, την επιδιώκουν όλες οι θρησκευτικές αιρέσεις και όλα τα πολιτικά συστήματα

Σας ευχαριστώ που με ακούσατε.

Η ΛΟΓΙΚΗ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΤΗΣ ΑΛΛΗΛΕΠΙΔΡΑΣΗΣ ΗΘΙΚΗΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ (του Βίκτορ Αλεξέγιεβιτς Βαζιούλιν)

 



Του Βίκτορ Αλεξέγιεβιτς Βαζιούλιν, καθηγητή της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Λομονόσοφ της Μόσχας

Μετάφραση: Δ. Πατέλης

Εισήγηση στο 1ο Παγκόσμιο Συνέδριο Φιλοσοφίας, Ηράκλειο, 24-28.5.2006.


Η ηθική και η πολιτική είναι σφαίρες της ζωής της κοινωνίας. Η κοινωνία συνιστά ένα αναπτυσσόμενο «οργανικό» όλο. Το οργανικό όλο διαφέρει έναντι του μηχανικού συνονθυλεύματος, κατά το ότι εντός του οργανικού όλου υπερτερεί η εσωτερική (και όχι η εξωτερική) συνάφεια, η εσωτερική αλληλεπίδραση των πλευρών του, των σφαιρών του, κ.ο.κ.

Η εσωτερική αλληλεπίδραση ως πλήρως ανεπτυγμένη, είναι μια αλληλεπίδραση, στην οποία οι πλευρές που αλληλεπιδρούν, δεν αλληλοπροϋποτίθενται απλώς κατ’ ανάγκη, αλλά και γενούν η μία την άλλη ως κάτι άλλο, ως κάτι το διάφορο προς άλληλα.

Η εξωτερική αλληλεπίδραση είναι μια αλληλεπίδραση, στην οποία οι αλληλεπιδρούσες πλευρές δεν αλληλομεταβάλονται, δεν αλληλοαναπτύσσονται ουσιωδώς.

Η κοινωνία ως αναπτυσσόμενο όλο, διανύει κατά την παρελθούσα και κατά την τρέχουσα κατάστασή της σειρά σταδίων. Αντιστοίχως και κατά την διάγνωση, κατά την αναστοχαστική νοηματοδότηση της ιστορίας της κοινωνίας, μπορούμε να διακρίνουμε μια σειρά σταδίων.

Τρεις είναι συνολικά οι μείζονες εποχές κατά την διάγνωση, κατά την αναστοχαστική νοηματοδότηση της κοινωνίας, όλης της παρελθούσας και τρέχουσας ιστορίας της ανθρωπότητας. Πρώτη εποχή είναι η εποχή της συγκρητικής* προσοικείωσης της κοινωνίας (και όχι μόνο της κοινωνίας, αλλά και της φύσης). Το πλέον χαρακτηριστικό γνώρισμα αυτής της εποχής, εξέφρασε ο μέγιστος των στοχαστών της αρχαιότητας, ο Ηράκλειτος: «Πάντα ρεί είναι δε παγίως ουδέν» (Β 1).

Ωστόσο, χάος επικρατούσε στην διαδικασία διάγνωσης της καθολικής κίνησης, της καθολικής μεταβολής, αν και σε αυτό το χάος υπήρχαν «νησίδες» αντιλήψεων, ακόμα και εννοιών.

Η δεύτερη μείζων εποχή όσον αφορά την προσοικείωση της κοινωνίας και την διάγνωση της φύσης, την όποια εν γένει διάγνωση, ήταν η εποχή του διαμελισμού μεμονωμένων πραγμάτων και αντικειμένων, της αποσπασματικής μελέτης τους.

Επήλθε λοιπόν η επικράτηση της ανάλυσης στην γνωστική διαδικασία.

Η μετάβαση από την επικράτηση της συγκρητικής και χαώδους γνωστικής διαδικασίας στην επικράτηση της αναλυτικής γνωστικής διαδικασίας, απετέλεσε μεγάλη πρόοδο στην ανάπτυξη της γνωστικής διαδικασίας εν γένει, συμπεριλαμβανομένης και της νόησης.

Ωστόσο, κατά την εν λόγω εποχή, μορφοποιήθηκε και ένας μεγάλος ιστορικός περιορισμός της γνωστικής διαδικασίας και τη νόησης: η απολυτοποίηση της ανάλυσης.

Αυτός ο περιορισμός οφείλεται στον περιορισμό της ανάπτυξης της κοινωνίας. Οι άνθρωποι, εφ’ όσον δεν μπορούσαν να προσδιορίσουν το μέλλον της ανάπτυξης της κοινωνίας και της γνώσης, της νόησης, θεωρούσαν την σύγχρονη με αυτούς κατάσταση της κοινωνίας και της γνώσης, της νόησης ως κατά βάση μη παροδική.

Η εποχή αυτή, με τα επιτεύγματα και τους ιστορικούς περιορισμούς της, επικρατεί και σήμερα, αν και έχουν ήδη εμφανισθεί και αναπτύσσονται οι προϋποθέσεις για την μετάβαση στην τρίτη εποχή της ανάπτυξης της γνώσης και της νόησης. Η τρίτη από τις μείζονες εποχές της ανάπτυξης της γνώσης και της νόησης, συμπεριλαμβανομένης και της διάγνωσης, της αναστοχαστικής νοηματοδότησης της κοινωνίας, συνιστά μεν τρόπον τινά επάνοδο στην πρώτη εποχή, η οποία όμως πραγματοποιείται, λαμβάνοντας υπ’ όψιν τα επιτεύγματα της δεύτερης, της κατ’ εξοχήν αναλυτικής εποχής.

Λαμβάνει χώρα μια επάνοδος στην αντίληψη, στην προσοικείωση του γεγονότος ότι «τα πάντα αλλάζουν», έχοντας όμως πλέον ως βάση τη μελέτη ξεχωριστών πραγμάτων, ξεχωριστών γνωστικών αντικειμένων. Καθίσταται συνάμα αναγκαία και η υπέρβαση των ιστορικών περιορισμών της μονόπλευρης αναλυτικής γνώσης, διατηρουμένων των επιτευγμάτων της τελευταίας.

Με άλλα λόγια, καταφθάνει και έχει ήδη εν μέρει καταφθάσει, χωρίς ωστόσο να επικρατεί ακόμα, η εποχή της συνθετικής γνώσης, της νόησης η οποία εδράζεται στο σύνολο των ξεχωριστών συγκεκριμένων επιστημών. Αυτή η γνώση, αυτή η νόηση, θα εμπεριέχει μεν ως αναγκαία «οργανική» στιγμή της την ανάλυση, αλλά μιαν ανάλυση χωρίς την απολυτοποίησή της. Αυτή η μέθοδος διάγνωσης, σκέψης, δεν είναι άλλη από την μέθοδο της συνειδητής σύγχρονης διαλεκτικής. Κατ’ αυτό τον τρόπο, εγείρεται στο προσκήνιο η εσωτερική συνάφεια, η εσωτερική αλληλεπίδραση στην ενότητά της με την εξωτερική συνάφεια, με την εξωτερική αλληλεπίδραση.

Προσεγγίζω την εξέταση της αλληλεπίδρασης ηθικής και πολιτικής μέσω της στάσης της συνειδητής διαλεκτικής μεθόδου της νόησης, η οποία είναι χαρακτηριστική για την Τρίτη από τις προαναφερθείσες εποχές της ανάπτυξης της γνώσης και της νόησης.

Υπό το πρίσμα αυτής της στάσης, η αλληλεπίδραση ηθικής και πολιτικής διανύει κατά την διάρκεια της παρελθούσας και τρέχουσας ιστορίας της ανθρωπότητας σειρά σταδίων.

Και μάλιστα, δεν μεταβάλλονται μόνον οι μεν είτε οι δε εκφάνσεις της ηθικής, οι μεν είτε οι δε εκφάνσεις της πολιτικής, οι μεν είτε οι δε εκφάνσεις της αλληλεπίδρασης ηθικής και πολιτικής, αλλά και η ίδια η ηθική αφ’ εαυτή, η ίδια η έννοια της ηθικής αφ’ εαυτή, η ίδια η πολιτική αφ’ εαυτή, η ίδια η έννοια της πολιτικής αφ’ εαυτή, η ίδια η αλληλεπίδραση ηθικής και πολιτικής αφ’ εαυτή, η ίδια η έννοια της αλληλεπίδρασης ηθικής και πολιτικής αφ’ εαυτή.

Φυσικά, αυτό δεν σημαίνει ότι είναι απούσες οι καθολικές στιγμές απ’ όλα όσα απαριθμήσαμε. Ωστόσο, οι καθολικές στιγμές είναι εσωτερικά αλληλένδετες με το ειδικό και το μοναδιαίο.

* * *

Δεδομένου ότι η ηθική και η πολιτική συνιστούν σφαίρες, πλευρές της ζωής της κοινωνίας, έπεται ότι η κατανόησής τους και η κατανόηση της αλληλεπίδρασής τους εξαρτάται ουσιαστικά από την κατανόηση της κοινωνίας και της ιστορίας της. Θεμελιώδης όρος, και μάλιστα καθοριστικός ως προς την κατεύθυνση όλης της παρελθούσας και τρέχουσας ιστορίας της ανθρωπότητας, η οποία ανέκυψε από την φύση με φυσικό τρόπο, ήταν η ανάγκη για ικανοποίηση εκείνων των βιολογικών αναγκών που ήταν απαραίτητες για την ζωή (της τροφής, της προστασίας από δυσμενείς είτε επικίνδυνους όρους, της άμυνας από επιθέσεις, κ.ο.κ.). Στο βαθμό που γίνονταν διακριτοί από την υπόλοιπη φύση, από τον υπόλοιπο κόσμο των ζώων, οι άνθρωποι σε όλο και πιο αύξοντα βαθμό μάθαιναν να χρησιμοποιούν για την ικανοποίηση των βιολογικά απαραίτητων αναγκών τους μέσα της φύσης, δεδομένα από την φύση σε έτοιμη μορφή. Κατόπιν, περνούσαν όλο και πιο πολύ στα κατεργασμένα, θα λέγαμε στα τεχνητά μέσα, σε μέσα της καθαυτό παραγωγής, αν και τα μέσα της άγρας [συλλογής, θήρας, αλίευσης, εξόρυξης, άντλησης] κάθε άλλο παρά εξέλειπαν, αλλά διατηρήθηκαν στον μεν είτε στον δε βαθμό και εξακολουθούν να διατηρούνται μέχρι σήμερα.

Με την ανάπτυξη των μέσων άγρας και των μέσων παραγωγής οι άνθρωποι ήταν και είναι εις θέση να ικανοποιούν σε αύξοντα βαθμό τις βιολογικά απαραίτητες ανάγκες τους. Ωστόσο, η ανθρωπότητα μέχρι σήμερα δεν έχει επιτύχει τέτοια βαθμίδα ανάπτυξης των μέσων άγρας και των μέσων παραγωγής, ώστε να καταστεί εφικτή η βέλτιστη ικανοποίηση των βιολογικά απαραίτητων αναγκών όλων των ανθρώπων είτε, έστω, της πλειονότητας των ανθρώπων. Ως εκ τούτου, καθ’ όλη της διάρκεια της παρελθούσας και της τρέχουσας ιστορίας, μεταξύ των ανθρώπων διεξαγόταν και διεξάγεται ένας αγώνας για την επιβίωση, για την βιολογική ύπαρξη.

Ο αγώνας για την ικανοποίηση των βιολογικά απαραίτητων αναγκών προϋποθέτει αναπόφευκτα τον αμοιβαίο διαχωρισμό των ανθρώπων. Σε αυτόν τον αγώνα μπορούν να ανακύπτουν διάφορες ενώσεις για την προάσπιση των δυνατοτήτων ικανοποίησης των βιολογικά απαραίτητων αναγκών κάποιων, είτε για την αύξηση αυτών των δυνατοτήτων εις βάρος άλλων ανθρώπων.

Και δεδομένου ότι οι δυνατότητες ικανοποίησης των βιολογικά απαραίτητων αναγκών καθορίζονται, κατά κύριο λόγο, από τα μέσα άγρας και παραγωγής (με την ευρεία έννοια εδώ εντάσσονται και οι όροι της άγρας και της παραγωγής), έπεται ότι το κύριο στοιχείο, αυτό που καθορίζει τις δυνατότητες ικανοποίησης των βιολογικά απαραίτητων αναγκών, αποβαίνει η διάθεση των μέσων άγρας και παραγωγής.

Η διάθεση των μέσων άγρας και παραγωγής είναι εκείνο το κύριο στοιχείο, χάριν του οποίου αγωνίζονται μεμονωμένοι άνθρωποι, είτε διάφορες ενώσεις ανθρώπων για την ικανοποίηση των βιολογικά απαραίτητων αναγκών τους.

Στην περίπτωση που τα μέσα άγρας και τα μέσα παραγωγής μιας κοινωνίας δεν επιτρέπουν την διασφάλιση στα μέλη της [αγαθών] παραπάνω απ’ όσα συνιστούν το ελάχιστο για τα προς το ζην, στην εν λόγω κοινωνία η αρπαγή-οικειοποίηση από κάποιο μέρος της κοινωνίας μεριδίου από εκείνα τα διαθέσιμα [αγαθά] που ικανοποιεί βιολογικά απαραίτητες ανάγκες, οδηγεί απλώς στον θάνατο αυτής της κοινωνίας.

Η ύπαρξη τέτοιων ομάδων, ενώσεων μέρους της κοινωνίας, οι οποίες ζουν εν μέρει είτε πλήρως μέσω της αρπαγής-οικειοποίησης μέρους των προς κατανάλωση αντικειμένων από τους άλλους ανθρώπους, καθίσταται εφικτή όταν τα μέσα της άγρας και τα μέσα της παραγωγής επιτρέπουν την λήψη αντικειμένων προς κατανάλωση παραπάνω από το ελάχιστο για τα προς το ζην.

Στην ιστορία της ανθρωπότητας, η περίοδος που αρχίζει από την στιγμή κατά την οποία τα μέσα της άγρας και τα μέσα της παραγωγής αρχίζουν να επιτρέπουν την λήψη αντικειμένων προς κατανάλωση υπεράνω του εντελώς απαραιτήτου για τα προς το ζην ελαχίστου, μέχρι την στιγμή, κατά την οποία τα μέσα της άγρας και τα μέσα της παραγωγής επιτρέπουν την λήψη αντικειμένων προς κατανάλωση επαρκών για την βέλτιστη ικανοποίηση των βιολογικά απαραίτητων αναγκών κάθε μέλους της κοινωνίας, εξετάζεται ως περίοδος, κατά την οποία ικανοποιούνται μεν οι βιολογικά απαραίτητες ανάγκες, αλλά δεν ικανοποιούνται κατά τον βέλτιστο δυνατό τρόπο. Αυτή είναι η περίοδος, κατά την οποία αναγκαία δεν είναι μόνο η διαπάλη μεταξύ μεμονωμένων ατόμων, αλλά και η διαπάλη μεταξύ ομάδων και ενώσεων για τα απαραίτητα αντικείμενα προς κατανάλωση. Κατά την εν λόγω περίοδο, είναι αναγκαία η ύπαρξη ξεχωριστών ανθρώπων, ομάδων και ενώσεων, που συγκεντρώνουν στα χέρια τους την διάθεση των μέσων της άγρας και της παραγωγής, στερώντας την από άλλους ανθρώπους, άλλες ομάδες και ενώσεις, και κατ’ αυτό τον τρόπο ζουν εις βάρος αυτών των άλλων ανθρώπων, των άλλων ομάδων και ενώσεων.

Η πολιτική, ως σχετικά αυτοτελής σφαίρα, αρχίζει να διακρίνεται όταν και εφ’ όσον ανακύπτουν μέσα παραγωγής και άγρας, τα οποία είναι αρκετά ούτως ώστε να λαμβάνονται αντικείμενα προς κατανάλωση υπεράνω του εντελώς απαραιτήτου για τα προς το ζην ελαχίστου. Και εξακολουθεί να υπάρχει ως σχετικά αυτοτελής σφαίρα, ως καθαυτό πολιτική, μέχρι η κοινωνία να φθάσει σε ένα σύστημα, επί του οποίου το κάθε μέλος της κοινωνίας θα έχει την πραγματική δυνατότητα να ικανοποιεί κατά τον βέλτιστο τρόπο τις βιολογικά απαραίτητες ανάγκες του.

Μέχρι τότε, θα εξακολουθήσει να υπάρχει η καθαυτό πολιτική, και το κεφαλαιώδες, το βασικό και αποφασιστικό ερώτημά της θα είναι το εξής: ποιος και πώς θα έχει στη διάθεσή του τα μέσα της άγρας και της παραγωγής εν όσο θα είναι αναγκαία η άνιση (και από την άποψη του δικαίου, η τυπικά μεν ίση, πραγματικά δε άνιση) σχέση προς τα μέσα άγρας και παραγωγής των διαφόρων ανθρώπων, ομάδων και λοιπών ενώσεων. Με άλλα λόγια, το βασικό ερώτημα της καθαυτό πολιτικής ως σχετικά αυτοτελούς σφαίρας, είναι το ερώτημα που αφορά την ύπαρξη της ιδιωτικής ιδιοκτησίας επί των μέσων άγρας και παραγωγής, ένα ερώτημα, το οποίο απαραιτήτως προϋποθέτει την ύπαρξη άνισης σχέσης όλων των μελών της κοινωνίας προς την διάθεση των μέσων άγρας και παραγωγής, άρα και [προς την διάθεση] των μέσων κατανάλωσης.

Δεδομένου ότι η πολιτική συνιστά την συμπυκνωμένη έκφραση του αγώνα των ανθρώπων για τις πραγματικές δυνατότητες, για τα πραγματικά μέσα ικανοποίησηςτων ζωωδών, των βιολογικά απαραίτητων αναγκών, έπεται ότι αντιλήψεις, σκέψεις, συναισθήματα, κ.ο.κ. κοινωνικού, καθαυτό ανθρώπινου χαρακτήρα δεν είναι το κυριότερο στοιχείο [εντός της]. Γι’ αυτό, στην περίπτωση που θα προκύψει χρεία, στην καθαυτό πολιτική, ο σκοπός επιτυγχάνεται με κάθε μέσο [παντίοις τρόποις]. Αυτή είναι η πολιτική της ιδιοτέλειας. Και τηρουμένων αμετάβλητων των λοιπών όρων, όσο πιο αδυσώπητος είναι ο αγώνας για την ανθρώπινη επιβίωση, τόσο συχνότερα και πιο εύκολα, λίγο-πολύ συνειδητοποιημένα, οι πολιτικοί στόχοι επιτυγχάνονται με κάθε μέσο.

Ωστόσο, όλα τα προαναφερθέντα παύουν να ισχύουν σε πλήρη βαθμό κατά την περίοδο της μετάβασης της κοινωνίας σε μια τέτοια βαθμίδα, κατά την οποία συγκροτούνται οι δυνατότητες για την μετάβαση στην βέλτιστη ικανοποίηση των βιολογικά απαραίτητων αναγκών του κάθε μέλους της κοινωνίας.

Μπορούμε να διαιρέσουμε όλη την ιστορία της ανθρωπότητας σε δύο εποχές: στην προϊστορία της αυθεντικής ιστορίας της ανθρωπότητας και στην αυθεντική ιστορία της ανθρωπότητας.

Χαρακτηριστικό της εποχής της προϊστορίας της αυθεντικής ιστορίας της ανθρωπότητας, είναι ακριβώς ο αγώνας την βιολογική επιβίωση, η αδυναμία άγρας και παραγωγής τέτοιας ποσότητας και ποιότητας όρων και αντικειμένων προς κατανάλωση, που είναι απαραίτητες για την βέλτιστη ικανοποίηση των βιολογικών αναγκών όλων των μελών της κοινωνίας. Η ανάπτυξη της άγρας, και κατά κύριο λόγο της παραγωγής, συγκροτεί με την πάροδο του χρόνου τις δυνατότητες μετάβασης στην αυθεντική ιστορία της ανθρωπότητας. Και κατά την μεταβατική αυτή περίοδο, η πολιτική αντιστοίχως μεταβάλλεται αφ’ εαυτή. Τότε, εκείνο που εγείρεται στο προσκήνιο βαθμηδόν, σε αντιδιαστολή με την προγενέστερη ιστορία, δεν είναι η σύγκρουση των συμφερόντων, των ριζικών, ζωτικής σημασίας συμφερόντων, αλλά η επίτευξη της εσωτερικής τους ενότητας. Και τότε αρχίζει να εκλείπει η ίδια η πολιτική ως σχετικά ξεχωριστή σφαίρα της ζωής της κοινωνίας.

Φυσικά, επί του παρόντος δεσπόζει η πολιτική με την μορφή που αντιστοιχεί στην προϊστορία της αυθεντικά ανθρώπινης ιστορίας της ανθρωπότητας.

Οι άνθρωποι διαισθάνονταν την αναγκαιότητα της ενότητας καθ’ όλη την διάρκεια της ανθρώπινης ιστορίας, και επιπλέον την συνειδητοποιούσαν σε ποικίλους βαθμούς.

Καθ’ όλη την διάρκεια της προϊστορίας της αυθεντικά ανθρώπινης ιστορίας, δεσπόζουσα τάση είναι η συνένωση ανθρώπων χάριν της ικανοποίησης των βιολογικών αναγκών τους. Εδώ πρόκειται είτε περί ενός λίγο-πολύ εκπολιτισμένου ζωώδους δεσμού (όπως είναι λόγου χάριν το σεξ), είτε περί δεσμού μεταξύ ιδιοτελών ατόμων, τα οποία επιθυμούν δια της ενώσεως την επίτευξη των ιδιοτελών τους συμφερόντων.

Στην γενική της μορφή, η αρχή της συμπεριφοράς των ανθρώπων ως εξ’ υπαρχής αμοιβαία απομονωμένων και αμοιβαία συνενούμενων χάριν της ικανοποίησης των ιδιοτελών τους συμφερόντων, έχει διατυπωθεί ως προσταγή: «Να ενεργείς με τον τρόπο εκείνο, με τον οποίο επιθυμείς να σου συμπεριφέρονται οι άλλοι».

Εάν αναλογιστούμε το νόημα αυτής της αρχής, μπορούμε να διαπιστώσουμε ότι μέσω αυτής εκφράζεται η σχέση της ισοδύναμης ανταλλαγής. Και εάν αυτή η αρχή προωθείται ως καθολική αρχή συμπεριφοράς, αυτό δεν είναι τίποτε άλλο, εκτός από αντανάκλαση του γεγονότος της κυριαρχίας των εμπορευματικών και χρηματικών σχέσεων στην κοινωνία.

Στο πεδίο της ανταλλαγής εμπορευμάτων και χρήματος, οι άνθρωποι συνάπτουν δεσμούς και σχέσεις, σχηματίζουν μιαν ενότητα. Αλλά, τι είδους ενότητα είναι αυτή; Τι είδους σχέσεις; Τι είδους δεσμοί; Οι συμμέτοχοι της ανταλλαγής εμπορευμάτων και χρήματος χαρακτηρίζονται από αμοιβαία απομόνωση προ της ανταλλαγής, αλλά και μετά από αυτήν επίσης. Το μόνο που ενδιαφέρει τον καθ’ ένα τους, είναι η δική του ανάγκη, ενώ εκείνος με τον οποίο συναλλάσσεται δεν τον ενδιαφέρει αυτός αφ’ εαυτού, δεν τον ενδιαφέρει ως άνθρωπος, αλλά μόνον από την άποψη του εάν και κατά πόσο μπορεί να ικανοποιήσει την ανάγκη εκείνου με τον οποίο συναλλάσσεται στην σχέση της ανταλλαγής.

Επομένως, αυτό συνιστά μεν μια συνένωση, ένα δεσμό ανθρώπων, αλλά εδώ πρόκειται περί συνένωσης και δεσμού οι οποίοι είναι εξωτερικοί για τους ανθρώπους, οι οποίοι [άνθρωποι] είναι αμοιβαία συνδεδεμένοι με την ιδιοτέλεια. Στην περίπτωση που ο ένας εκ των συναλλασσομένων δεν μπορεί να ικανοποιήσει με το χρήμα του είτε με το εμπόρευμά του την ανάγκη του άλλου, αποβαίνει αδιάφορος, εντελώς άχρηστος για αυτόν.

* * *

Δίπλα στην κυρίαρχη κατά την προϊστορία της ανθρωπότητας τάση, από τις απαρχές της ύπαρξης της ανθρωπότητας υπήρχε και υπάρχει και μια άλλη, θα μπορούσε να αποκαλεστεί σε κάποιο βαθμό αντίθετη τάση. Πρόκειται για την τάση της ύπαρξης και ανάπτυξης εσωτερικών δεσμών, εσωτερικών σχέσεων μεταξύ των ανθρώπων ως ενιαίου όλου.

Οι προϋποθέσεις αυτής της τάσης υπάρχουν ήδη στον κόσμο των ζώων. Τέτοιος είναι ο «αλτρουισμός». Ο τελευταίος εκδηλώνεται φερ’ ειπείν με την γαλουχία-διατροφή των αρχικά ευάλωτων και αβοήθητων τέκνων και με την προάσπισή τους από επιθέσεις, που φθάνει στο σημείο, τα άτομα που είναι γονείς να ρίχνονται σε θανατηφόρους κινδύνους, ακόμα και να σκοτώνονται σώζοντας τους νεαρούς απογόνους τους. Εδώ, εκείνο που εγείρεται στο προσκήνιο, δεν είναι η ζωή του δεδομένου ατόμου, αλλά η ζωή του είδους ως εσωτερική ανάγκη του ξεχωριστού ατόμου-ζώου. Σε περιπτώσεις όπως η τελευταία, είναι εμφανές το γεγονός ότι εκείνο που διαδραματίζει τον κύριο ρόλο στην συμπεριφορά του ατόμου, δεν είναι η επιβίωση του ίδιου ως μεμονωμένου ατόμου, αλλά η εκδηλούμενη στην συμπεριφορά του και μέσω της συμπεριφοράς του αναγκαιότητα διατήρησης της ζωής του είδους (του γένους) ως όλου.

Όταν επιτυγχάνεται, μέσω της παραγωγής (και της άγρας) η βαθμίδα εκείνη της ανάπτυξης, κατά την οποία καθίσταται εφικτή η εύρυθμη ικανοποίηση των αναγκών [των μελών της κοινωνίας] υπεράνω του άκρως απαραιτήτου ελαχίστου των προς το ζην πόρων, λαμβάνει χώρα μια υποδιαίρεση των αλληλεπιδράσεων των ανθρώπων σε εξωτερικές και εσωτερικές. Συνάμα, διακρίνονται υπό την ιδιότητα των σχετικά αυτοτελών σφαιρών της ζωής της κοινωνίας η πολιτική –ως ιδιότυπη σφαίρα των κατ’ εξοχήν εξωτερικών δεσμών μεταξύ των ανθρώπων (ως σφαίρα της κατ’ εξοχήν εξωτερικής ομοιότητας των ανθρώπων ως ανθρώπων και ως κατ’ εξοχήν εξωτερική ενότητα των ανθρώπων ως ανθρώπων)– και η ηθική, ως ιδιότυπη σφαίρα έκφρασης των κατ’ εξοχήν εσωτερικών δεσμών των ανθρώπων.

Η ηθική, υπό την ιδιότητα της σχετικά αυτοτελούς σφαίρας, μεταξύ άλλων και έναντι της πολιτικής, φυσικά, μπορεί να υφίσταται μέχρις ότου η σφαίρα της πολιτικής θα είναι σχετικά αυτοτελής.

Με τον σχηματισμό της ανθρωπότητας, η αναγκαιότητα διατήρησης της ζωής της ανθρωπότητας, του ανθρωπίνου γένους ως όλου, κάθε άλλο παρά εκλείπει. Επιπλέον, ο συνδεόμενος με αυτήν την αναγκαιότητα δεσμός, συνιστά τον καθαυτό εσωτερικό δεσμό της ανθρωπότητας ως όλου.

Οι συνενώσεις μεταξύ ανθρώπων για την διασφάλιση των απαραίτητων ατομικών και επιμέρους [ιδιωτικών], βιολογικά απαραίτητων αναγκών, συνιστά μεν επίσης κάποια ενότητα των ανθρώπων, αλλά [μιαν ενότητα που υφίσταται] μέσω του εξωτερικού δεσμού, μέσω του διαχωρισμού. Πρόκειται περί μιας ενότητας αλλοτριωμένων, η οποία δεν αίρει την αλλοτρίωση.

Ο εσωτερικός δεσμός, η εσωτερική ενότητα του ανθρωπίνου γένους ως όλου, δεν ανακύπτει μόνο πρωταρχικά υπό την ιδιότυπα ανθρώπινη ιστορική της μορφή μαζί με την εμφάνιση της ανθρωπότητας, αλλά και εξακολουθεί να αναπτύσσεται μαζί με την ανθρωπότητα, σχηματίζοντας μία από τις αναγκαίες πλευρές αυτής της ανάπτυξης. Η συνειδητοποίηση της ανθρωπότητας σε ποικίλους βαθμούς και με ποικίλες μορφές, λαμβάνει χώρα εντός της ηθικής, η οποία με την πάροδο του χρόνου διακρίνεται ως σχετικά αυτοτελής σφαίρα.

Η ηθική ως σχετικά αυτοτελής σφαίρα, ανέκυψε, υφίσταται και θα εξακολουθήσει να υφίσταται, μέχρις ότου θα υπάρχει διαπάλη μεταξύ των ανθρώπων για τις βιολογικά απαραίτητες ανάγκες τους, αγώνας για την βιολογική επιβίωσή τους. Και εν όσο ο αγώνας για επιβίωση θα κυριαρχεί έναντι της ανάγκης [διατήρησης] της ζωής του ανθρωπίνου γένους ως εσωτερικά ενιαίου όλου, θα υπερτερεί και η τάση υπαγωγής της ηθικής στην πολιτική, η εξυπηρέτηση της πολιτικής από την ηθική, η διττή ηθική, η υποκρισία της ηθικής, η επιβολή της ηθικής των εκάστοτε κυρίαρχων στην κοινωνία στρωμάτων, ομάδων και τάξεων επί των άλλων στρωμάτων, ομάδων και τάξεων.

Κατά την περίοδο της διαπάλης μεταξύ των ανθρώπων για την επιβίωσή τους, αυτοί είναι αναπόδραστα διχασμένοι, αποξενωμένοι και δεν μπορούν να ενεργούν (και να συνειδητοποιούν την κοινωνία) ως εσωτερικά ενιαίο όλο, το οποίο εξουσιάζουν. Οι δημιουργηθείσες από την κοινωνία δυνάμεις, προβάλλουν έναντί τους ως αδιάγνωστες, αλλότριες και συχνά ως φρικαλέες, απειλητικές και καταστροφικές δυνάμεις. Μια κοινωνία που υφίσταται ως ενιαίο, εσωτερικά συνδεδεμένο όλο, διαγράφεται από τους ανθρώπους ως κάτι το αλλότριο, το άγνωστο, κ.ο.κ.

Η αντίστοιχη αυτής της κοινωνίας ηθική εκλαμβάνεται ως μη έχουσα εντός της είτε εκτός της πραγματικά θεμέλια, προβάλλει ως κάτι το έξωθεν δεδομένο στον άνθρωπο και –με αρκετή αφαίρεση– ως κάτι το απόλυτο. Αντίστοιχα, όλες οι ηθικές αρχές εκλαμβάνονται επίσης ως απόλυτες, ως ανεξάρτητες από την πραγματική ιστορία της ανθρωπότητας. Στην πραγματικότητα, όλες οι ηθικές αρχές είναι ιστορικές, δεδομένου ότι εμπεριέχουν και το ιστορικά καθολικό, και το ειδικό και το μοναδιαίο στην εσωτερική τους ενότητα.

Ας πάρουμε φερ’ ειπείν την εξής αρχή είτε εντολή: «Θέλεις αγαπά τον πλησίον σου ως σεαυτόν» (Καινή Διαθήκη, ΜΑΤΘ. κβ:36, βλ. και ΓΑΛ. ε:13 και ΜΑΡΚ. ιβ:32). Θα έλεγε κανείς: υπάρχει άραγε άλλη οδός πέραν αυτής της εντολής, ικανή να προωθήσει περισσότερο την εγκαθίδρυση του εσωτερικού δεσμού μεταξύ των ανθρώπων;!

Ας αναλογιστούμε ωστόσο αυτή την διατύπωση. Ως αφετηρία προβάλλει εδώ η αγάπη προς τον εαυτό, δηλαδή, αφετηρία είναι το άτομο. Επομένως, εδώ προϋποτίθεται, ότι εξ’ υπαρχής και πρωταρχικά, το άτομο δεν είναι εσωτερικά ενιαίο με τους άλλους ανθρώπους. Αυτό είναι το πρώτο στοιχείο. Κατά δεύτερο λόγο, έστω και μέσω της αγάπης, ο άνθρωπος εντάσσεται σε μία σχέση ισοδύναμης ανταλλαγής με τον άλλον άνθρωπο. Σε τι ζυγό μπορεί να σταθμισθεί η ιδία αγάπη ενός εκάστου προς εαυτόν και να ισοσταθμισθεί με την αγάπη προς τον πλησίον; Δεν απηχεί άραγε αυτή η αρχή τον κόσμο της ανταλλαγής ισοδυνάμων εμπορευμάτων;

Η ηθική θα μπορέσει να πραγματωθεί ως ηθική (σε αντιδιαστολή με την σύγχρονη ηθική, η οποία έχει υπαχθεί σε σημαντικό βαθμό στην πολιτική, είναι υποκριτική, κ.ο.κ.), μόνον όταν και εφ’ όσον θα δεσπόζει στην κοινωνία η εσωτερική ενότητα, είτε, μ’ άλλα λόγια, όταν η κοινωνία θα καταστεί σε πλήρη βαθμό εσωτερικά ενιαίο όλο, όταν θα έχει εκλείψει από την ζωή της κοινωνίας ο αγώνας για επιβίωση. Αλλά τότε η ηθική (και όχι μόνο η πολιτική) θα εκλείψει. Η ηθική θα καταστεί για τους ανθρώπους του μέλλοντος κάτι σαν τον καθαρό αέρα, την παρουσία του οποίου δεν θα αντιλαμβάνονται. Όσο υπάρχει αυτός ο αέρας, τον αναπνέουν αδιάλειπτα, χωρίς να τον διαχωρίζουν για να τον εισπνεύσουν κατά ξεχωριστές σφαίρες.

Επί του νυν επιπέδου ανάπτυξης της παραγωγής, καθίσταται όλο και πιο πασιφανές, ότι εάν η ανθρωπότητα δεν φτάσει σε πλήρη βαθμό στην ύπαρξή της υπό την ιδιότητα του εσωτερικά ενιαίου όλου, εάν δεν μεταβεί στην αυθεντικά ανθρώπινη ιστορία, είναι αναπόφευκτος ο θάνατός της.


ilhs.tuc.gr

«Γκιακ» - Δημοσθένης Παπαμάρκου

 



Παρουσίαση


"Γκιακ" θα πει αίμα, δεσμός συγγένειας, φόνος για λόγους εκδίκησης, φυλή. Οι ήρωες στα διηγήματα του Παπαμάρκου, στρατιώτες που πολέμησαν στα άγρια πεδία των μαχών στη Μικρά Ασία, επιστρέφουν οριστικά αλλαγμένοι στον τόπο τους στη Λοκρίδα. Καθορισμένοι από ό,τι οφείλουν να κάνουν για την τιμή της κοινότητας, σύμφωνα με τον βαρύ νόμο του αίματος στο αυστηρό εθιμικό δίκαιο της κλειστής κοινωνίας τους, γίνονται θύτες και είναι ταυτοχρόνως θύματα. Αποσιωπημένα εγκλήματα και τραύματα, καταστροφή και αφανισμός, βιασμοί και δολοφονίες, στοιχειά και δαίμονες, ηθικές δοκιμασίες - ιστορίες ανομολόγητων πράξεων, στην προφορική γλώσσα του ρουμελιώτικου ιδιώματος, που εντέλει οδηγούν, έστω βίαια, τους ήρωες σε σύγκρουση με την κοινότητά τους και στην αναθεώρηση της ταυτότητάς τους.
"Αυτό πάει να πει να 'σαι σιβιλάιζντ. Να πατάς στα σκατά με αψηλό τακούνι".


"Εγγράφοντας την ιστορία στη λογοτεχνία, το Γκιακ εγγράφεται με τη σειρά του στη μακραίωνη ιστορία του αίματος -ανθρωπολογική, θρησκευτική, κοινωνιολογικο-πολιτική, ψυχαναλυτική, δικαιική, εν προκειμένω λογοτεχνική-, για να αποτελέσει μια ισχυρή τομή στην ιστορία του νεοελληνικού διηγήματος εν γένει". (Βαγγέλης Μπιτσώρης, Σύγχρονα Θέματα)
"Αυτό που καθορίζει την ένταση της μοντέρνας προφορικής αφήγησης του Παπαμάρκου είναι το όραμα του μοναχικού πρωταγωνιστή - όπως αντίστοιχα αυτό του γκάουτσο σε όλες τις ιστορίες του Μπόρχες". (Τίνα Μανδηλαρά, Lifo)