Με τα μέσα μαζικής επικοινωνίας και τη ζωή στα αστικά κέντρα, δεν υπάρχει κανένας λόγος που να εμποδίζει ένα άτομο να μάθει τα βασικά στοιχεία της γραφής, της ανάγνωσης, της αριθμητικής απλά και μόνο μεγαλώνοντας και ζώντας σαν ενεργό άτομο μέσα στην κοινότητα. Η "Κοινωνία χωρίς σχολεία" του Ιβάν Ίλλιτς άνοιξε οπωσδήποτε νέους δρόμους προς αυτή την κατεύθυνση.
Μια απ' τις πρώτες ερωτήσεις που μας έρχονται στο μυαλό όταν προτείνεται η κατάργηση του σχολείου, είναι: Τι θα γίνει με τους φτωχούς; Δεν είναι το σχολείο η μόνη τους ελπίδα;
Τι είδους μάθηση θ' αποκτήσουν μεγαλώνοντας μέσα σε μια κουλτούρα φτώχειας;
Χωρίς το σχολείο δε θα δημιουργηθούν ακόμα μεγαλύτερες ταξικές διαφορές; Η απάντηση είναι ότι πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι η σχολική εκπαίδευση δεν εξάλειψε τη φτώχεια στο παρελθόν, ούτε πρόκειται να το κάνει στο μέλλον. Το να χρησιμοποιείς το σχολείο για να λύσεις τα προβλήματα της φτώχειας είναι σαν να επιδιώκεις μια συντηρητική λύση, χωρίς να αλλάξεις άμεσα την κοινωνική δομή που δημιούργησε τη φτώχεια. Θα πρέπει επίσης να συνειδητοποιήσουμε ότι η εκπαίδευση σαν σύστημα κοινωνικής επιλογής έχει την τάση να ενισχύει την κυρίαρχη ταξική δομή. Αλλά το να απαλλαγούμε απ' το σχολείο δε σημαίνει βέβαια ότι εξαλείψαμε και τη φτώχεια. Με άλλα λόγια, είτε έχουμε σχολεία είτε δεν έχουμε, αυτό δε σημαίνει και πολλά, γιατί τα σχολεία δε βρίσκονται στην καρδιά του προβλήματος της φτώχειας. Αν όμως καταργείτο το σχολείο κ α ι ταυτόχρονα αποκτούσαν τα παιδιά και οι νέοι οικονομική ανεξαρτησία, τότε, το πρόβλημα της φτώχειας θα αντιμετωπιζόταν άμεσα. Τα παιδιά των φτωχών θα είχαν αρκετά χρήματα για να εξερευνήσουν και να απολαύσουν τα ωφέλη που τώρα απολαμβάνει αποκλειστικά η αστική τάξη.
Το επόμενο ερώτημα, βέβαια, είναι αν η κουλτούρα της φτώχειας εμποδίζει και περιορίζει τον τύπο των επιλογών που κάνουν οι νέοι και οι γονείς τους. Η απάντηση, φυσικά, είναι "ναι". Όμως αυτό το "ναι" πρέπει να διευκρινιστεί από δυο πλευρές. Αρχικά, οι φτωχοί μπορούν να κρίνουν καλύτερα ως προς τον τρόπο διάθεσης των εκπαιδευτικών τους επιδομάτων απ' όπ οι παραδοσιακοί ηγέτες της εκπαιδευτικής γραφειοκρατίας. Κατά δεύτερο λόγο, η νομική και νομοθετική εκστρατεία ενάντια στην υποχρεωτική εκπαίδευση και τη χρηματοδότηση της παιδείας, θα μπορούσε να συνοδεύεται απ’ τη ριζοσπαστικοποίηση των παιδαγωγικών σχολών στα μεγαλύτερα πανεπιστήμια. Έτσι θα δημιουργούνταν κέντρα για την άμεση αντιμετώπιση των προβλημάτων που γεννάει η κουλτούρα της φτώχειας, διαμέσου της αξιοποίησης κοινοτικών εκπαιδευτικών προγραμμάτων βασισμένων σε μεθόδους σαν του Πάουλο Φρέιρε και της ανάπτυξης μεθόδων ριζοσπαστικής θεραπείας.
Η ριζοσπαστικοποίηση των παιδαγωγικών σχολών θα συνεπαγόταν την ολοκληρωτική αλλαγή των αντιλήψεών τους ως προς τη λειτουργία τους. Οι διδάσκοντες θα πρέπει να ανακινήσουν μια εντελώς νέα σειρά προβλημάτων — προβλήματα πολύ διαφορετικά από εκείνα που έχουν απασχολήσει την παραδοσιακή παιδαγωγική θεωρία. Όπως ο Βίλχελμ Ράιχ τόνιζε στη δεκαετία του '20, δεν μπορεί να γίνει τίποτα σημαντικό αν η θεραπεία περιορίζεται στο ατομικό επίπεδο. Αν η καταπίεση υπάρχει στο κοινωνικό επίπεδο, η λύση δεν είναι η ατομική θεραπεία αλλά η αλλαγή εκείνων των κοινωνικών συνθηκών και θεσμών που γεννάνε την καταπίεση. Η ατομική θεραπεία είναι βασικά συντηρητική, γιατί αφήνει ανέγγιχτη την πηγή του προβλήματος. Η ίδια δυσκολία υπάρχει και με τα σχολεία και τις παιδαγωγικές σχολές που επανδρώνουν αυτά τα σχολεία. Η θεραπεία των κοινωνικών προβλημάτων τείνει να περιορίζεται σ' ένα ατομικό και συντηρητικό
επίπεδο. Επιχειρείται η εξάλειψη της κουλτούρας της φτώχειας με το να αντιμετωπίζονται τα παιδιά μέσα στα στενά όρια του σχολείου. Κι όμως η πραγματική λύση βρίσκεται στο να επιτεθούμε άμεσα σ' εκείνες τις κοινωνικές συνθήκες που εμποδίζουν το άτομο να μορφωθεί και να αναπτυχθεί μέσα στην κοινωνία μας.
Ένα απ' τα μεγαλύτερα εμπόδια για τη ριζοσπαστικοποίηση των παιδαγωγικών σχολών είναι η παραδοσιακή τους σχέση με τη διαδικασία της σχολικής εκπαίδευσης. Τα παιδαγωγικά τμήματα των πανεπιστημίων και οι ακαδημίες τείνουν να θεωρούν τη λειτουργία τους, κυρίως σαν λειτουργία ικανοποίησης των αναγκών των δημόσιων σχολείων, προσφέροντάς τους δασκάλους και άλλες υπηρεσίες. Πολύ συχνά ένας μεγάλος αριθμός φοιτητών παιδαγωγικών σχολών προέρχεται απ’ τη δημόσια εκπαίδευση και θεωρεί την παιδαγωγική σχολή σαν προέκταση των δημόσιων σχολείων. Ιστορικά, αυτός είναι ο λόγος που δημιουργήθηκαν οι μέσες και ανώτερες παιδαγωγικές σχολές.
Το αποτέλεσμα αυτής της διαδικασίας ήταν ο φοβερός περιορισμός της μελέτης και της ανάπτυξης αξιόλογων παιδαγωγικών διαδικασιών.
Οι συνέπειες αυτής της στενής οπτικής αντανακλώνται στους διάφορους κλάδους της παιδαγωγικής. Σήμερα, ο άμεσος προορισμός αυτών των κλάδων είναι η εξυπηρέτηση των σχολείων. Η εκπαίδευση των δασκάλων έχει σαν σκοπό να προετοιμάσει ένα άτομο να διδάσκει στερεότυπα θέματα, στις αίθουσες του δημόσιου σχολείου. Η φύση της εκπαίδευσης στις ακαδημίες καθορίζεται με γνώμονα τις απαιτήσεις της πολιτείας ως προς τα προσόντα των δασκάλων. Η παιδαγωγική ψυχολογία σαν κλάδος της εκπαίδευσης τείνει να εστιάζεται στην ψυχολογία διοίκησης των μαθητών. Θεωρεί τον εαυτό της προμηθευτή των επιστημονικών μέσων διδασκαλίας και καθοδηγητή μέσα στη σχολική αίθουσα ενός δέσμιου ακροατηρίου μαθητών. Τόσο η επιστημονική έρευνα όσο και το περιεχόμενο της διδασκαλίας περιστρέφονται γύρω από τη μάθηση μέσα στα πλαίσια της σχολικής αίθουσας. Η παιδαγωγική κοινωνιολογία ακολουθεί τον ίδιο δρόμο Και ασχολείται με την κοινωνική αλληλεπίδραση σχολείου - τάξης και το χειρισμό των πολιτισμικών διαφορών μέσα στο ίδιο το σχολείο. Η διδασκαλία της ιστορίας της παιδαγωγικής, όπως συμβαίνει και με τη διδασκαλία της ιστορίας των ΗΠΑστα γυμνάσια, είναι κυρίως ζήτημα πώλησης ορισμένων ιδεών και πεποιθήσεων. Η παιδαγωγική φιλοσοφία χάνεται μέσα στη διαδικασία καθορισμού κι αποσαφήνισης των στόχων της δημόσιας εκπαίδευσης.
Οι ριζοσπαστικές ομάδες, οι ίδιοι οι σπουδαστές και ακόμη και ορισμένες σχολές, θα μπορούσαν να πιέσουν τις παιδαγωγικές σχολές να οριοθετήσουν ξανά τις κατευθύνσεις της αμερικάνικης εκπαίδευσης.8 Αυτή η πίεση θα μπορούσε να ασκηθεί εκ των έσω, μέσα απ’ τη διδασκαλία και την έρευνα των καθηγητών σε ατομική βάση και μέσα απ' την απαίτηση των σπουδαστών για ένα διαφορετικό τύπο εκπαιδευτικού προγράμματος. Επιπλέον, εξωτερικές ομάδες, όπως τα εναλλακτικά σχολεία, θα μπορούσαν να ασκήσουν πίεση στα πανεπιστήμια ώστε να προσφέρουν τις ίδιες υπηρεσίες που προσφέρουν στα δημόσια σχολεία. Θα απαιτείτο απ’ τα πανεπιστήμια να μην εξυπηρετούν αποκλειστικά τις ανάγκες της δημόσιας εκπαίδευσης αλλά ν' αρχίσουν να κοιτάζουν την εκπαιδευτική διαδικασία μέσα στα πλαίσια μιας πλατιάς πολιτιστικής προοπτικής.
Ένα απ' τα πρώτα που θα μπορούσαν να γίνουν, ίσως είναι ο διαχωρισμός της εκπαίδευσης των δασκάλων απ' τις απαιτήσεις του κράτους ως προς τη χορήγηση πτυχίου. Αυτό μπορεί να συνεπαγόταν, κατ' αρχήν, το να προταθεί η δημιουργία δυο διαφορετικών τμημάτων σπουδών στην εκπαίδευση των δασκάλων. Το ένα απ' αυτά θα οδηγούσε στην απόκτηση κρατικού πτυχίου, ενώ το άλλο στην ανάπτυξη και εφαρμογή μεθόδων σαν του Πάουλο Φρέιρε. Αυτό το δεύτερο τμήμα θα πρόσφερε τη βάση για την επιλογή υλικού και την εκπαίδευση ανθρώπων για κοινοτική δράση.
Δάσκαλοι εκπαιδευμένοι σε μεθόδους σαν του Φρέιρε θα μπορούσαν να πηγαίνουν στις φτωχές περιοχές και να οργανώνουν εκπαιδευτικά προγράμματα, έξω απ' τα πλαίσια του δημόσιου σχολείου, για την ανάπτυξη κοινωνικής συνείδησης. Τα εκπαιδευτικά προγράμματα για δασκάλους θα μπορούσαν επίσης να παρέχουν τα μέσα για την εκπαίδευση ηγετών μειονοτήτων όπως οι νέγροι και οι ιθαγενείς Αμερικάνοι, με τη μέθοδο του Φρέιρε ή με άλλες μεθόδους.
Η παιδαγωγική κοινωνιολογία και ψυχολογία θα μπορούσαν να συνεργαστούν για να πραγματοποιήσουν αυτό που ο Ράιχ ονόμαζε ριζοσπαστική θεραπεία. Κι οι δυο αυτοί κλάδοι θα μπορούσαν ν ’ αρχίσουν να εξετάζουν το γιατί ορισμένοι άνθρωποι στην κοινωνία μας δεν μπορούν να μορφωθούν δίχως να στηρίζονται στην εξουσιαστική δομή του σχολείου. Αν δεν υπάρχει μια τέτοια εξάρτηση, τότε μπορούμε άφοβα να εγκαταλείψουμε τα σχολεία και να βασιστούμε στη δυνατότητα του καθένα ν' αναπτυχθεί και να μορφωθεί με το δικό του τρόπο. Αλλά είναι εύλογη η υποψία πως στην τωρινή φάση υπάρχουν ακόμη πολλοί φραγμοί που εμποδίζουν την ελεύθερη κι ανεξάρτητη μάθηση. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για την κουλτούρα της φτώχειας. Έργο της ψυχολογίας και της κοινωνιολογίας είναι να εντοπίσουν αυτά τα εμπόδια, που δημιουργούν μια κατάσταση εξάρτησης μέσα στην εκπαιδευτική διαδικασία. Μήπως το πρόβλημα εστιάζεται κυρίως, όπως υποστήριζε και ο Ράιχ, στην ύπαρξη της πυρηνικής οικογένειας; Μήπως συνδέεται άμεσα με τις οικονομικές συνθήκες της φτώχειας; Μήπως είναι αποτέλεσμα της δομής και των συνθηκών του σύγχρονου αστικού μας περιβάλλοντος; Αυτές και άπειρες άλλες ερωτήσεις πλημμυρίζουν αμέσως το μυαλό μας. Η κοινωνιολογία και η ψυχολογία μπορούν, λοιπόν, να συνεχίσουν να εντοπίζουν εκείνες τις κοινωνικές συνθήκες που θα επέτρεπαν στους ανθρώπους να ζήσουν και ν' αναπτυχθούν στον κόσμο, δίχως τον εξουσιαστικό έλεγχο του σχολείου. Θ' αναπτύσσανε μια ριζοσπαστική θεραπεία ικανή να οδηγήσει σε μεγάλες κοινωνικές αλλαγές.
Αν τα παιδιά δεν μπορούν να μάθουν, δεν πρέπει κανείς να περιορίζεται στο να τα βοηθήσει να ξεπεράσουν αυτό το άμεσο πρόβλημα. Πρέπει να εντοπίσει τις κοινωνικές συνθήκες που εμποδίζουν τη μάθησή τους και να τους επιτεθεί άμεσα. Η παιδαγωγική κοινωνιολογία θα μπορούσε επίσης να αναλάβει το πρόσθετο βάρος της μελέτης της φύσης του ελέγχου και της οικονομικής εκμετάλλευσης στην εκπαίδευση. Σε τοπικό επίπεδο, θα πρέπει να μελετηθούν οι σχέσεις
ανάμεσα στις ντόπιες ελίτ και στον έλεγχο της εκπαίδευσης.
Τέτοιες μελέτες, συνδέοντας την ιδεολογία του σχολείου με εκείνη μιας συγκεκριμένης κοινωνικής τάξης, θα συνέχιζαν την παράδοση των πρώιμων μελετών του Τζωρτζ Κάουντς πάνω στην κοινωνική σύνθεση της σχολικής διεύθυνσης. Επιπλέον, οι μαθητές θα μπορούσαν να κινητοποιηθούν για να μελετήσουν τις οικονομικές συναλλαγές των τοπικών σχολείων και να επισημάνουν πιθανές συγκρούσεις συμφερόντων.
Σ' εθνικό επίπεδο, πάλι, αυτό που χρειάζεται είναι η μελέτη της εθνικής ελίτ που εξουσιάζει την εκπαίδευση. Αυτό θα συμπεριλάμβανε μια μελέτη των ηγετών της εκπαίδευσης που κινούνται με άνεση μεταξύ ιδρυμάτων, εκδοτικών οίκων, πανεπιστήμιων, εκπαιδευτικών οργανισμών και του ομοσπονδιακού εκπαιδευτικού κατεστημένου. Θα ήταν ενδιαφέρον να μελετηθεί η ιδεολογία αυτής της κυρίαρχης ελίτ και οι επιπτώσεις της στην εκπαίδευση.
Η ιστορία και η φιλοσοφία της παιδαγωγικής θα μπορούσαν να μελετήσουν τη σχέση ανάμεσα στην ιδεολογία και την παιδαγωγική πρακτική, που περιλαμβάνει και ολόκληρη τη διαδικασία της κοινωνικοποίησης. 'Ολες οι θεωρίες για τη διαδικασία της κοινωνικοποίησης βασίζονται σε κάποια αντίληψη της ανθρώπινης φύσης και είναι προσανατολισμένες σε κάποιο όραμα του πώς έπρεπε να είναι. Οι θεωρίες για την οικογένεια, την κοινότητα, το σχολείο, την πολεοδομία και άλλα αλληλένδετα μέρη της κοινωνικοποιητικής διαδικασίας, θα ορίζονταν σύμφωνα με αυτές τις ιδεολογίες στις οποίες βασίζονται. Η ιστορία και η φιλοσοφία θα διευκρίνιζαν αυτά τα ιδεολογικά αξιώματα, εξετάζοντάς τα μέσα στο ιστορικό τους πλαίσιο και συνάμα στις τωρινές τους εκδηλώσεις. Αυτές οι δυο επιστήμες θα αναλάμβαναν την ευθύνη να εξασφαλίσουν τη μη αποκοπή των εκπαιδευτικών μεθόδων απ' τις πολιτικές και κοινωνικές τους ρίζες.
Ενώ όλες οι παραπάνω στρατηγικές δεν είναι παρά απλά πειραματικές, δείχνουν ποια περίπου είναι τα πρακτικά προβλήματα που πρέπει να αντιμετωπιστούν για να αποκτήσει νόημα η ριζοσπαστική εκπαίδευση. Πρέπει να εκτεθεί ξεκάθαρα το πώς μπορεί να εφαρμοστεί η θεωρία στο σύγχρονο κόσμο.
Πολλά χρόνια τώρα, οι αμερικανοί παιδαγωγοί αναρωτιούνται γιατί η παιδαγωγική φιλοσοφία του Τζων Ντιούη έχει τόσο μηδαμινή επίδραση στα όσα συμβαίνουν καθημερινά στη σχολική αίθουσα. Ένα μέρος της απάντησης μπορεί να βρεθεί στα ίδια τα γραπτά του Ντιούη. Ο Ντιούη, ενώ αναμφισβήτητα είχε μεταφράσει τη φιλοσοφία του σε πρακτικές μεθόδους διδασκαλίας, ποτέ δεν πρότεινε τρόπους μεταρρύθμισης του εκπαιδευτικού κατεστημένου έτσι ώστε να γίνει δυνατή η πρακτική εφαρμογή των μεθόδων του. Η μέθοδος του Ντιούη έγινε ένα απλό θέμα συζήτησης όχι όμως και πρακτικό εργαλείο. Παρόμοια, η ριζοσπαστική παιδαγωγική θα γίνει ένα απλό θέμα συζήτησης αν δεν προσανατολιστεί πολιτικά προς την πραγματικότητα της κυρίαρχης εκπαιδευτικής δομής.
Εκατό χρόνια νωρίτερα, θα ήταν δύσκολο να πείσεις μεγάλους αριθμούς ανθρώπων ότι η αλλαγή των εκπαιδευτικών θεσμών είναι αναγκαίο μέρος της πολιτικής και οικονομικής αλλαγής. Σήμερα, αυτό ισχύει εξίσου, γιατί οι οικονομικές δυνάμεις έχουν μετατρέψει τα σχολεία σ' έναν απ' τους κεντρικούς φορείς εξουσίας στην κοινωνία. Γι' αυτό το λόγο, τα σχολεία θα πρέπει να αποτελέσουν μέρος οποιασδήποτε απόπειρας για ουσιαστική κοινωνική αλλαγή. Αυτό δε σημαίνει αναγκαστικά την επέκταση της σχολικής εκπαίδευσης: θα μπορούσε να σημαίνει άνετα και τον περιορισμό ή και την κατάργησή της. Αυτό που δεν πρέπει να ξεχνάμε είναι πως η μαζική εκπαίδευση αποτελεί προϊόν μιας συγκεκριμένης συγκυρίας ιστορικών δυνάμεων, που την μετέτρεψαν σ' έναν απ' τους κύριους θεσμούς σχεδιασμένης κοινωνικοποίησης. Πρέπει επίσης να μην ξεχνάμε τη διάκριση ανάμεσα στη μόρφωση και τη σχολική εκπαίδευση.
Η σχολική εκπαίδευση είναι μια σχεδιασμένη μέθοδος κοινωνικοποίησης, που έχει σαν στόχο να παράγει, διαμέσου ενός συστήματος θεσμικών ελέγχων, υπάκουους εργάτες και πολίτες. Απ' την άλλη μεριά, μόρφωση σημαίνει την απόκτηση γνώσης και ικανότητας με τις οποίες μπορούμε να μετασχηματίσουμε τον κόσμο και να μεγιστοποιήσουμε την ατομική αυτονομία. Η μόρφωση μπορεί ν' αποτελέσει πηγή ατομικής απελευθέρωσης. Μια απ’ τις ενδογενείς αντιφάσεις του κυρίαρχου εκπαιδευτικού συστήματος συνδέεται μ' αυτή τη διάκριση: Οι σύγχρονοι εργάτες χρειάζονται πραγματικά ορισμένες βασικές δεξιότητες και κάποιο βαθμό κατανόησης του κόσμου και, συνακόλουθα, κάποια εκπαίδευση τους είναι απαραίτητη. Πολύ συχνά, όμως, αυτή η εκπαίδευση ανεβάζει αρκετά το επίπεδο επίγνωσής τους, ώστε να προκαλέσει εξέγερση ενάντια στη διαδικασία κοινωνικοποίησης ή σχολειοποίησης. Αυτό συμβαίνει τα τελευταία δέκα χρόνια, με τις διαμαρτυρίες των σπουδαστών και με τους αγώνες για την προστασία των ατομικών ελευθεριών και δικαιωμάτων. Δυστυχώς, αυτές ξέσπασαν κυρίως σε αστικά σχολεία, όπου εξακολουθεί ακόμη να υπάρχει κάποια υποψία μόρφωσης. Τα φτωχά παιδιά έχουν, πρωταρχικά, καλή σχολική εκπαίδευση όχι όμως και καλή μόρφωση.
Σήμερα, στις ΗΠΑ, υπάρχει μια κίνηση για την εξάλειψη κάθε ίχνους μόρφωσης υπέρ κάποιας λεγάμενης "επαγγελματικής εκπαίδευσης". Η κίνηση αυτή υποστηρίζει σαν βασικό της δόγμα ότι όλη η μάθηση πρέπει να προσανατολίζεται σύμφωνα με τις ανάγκες κάποιου μελλοντικού επαγγέλματος. Η μάθηση υποτάσσεται σε κάποιο μελλοντικό κοινωνικό ρόλο και στη διαδικασία κοινωνικοποίησης του σχολείου η γνώση δεν εμφανίζεται σαν μέσο κατανόησης και κριτικής ανάλυσης κοινωνικών και οικονομικών δυνάμεων αλλά υποταγής στην κοινωνική δομή. Η "επαγγελματική εκπαίδευση" αντιπροσωπεύει τη λογική συνέπεια της εξουσίας ελέγχου της σχολικής εκπαίδευσης.
Το ζητούμενο στο μέλλον είναι ένα εκπαιδευτικό σύστημα που ν' ανεβάζει το επίπεδο συνείδησης κάθε ατόμου σε μια κατανόηση των κοινωνικών και ιστορικών δυνάμεων που δημιούργησαν την τωρινή κοινωνία και που καθορίζουν την κοινωνική θέση του ατόμου. Αυτό μπορεί να γίνει διαμέσου ενός συνδυασμού θεωρίας και πρακτικής μέσα στον οποίο και οι δυο μεταβάλλονται, καθώς όλοι οι άνθρωποι εργάζονται για μια απελευθερωμένη κοινωνία.
Δεν πρέπει να υπάρχει ένα πρόγραμμα μελλοντικής αλλαγής αλλά μάλλον ένας συνεχής διάλογος πάνω στα μέσα και τους σκοπούς. Η μόρφωση πρέπει να βρίσκεται στην καρδιά μιας τέτοιας επαναστατικής προσπάθειας.
Το ζητούμενο στο μέλλον είναι ένα εκπαιδευτικό σύστημα που ν' ανεβάζει το επίπεδο συνείδησης κάθε ατόμου σε μια κατανόηση των κοινωνικών και ιστορικών δυνάμεων που δημιούργησαν την τωρινή κοινωνία και που καθορίζουν την κοινωνική θέση του ατόμου. Αυτό μπορεί να γίνει διαμέσου ενός συνδυασμού θεωρίας και πρακτικής μέσα στον οποίο και οι δυο μεταβάλλονται, καθώς όλοι οι άνθρωποι εργάζονται για μια απελευθερωμένη κοινωνία. Δεν πρέπει να υπάρχει ένα πρόγραμμα μελλοντικής αλλαγής αλλά μάλλον ένας συνεχής διάλογος πάνω στα μέσα και τους σκοπούς.
Η μόρφωση πρέπει να βρίσκεται στην καρδιά μιας τέτοιας επαναστατικής προσπάθειας.
Translate
ΤΟ ΑΛΦΑΒΗΤΑΡΙ ΤΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ - ΤΖΟΕΛ ΣΠΡΙΝΓΚ
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
John Ross: Η δημοκρατία και οι πολιτικές στην Κίνα είναι πολύ μεγαλύτερες από τη Δύση
Σημείωση του συντάκτη: Σε έναν διάλογο για τη δημοκρατία στο Πεκίνο την περασμένη Πέμπτη, διπλωμάτες, μελετητές και ειδικοί συζήτησαν διάφο...
-
Commun✮rios Πριν από πολύ καιρό, το κίνημα για τα δικαιώματα των ομοφυλοφίλων ήταν μια μικρή ομάδα ανθρώπων που αγωνιζόταν να ακολουθήσουν...
-
Αποσπάσματα από το έργο του Νίκου Μπελογιάννη «Το Ξένο Κεφάλαιο στην Ελλάδα», που αναφέρεται και στα «δάνεια της ανεξαρτησίας». Α΄ Το πρώτο ...
-
Doriane Lambelet Coleman 3 Αυγούστου 2024 · 13 λεπτά ανάγνωση Mετάφραση: Μάρτζη Λάζου Επιμέλεια: Commun✮rios Algeria's Imane Khelif (in...
-
ΔΥΟ ΛΟΓΙΑ «Η εργασία μου αυτή γράφτηκε με την βέβαιη προοπτική, πως παρ’ όλα τα εμπόδια και παρ’ όλες τις πολύμορφες επεμβάσεις, ο Ελλην...
-
Tucker Carlson: Mr. Πρόεδρε, ευχαριστώ. Στις 22 Φεβρουαρίου 2022, απευθυνθήκατε στη χώρα σας στην εθνική σας διεύθυνση όταν ...
-
Με την ευκαιρία της συμπλήρωσης 140 χρόνων από τη γέννηση του Ιωσήφ. Β. Στάλιν μιλήσαμε με τον Grover Furr, καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Mon...
-
Commun✮ rios Στην εποχή του Μαρξ το κύριο ζητούμενο ήταν η άρνηση της κεφαλαιοκρατίας πράγμα που εκδηλώνονταν στην θεωρητική έρευνα ως ...
-
ΓΙΑ ΤΙΣ ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΙΤΙΕΣ ΤΗΣ ΗΤΤΑΣ ΤΟΥ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟΥ ΣΤΗΝ ΕΣΣΔ* της Νίνα Αντρέγιεβα Σε όλες τις χώρες του κόσμου, οι ...
-
ΒΥΘΙΣΜΕΝΑ ΣΤΟΝ ΟΥΡΑΝΟ ΚΑΙ ΣΤΟΝ ΈΡΩΤΑ μνήμη του πατρός μου, ότι εκ σπέρματος αυτού την πηγήν έλαβον και η έλαφος εδωρήθη μου του θανάτου ΑΠ...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου