Translate

Ο προσδιορισμός και το συγκεκριμένο: Συνοπτικά για το πολιτικό και οντολογικό υπόβαθρο της φράσης "Σοσιαλισμός με κινεζικά χαρακτηριστικά" - Αντώνης Μπαλασόπουλος Πανεπιστήμιο Κύπρου

 


Του Αντώνη Μπαλασόπουλου

Σας ευχαριστώ για αυτή την θαυμάσια ευκαιρία διαπολιτισμικού διαλόγου.* Διάλογος σημαίνει, μεταξύ άλλων, ευκαιρία για κριτικό προβληματισμό σχετικά με τις βασικές παραδοχές του δικού μας πολιτισμού. Αλλά μέρος αυτού που θέλω να δείξω είναι ότι, στο βαθμό που αυτές οι υπόρρητες παραδοχές είναι άκριτες, είναι επίσης κατά κάποιο τρόπο κάτι λιγότερο από "τη δική μας κουλτούρα": είναι μάλλον επιλεκτικές και μερικές ανακατασκευές των πολιτιστικών πόρων που έχουμε στη διάθεσή μας. Αυτό θα ήθελα να το καταδείξω με έναν τρόπο που θα είναι σκόπιμα λίγο προκλητικός ως προς τον δικό μου πολιτισμό. Αλλά μια άλλη διάσταση της πρόκλησης που θέλω να επιχειρήσω εδώ έχει να κάνει με τη μέθοδο: Θέλω να εντρυφήσω σ’ ένα πολιτικό ζήτημα -και πιο συγκεκριμένα ένα ζήτημα στο πλαίσιο του διεθνούς μαρξισμού- με τρόπο που θα έχει επίσης σε κάποιο βαθμό φιλοσοφικό και μάλιστα ειδικά οντολογικό χαρακτήρα.

Το ερώτημα στο οποίο θέλω να αναφερθώ είναι ευρύτερα εκείνο του προσδιορισμού ως νοητικής λειτουργίας και του συγκεκριμένου ως αποτελέσματος αυτής της νοητικής λειτουργίας. Θέλω να θεμελιώσω αυτά τα γενικότερα ερωτήματα στη φράση μέσα από την οποία παρουσιάζεται το κινεζικό πολιτικό και οικονομικό σύστημα: "Σοσιαλισμός με κινεζικά χαρακτηριστικά". Τώρα, για ορισμένους δυτικούς μαρξιστές, αυτό σημαίνει κάτι πολύ διαφορετικό από αυτό που νομίζω ότι σημαίνει για τους Κινέζους μαρξιστές. Στην πραγματικότητα, σημαίνει "μια απόκλιση από τον σοσιαλισμό που δικαιολογείται επικαλούμενη τις εθνικές ιδιαιτερότητες". Υπάρχουν πολλά παραδείγματα αυτής της ερμηνείας, και δεν έχω χρόνο να τα παραθέσω εδώ. Αυτό που με ενδιαφέρει σήμερα είναι ότι αυτή η ερμηνεία προϋποθέτει ότι με κάποιο τρόπο αναμένεται όλοι να συμφωνούμε για το περιεχόμενο και τη φύση αυτού του ενός πράγματος που ονομάζεται "σοσιαλισμός", και ότι οτιδήποτε δεν ταιριάζει απόλυτα σε αυτό ως κανονιστικό μοντέλο είναι μια απόκλιση από αυτό, περισσότερο ή λιγότερο οξεία. Η ιδέα είναι επίσης ότι αυτό το πράγμα συνίσταται σε ορισμένους γενικούς και καθολικά έγκυρους "νόμους", οι οποίοι, στα παραδείγματα που έχω κατά νου, στην πραγματικότητα δεν καθορίζονται.



Στο βιβλίο του για τον "Σοσιαλισμό με Κινεζικά Χαρακτηριστικά", ο Μπουρ παραθέτει τη συναρπαστική μελέτη του Μάο Τσετούνγκ " Για το νέο Στάδιο" (1938), η οποία είναι μια ανάλυση του σινοϊαπωνικού πολέμου και των καθηκόντων των Κινέζων κομμουνιστών. Προς το τέλος αυτού του κειμένου, σε μια ενότητα με τον τίτλο "Μελέτη", ο Μάο λέει τα εξής: "Ένας κομμουνιστής είναι μαρξιστής διεθνιστής, αλλά ο μαρξισμός πρέπει να πάρει μια εθνική μορφή πριν μπορέσει να εφαρμοστεί στην πράξη. Δεν υπάρχει αφηρημένος μαρξισμός, αλλά μόνο συγκεκριμένος μαρξισμός. Αυτό που ονομάζουμε συγκεκριμένο μαρξισμό είναι ο μαρξισμός που έχει πάρει εθνική μορφή, δηλαδή ο μαρξισμός που εφαρμόζεται στον συγκεκριμένο αγώνα στις συγκεκριμένες συνθήκες που επικρατούν στην Κίνα, και όχι ο μαρξισμός που χρησιμοποιείται αφηρημένα. Αν ένας Κινέζος κομμουνιστής [...] μιλάει για μαρξισμό εκτός από τις κινεζικές ιδιαιτερότητες, αυτός ο μαρξισμός είναι απλώς μια κενή αφαίρεση".[1]

Οι παρατηρήσεις του Μάο, οι οποίες αποτελούν, νομίζω, το θεμέλιο του τι εννοούν οι Κινέζοι μαρξιστές με τη φράση "Σοσιαλισμός με κινεζικά χαρακτηριστικά", χρειάζονται κάποια επεξεργασία. Πρώτον, είναι σύμφωνες με την ακούραστη υπεράσπιση από τον Λένιν της "συγκεκριμένης" ή "απτής" ανάλυσης της συγκεκριμένης κατάστασης, η οποία, όπως ορθά παρατηρεί ο Λούκατς στη μελέτη του για τον Λένιν, δεν είναι καθόλου το αντίθετο της μαρξιστικής θεωρίας αλλά η πραγματική εκπλήρωσή της.[2] Δεύτερον, συνάδουν με την προηγούμενη παρατήρηση του Μάο, στην ίδια ενότητα του δοκιμίου του, ότι ο μαρξισμός-λενινισμός δεν πρέπει να γίνεται κατανοητός "ως δόγμα αλλά ως οδηγός δράσης"- και επιπλέον, ότι αυτό που έχει σημασία δεν είναι "το γράμμα του μαρξισμού-λενινισμού αλλά, μάλλον, οι θέσεις και οι μέθοδοι με τις οποίες ο Μαρξ και ο Λένιν παρατηρούσαν και έλυναν τα προβλήματα" [3]. Αυτές οι δύο διαστάσεις αρκούν για να δείξουν ότι αυτό που διακυβεύεται στη φράση δεν είναι μια επίκληση στην εξαίρεση. Η φράση δεν σημαίνει καθόλου "μαρξισμός μείον όλες αυτές τις διαστάσεις της μαρξιστικής διδασκαλίας που πρέπει να αλλάξουν λόγω των κινεζικών ιδιαιτεροτήτων". Δεν σημαίνει "Μαρξισμός μείον κάτι" -και αυτή είναι η τρίτη παρατήρηση που πρέπει να κάνουμε- επειδή ο "μαρξισμός" ως τέτοιος, ο μαρξισμός χωρίς κανέναν περαιτέρω καθορισμό, είναι, σύμφωνα με τον Μάο, κάτι ανύπαρκτο. Για να είναι ο μαρξισμός μαρξισμός, με άλλα λόγια, πρέπει να καθορίζεται ή να περιορίζεται (είναι το ίδιο πράγμα) από συγκεκριμένες συνθήκες. Ο μαρξισμός ως "καθολικό", ως κάτι που θεωρείται απλώς "καθ’ εαυτόν" και ανεξάρτητα από οποιοδήποτε "για τον άλλο" είναι μια "κενή αφαίρεση". 

Όπως και με τον μαρξισμό, έτσι και με τον σοσιαλισμό. Ενάντια στην υπόθεση ότι η άρνηση της αφηρημένης καθολικότητας "ενός σοσιαλισμού ως τέτοιου" ισοδυναμεί με αποστασία από το σοσιαλιστικό πρόταγμα, θα μπορούσαμε επίσης να επικαλεστούμε τον Λένιν και την πολεμική του το 1916 ενάντια στον "μονισμό" της ομάδας που συνέδεε με τους "ιμπεριαλιστές οικονομολόγους". Σε αυτό, ο Λένιν σημειώνει ότι, όταν πρόκειται για μια συγκεκριμένη ανάλυση συγκεκριμένων συνθηκών, αναδύονται κάθε είδους διαφορές μεταξύ των κοινωνιών. Η ποικιλομορφία, σημειώνει, υπάρχει ακόμη και μεταξύ των "πολιτικών μορφών" στις προηγμένες ιμπεριαλιστικές χώρες- πρέπει επομένως να γνωρίζουμε ότι:

Η ίδια ποικιλία θα εκδηλωθεί και στην πορεία που θα ακολουθήσει η ανθρωπότητα από τον ιμπεριαλισμό του σήμερα στη σοσιαλιστική επανάσταση του αύριο. Όλα τα έθνη θα φτάσουν στο σοσιαλισμό -αυτό είναι αναπόφευκτο-, αλλά δε θα το κάνουν όλα με ακριβώς τον ίδιο τρόπο, καθένα θα συνεισφέρει κάτι δικό του σε κάποια μορφή δημοκρατίας, σε κάποια ποικιλία της δικτατορίας του προλεταριάτου, στο διαφορετικό ρυθμό των σοσιαλιστικών μετασχηματισμών στις διάφορες πτυχές της κοινωνικής ζωής. Δεν υπάρχει τίποτα πιο πρωτόγονο από την άποψη της θεωρίας, ή πιο γελοίο από την άποψη της πράξης, από το να ζωγραφίζουμε, "στο όνομα του ιστορικού υλισμού", αυτή την πτυχή του μέλλοντος με ένα μονότονο γκρίζο χρώμα.[4]

Από τη σκοπιά της μαρξιστικής-λενινιστικής "ορθοδοξίας", λοιπόν, δεν υπάρχει τίποτα το παράξενο στην έννοια του "σοσιαλισμού με κινεζικά χαρακτηριστικά"- αντίθετα, αυτή η "ορθοδοξία" αντιτάχθηκε στη δογματική επιμονή ότι υπάρχει κάποιο ενιαίο μοντέλο, μεταφυσικά ενσαρκωμένο σε κάποιο αφηρημένο πεδίο της σκέψης, το οποίο θα μπορούσε ή θα έπρεπε να εφαρμόζεται πανομοιότυπα παντού. 

 Αλλά η πολιτική κριτική του δογματισμού, η οποία είναι σίγουρα μια εξέχουσα πτυχή των παρεμβάσεων που παρέθεσα από τον Λένιν και τον Μάο, είναι μόνο η μία πλευρά της κριτικής της ιδέας του "σοσιαλισμού ως τέτοιου", του σοσιαλισμού χωρίς προσδιορισμό. Η άλλη πλευρά αυτής της κριτικής είναι παλαιότερη τόσο από τον Λένιν όσο και από τον Μάο, και στην πραγματικότητα παλαιότερη κι από τον Μαρξ. Ωστόσο, κατά τη γνώμη μου, διαμορφώνει ολόκληρη τη γενεαλογία του τρόπου με τον οποίο ο μαρξισμός-λενινισμός προσέγγιζε πάντα το ζήτημα του σοσιαλισμού. Αυτή η κριτική είναι φιλοσοφικής και οντολογικής φύσης και προέρχεται από τη σκέψη του Γκέοργκ Βίλχελμ Φρίντριχ Χέγκελ. Στη μνημειώδη Επιστήμη της Λογικής του, ο Χέγκελ ξεκινάει από αυτό που ονομάζει "καθαρό Είναι", δηλαδή "ύπαρξη χωρίς περαιτέρω προσδιορισμό", για να διατυπώσει τον ακόλουθο, φαινομενικά εκπληκτικό ισχυρισμό: "Το καθαρό είναι και το καθαρό τίποτα είναι ένα και το αυτό".[5] Τώρα, φυσικά, από την εποχή των αρχαίων φιλοσόφων στην κλασική Ελλάδα, το είναι και το τίποτα κατανοούνταν ως διαμετρικά αντίθετες έννοιες. Πώς θα μπορούσε λοιπόν το ον στην "καθαρότητά" του, στην πιο "καθολική" του μορφή, να είναι το ίδιο με το τίποτα; Ακριβώς επειδή είναι απροσδιόριστο από οτιδήποτε άλλο, επειδή συλλαμβάνεται μόνο στην "καθαρή απροσδιοριστία και κενότητά του".[6] Ομοίως, στην Εγκυκλοπαίδεια Λογική του, ο Χέγκελ αναφέρει: "το καθαρό ον είναι μια καθαρή αφαίρεση και επομένως το απολύτως αρνητικό, το οποίο, όταν ομοίως συλλαμβάνεται άμεσα, είναι το τίποτα". Διότι, όντας απολύτως απροσδιόριστο, το είναι "στερείται παντελώς μορφής και επομένως περιεχομένου "[7].

Όπως με το "καθαρό ον", έτσι και με τον "καθαρό σοσιαλισμό"- μη παραδεχόμενος οποιονδήποτε προσδιορισμό που να απορρέει από συγκεκριμένες και άνισες συνθήκες ανάπτυξης, από τον συγκεκριμένο συσχετισμό δυνάμεων μεταξύ των κοινωνικών τάξεων, από την επικρατούσα μορφή ιδιοκτησίας και τον χαρακτήρα της παραγωγής κ.ο.κ., ο "σοσιαλισμός", για να παραφράσουμε τις παρατηρήσεις του Χέγκελ για το ον στην Επιστήμη της Λογικής, "έχει περάσει στο τίποτα", ενώ το "τίποτα", επίσης, έχει περάσει στον σοσιαλισμό.[8] Αποβάλλοντας κάθε τοπικό ή μερικό προσδιορισμό, η σκέψη έχει σε αυτή την περίπτωση αποβάλει επίσης κάθε διαλεκτικά παραγωγική άρνηση, αφού, για τον Χέγκελ, "κάθε προσδιορισμός είναι άρνηση".[9] Στη θέση της έχουμε την απόλυτη άρνηση, την άρνηση που γίνεται απόλυτη και ως εκ τούτου μη διαλεκτική και αντιδιαλεκτική: το καθαρό κενό. Η υπόθεση περί της ύπαρξης ενός "καθαρού σοσιαλισμού", ενός σοσιαλισμού εντελώς αποκαθαρμένου από οποιαδήποτε άρνηση, προσδιορισμό ή όριο, είναι η παραδοχή του καθαρού κενού: λύνει τα πάντα, αλλά μόνο στο μυαλό, επειδή δεν έχει άλλη ύπαρξη παρά μόνο ως καθαρή αφαίρεση. Λύνει τα πάντα επειδή είναι ο ίδιος ένα τίποτα. Και έτσι, και τελειώνω εδώ, ανησυχώ ότι η "κατ' αρχήν" καχυποψία απέναντι σε κάθε σοσιαλισμό που ζητά να συλληφθεί ως καθορισμένος, η τάση να τον θεωρούμε αυτόματα και γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο ως "μη σοσιαλισμό", δεν είναι απλώς "δογματική", ούτε απλώς "θεολογική" στη φύση της. Είναι επίσης, με έναν βαθύ και ανομολόγητο τρόπο, επίσης ουσιαστικά μηδενιστική: μια θεοποίηση του τίποτα στο όνομα της αψεγάδιαστης τελειότητάς του.


Σας ευχαριστώ.







Ο Αντώνης Μπαλασόπουλος είναι Αναπληρωτής Καθηγητής Συγκριτικής Λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο Κύπρου. Το 2021 εκδόθηκε υπό τη συνεπιμέλειά του ο τόμος Reading Texts on Sovereignty (Bloomsbury Academic). Άλλες πρόσφατες ακαδημαϊκές του δημοσιεύσεις περιλαμβάνουν άρθρα για τους Georges Sorel και την κριτική αντι-ουτοπία (Revista Polis, 2020), τον Walter Benjamin και την «Κριτική της βίας» (Cogito, 2020), την έννοια της παγκόσμιας λογοτεχνίας (Journal of Foreign Languages and Cultures, 2020) και το ζώο στη λογοτεχνία του εικοστού πρώτου αιώνα (Word and Text, 2021), ενώ οι επικείμενες δημοσιεύσεις του αφορούν τον διάλογο Μαρξισμού και Ουτοπισμού (The Palgrave Handbook of Utopian and Dystopian Literatures), τη θέση της ονειροφαντασίας στην αναπαράσταση της πόλης στη λογοτεχνία από το 1795 ως το 1922 (Utopia, Ideology and Equity in Urban Texts), και τέλος, τη μελέτη του Roland Boer για τον «σοσιαλισμό με κινεζικά χαρακτηριστικά» (World Review of Political Economy) και έναν θεωρητικό διάλογο με τον συγγραφέα με τίτλο “Σοσιαλισμός, κομμουνισμός και συγκεκριμένος Μαρξισμός» (Marxism Review Journal).



Σημειώσεις


* Η ομιλία αυτή πραγματοποιήθηκε στο συνέδριο του 2021 που οργάνωσε η Σχολή Μαρξισμού του Dalian University of Technology, Κίνα

1 Mao Zedong, “The New Stage”, in Mao’s Road to Power: Revolutionary Writings 1912-1949, Vol. VI: The New Stage, August 1937-1938, ed. Stuart R. Schram, New York, M.E. Sharpe, 2004, 538-39; italics in the original.

2 Georg Lukács, Lenin: A Study of the Unity of his Thought, trans. Nicholas Jacobs, London: Verso, 2009, 89. 

3 Mao Zedong, “The New Stage”, 537-38.

V.I. Lenin, “A Caricature of Marxism and Imperialist Economism” (1916), trans. M.S. Levin, in V.I. Lenin, Collected Works, Vol. 23, Moscow: Progress Publishers, 1964, 69-70

5 G.W.F. Hegel, The Science of Logic 21.69, trans. George Di Giovanni, Cambridge: Cambridge University Press, 2010, 59.

6 Op. cit.

G.W.F. Hegel, Encyclopedia of the Philosophical Sciences in Basic Outline, Part I: The Science of Logic, Section 87, trans. Klaus Brinkmann and Daniel O. Dahlstrom, Cambridge: Cambridge University Press, 2010, 139

8 Hegel, The Science of Logic, 21.69.

9 Ibid., Section 91, p. 147.

.

Δεν υπάρχουν σχόλια: