Translate

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΟΥΣΙΚΗ




Albrecht, Michael von et Werner Schubert, edd., Musik in Antike und Neuzeit (Bern: Lang, 1987)

Η πρωτοβουλία έκδοσης του συλλογικού αυτού τόμου προέρχεται από το Σεμινάριο Κλασικής Φιλολογίας του Πανεπ/ου της Χαϊδελβέργης και αποτελεί τη συνεισφορά του τελευταίου στον εορτασμό των 600 χρόνων του ιδρύματος. Τα κείμενα τεκμηριώνουν τη δραστηριότητα του εκεί ευρισκομένου ‘Αρχείου Παρτιτουρών για τις Επιδράσεις της Αρχαιότητας στη Μουσική των Νέων Χρόνων’ (Notenarchiv zum Fortwirken der Antike in der Musik der Neuzeit) που ίδρυσε ο Joachim Draheim. Η θεματολογία των άρθρων περιλαμβάνει ζητήματα Μουσικής Αρχαιολογίας (Ε. Eibner, “Η μουσική ζωή στην εποχή Hallstatt: σκέψεις για τη μουσική με βάση τις αναπαραστάσεις”)· αρχαίας μουσικής θεωρίας (F. Zaminer, “Περί του προβλήματος της έννοιας του ‘τονικού ύψους’ από την Αρχαιότητα [έως τους Νέους Χρόνους]”)· οργανολογίας (E. Poehlmann, “Οι δύο «λύρες του Ελγίνου» στο Βρετανικό Μουσείο”)· έως ζητήματα αφομοίωσης αρχαιο-ελληνικών επιδράσεων στους Νέους Χρόνους (M. Von Albrecht, “Μουσική και Ρητορική στον Goethe και τον Κοϊντιλιανό”).

 

Anderson, Warren D., Ethos and Education in Greek Music: The Evidence of Poetry and Philosophy (Cambridge, MA: Harvard University Press, c1966)

H κλασική μονογραφία του Anderson εξετάζει την εκπαιδευτική, ηθική και φιλοσοφική διάσταση της μουσικής των Ελλήνων από τον Πίνδαρο, τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη έως τον Πάπυρο Hibeh 13 και τον Φιλόδημο. Ο Anderson πρώτος αμφισβήτησε ως υπερβολική τη σημασία που αποδιδόταν στο Δάμωνα, στα πλαίσια της ιστορία της περί ήθους θεωρίας (π.χ. στον Abert, αλλά και στον Lasserre, βλ. τίτλο αρ. 34).


 Music and Musicians in Ancient Greece (Ithaca: Cornell University Press, 1994)

To νεώτερο βιβλίο του Anderson συμπληρώνει το πρώτο, εξετάζοντας τις μαρτυρίες για την πράξη της μουσικής. Στο επίκεντρο τοποθετείται ο 5ος αιώνας π.Χ., πλαισιωνόμενος από αναφορές για τα πριν και τα μετά. Έτσι, η πραγμάτευση ακολουθεί τον ιστορικό χρόνο, από τη Λίθινη Εποχή και τους λεγόμενους ‘Σκοτεινούς Χρόνους’ (το διάστημα από το 1100 έως το 900 π.Χ.) έως την εποχή του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη.

 

Arrighetti, Graziano, Gigante, Marcello et Kleve, Knut, edd., Cronache Ercolanesi no. 19 (Napoli: Gaetano Macchiaroli, 1989)

Στην επετηρίδα του 1989 του Διεθνούς Κέντρου Μελέτης των Παπύρων του Herculaneum δημοσιεύεται το κείμενο του Daniel Delattre “Το Περί μουσικής του Φιλοδήμου: 4ο Βιβλίο, στήλες 40 έως 109” και το κείμενο του James Porter “Ο Φιλόδημος για την υλική διαφορά”, με θέμα την πολύ ενδιαφέρουσα αισθητική και ποιητική θεωρία του Φιλοδήμου και των αντιπάλων του (των καλουμένων ‘κριτικών’).

 

Barbera, André, The Euclidian Division of the Canon: Greek and Latin Sources (Lincoln: University of Nebraska Press, 1991)

Η νέα κριτική έκδοση του κειμένου συνεξετάζει πηγές, που ήταν άγνωστες την εποχή της τελευταίας προηγούμενης έκδοσης, του Menge το 1916 και προχωρεί στην ασφαλέστερη ανασύσταση των τριών παραδόσεων του κειμένου: της μεγάλης εκδοχής στα Ελληνικά με τη συγγραφική απόδοση στον Ευκλείδη ή τον Κλεονείδη, της μικρότερης εκδοχής στα Ελληνικά που περιέχεται στα σχόλια του Πορφύριου στα Αρμονικά του Πτολεμαίου και της λατινικής εκδοχής του Βοήθιου που περιέχεται στην Institutio Musica.

 

Music Theory and its Sources: Antiquity and the Middle Ages, Notre Dame Conferences in Medieval Studies I (Notre Dame, Indiana: University of Notre Dame Press, 1990)

            Ο τόμος περιέχει σημαντικότατα άρθρα των A. Barbera, Thomas Mathiesen και Jon Solomon πάνω στα καθήκοντα και τους προβληματισμούς του σύγχρονου επιμελητή αρχαιο-ελληνικών μουσικο-θεωρητικών κειμένων. Η ανασύσταση του ιδανικού πρωτότυπου είναι μια χίμαιρα, συνοψίζει ο Barbera: τα «κείμενα» είναι ‘οργανικές’ συνθέσεις, ‘ιστορίες μάθησης’ με αλλεπάλληλα στρώματα, κάτι που πρέπει να αναδεικνύεται μέσα από τις σύγχρονες εκδόσεις τους.

 

Barker, Andrew, Greek Musical Writings (Cambridge: Cambridge University Press, 1990)

            Συλλογή, μετάφραση και σχόλια των πηγών για την Αρχαία Ελληνική Μουσική. Στόχος του Barker ήταν να προσφέρει πρόσβαση σε όλες τις σχετικές με την ΑΕΜ πηγές στον ενδιαφερόμενο μη γνώστη της αρχαίας Ελληνικής.

 

Bélis, Annie, Aristoxene de Tarante et Aristote: Le Traité d’harmonique, Études et commentaires 100 (Paris: Klincksieck, 1986)

  σύγχρονη μελέτη αναφοράς για τον Αριστόξενο και τα Αρμονικά του, μετά την προηγούμενη του Laloy με το ίδιο θέμα (Paris, 1904). Η Bélis αναλύει διεξοδικά το περιεχόμενο της πραγματείας του Αριστόξενου, διαπιστώνει την ενότητα της σκέψης του παρά τον αποσπασματικό χαρακτήρα του σωζομένου κειμένου, καταδεικνύει τις Αριστοτελικές του καταβολές και υπογραμμίζει το ρόλο του Αριστόξενου ως θεμελιωτή της Αρμονικής ως ξεχωριστής επιστήμης.

 

Les Hymnes á Apollon, École Francaise d’Athènes. Corpus des inscriptions de Delphes III (Paris: Diffusion de Boccard, 1992)

Eίκοσι περ. χρόνια μετά την έκδοση των Denkmaeler der altgriechischen Musik (1970), την πρώτη όπου οι Δελφικοί Ύμνοι παρουσιάζονται ‘όπως πράγματι ήσαν και όχι όπως θα ήθελε κάποιος να είναι’ (σ. 24), η Bélis εκμεταλλεύεται τεχνικές και μέσα που ο Poehlmann δεν μπορούσε να έχει στη διάθεσή του και παρουσιάζει μια βελτιωμένη έκδοση των δύο ύμνων, με εκτεταμένα σχόλια για το κείμενο, τη μουσική και τη σημειογραφία. H Bélis ταύτισε το συνθέτη του ‘Α Ύμνου (αρ. 19 στην έκδ. Poehlmann): Αθηναίος Αθηναίου και χρονολόγισε και τους δύο ύμνους στο 128 π.Χ..

 

Η καθημερινή ζωή των μουσικών στην αρχαιότητα [Les musicians dans l’antiquité], μτφρ. Σταύρος Βλοντάκης (Αθήνα: Παπαδήμας, 2004· ά έκδ.: Paris: Puf, 1999)

Η πιο πρόσφατη μονογραφία της γαλλίδας ερευνήτριας της ΑΕΜ, γνωστής από την έκδοση των Δελφικών Ύμνων, τη μονογραφία της με θέμα τον Αριστόξενο, καθώς και για την ίδρυση και διεύθυνση του συγκροτήματος ‘Κήρυλος’, που είναι αφιερωμένο στην εκτέλεση αποσπασμάτων της ΑΕΜ. Το βιβλίο είναι το πρώτο που προσεγγίζει τη μουσική ζωή της Ελληνο-Ρωμαϊκής αρχαιότητας (στο διάστημα από τον 5ο αι. π.Χ. έως τον 3ο αι. μ. Χ.) μέσα από το προνομιακό αυτό πρίσμα, το οποίο επιτρέπει στην Bélis, πέρα από τις ειδικές πληροφορίες γύρω από την επαγγελματική κατάσταση των διαφόρων τύπων επαγγελματιών μουσικών (αυλητές πολεμικών πλοίων και κηδειών, δεξιοτέχνες κιθαριστές και πολυτάλαντες εταίρες), να συναγάγει κρίσιμες πληροφορίες για τη μουσική ζωή γενικότερα, αλλά και για τη θέση της μουσικής στην εκπαίδευση και την κοινωνία· της επιτρέπει επίσης να αναφερθεί μέσα από μια νέα οπτική γωνία σε σημαντικά και αμφιλεγόμενα ιστορικά ζητήματα, όπως αυτό της αντιπαράθεσης συντηρητικών και νεωτεριστών (όπως ο Τιμόθεος από τη Μίλητο) στα τέλη του 5ου και στις αρχές του 4ου αι. π.Χ. και σε αυτό της εξέλιξης της μουσικής μετά τον ‘χρυσό αιώνα΄. Δυστυχώς, και εδώ, η μετάφραση δεν βοηθά πάντα στην απρόσκοπτη κατανόηση του κειμένου (ενδεικτικά του ύφους: «σωριάζουν περιουσίες», σ. 87 (αντί «συσσωρεύουν»), «στρίγλικων μεταβάσεων» (;), σ. 295 κ.ά.).

 

Boldrini, Sandro, Prosodie und Metrik der Roemer, Teubner-Studienbuecher (Stuttgart:Teubner, 1999)

Εξαιρετικό εγχειρίδιο για την Μετρική της κλασικής λατινικής ποίησης, με συνοπτική αναφορά στη μουσική.
 Brancacci, Aldo et al., Aristoxenica, Menandrea Fragmenta, Philosophica, Studi e testi per il Corpus dei Papiri Filosofici Greci e Latini XCI (Firenze: Olschki,1988)

Κριτική έκδοση από τον Luigi Enrico Rossi δύο Αριστοξενικών αποσπασμάτων σε πάπυρο, ενός αρμονικού και ενός μετρικού-ρυθμικού. Πιθανολογείται ότι προέρχονται από το χέρι μεταγενέστερου συγγραφέα, ίσως κάποιου γραμματικού των Ελληνιστικών χρόνων. Στον ίδιο τόμο περιλαμβάνεται η εξαιρετική μελέτη του Πάπυρου Hibeh 13 από τον Aldo Brancacci. ο συγγραφέας αναλύει το περιεχόμενο του αποσπάσματος και αντιπαρατίθεται με την παραδεδομένη χρονολόγηση και συγγραφική του απόδοση στο σοφιστή Ιππία. Με καθόλα πειστικά επιχειρήματα υποστηρίζει ως πιθανότερο συντάκτη του κειμένου το ρήτορα Αλκιδάμαντα , μαθητή του Γοργία, συνομήλικο του Αντισθένη και του Ισοκράτη, ο οποίος έδρασε στην Αθήνα μεταξύ του 390 και του 365 π.Χ.

 

Calame, Claude, Choruses of Young Women in Ancient Greece: The Morphology, Religious Role, and Social Functions [Les Choeurs de Jeunes Filles en Grèce Archaiqe], μτφρ. Derek Collins & James Orion (Lanham: Rowman & Littlefield, 2001· ά έκδ.: Roma: Edizioni dell’Ateneo e Bizzarri, 1977)

             Η διατριβή του 1977 του Claude Calame στάθηκε ορόσημο στη μελέτη της ελληνικής ποίησης και μουσικής και σηματοδότησε αυτό που θα ονομάζαμε ‘ανθρωπολογική στροφή’ στη σχετική έρευνα. Η κατεύθυνση αυτή, με την επικέντρωση στην έννοια της ‘επιτέλεσης’ (performance) και την έμφαση στην οπτική του φύλου (gender), βρίσκεται πλέον σε πλήρη ακμή (πρβλ. Goldhill & Osborne 1999 και Murray & Wilson 2004). Ο τίτλος της -«νέας και αναθεωρημένης»-  αγγλικής μετάφρασης είναι κάπως παραπλανητικός, μιας και η εξέταση των χορωδιών (‘χορών’) των νέων γυναικών και του ρόλου τους στην κοινωνικοποίηση και ενηλικίωση των τελευταίων, την οποία αναλαμβάνει ο Calame, αφορά κυρίως τον 7ο και 6ο αιώνα (εξ ού το “archaique” του πρωτότυπου τίτλου) και όχι γενικώς την «Αρχαία Ελλάδα» της αγγλικής μετάφρασης. Τα συμπεράσματα του Calame δεν έχουν χάσει τίποτε από την φρεσκάδα τους. Χαρακτηριστική είναι η επιασήμανση σε όλη την Ελλάδα της παρουσίας γυναικείων χορών υπό την αιγίδα της ‘Aρτεμης και της Ήρας: η πρώτη προστατεύει τις παρθένες, η δεύτερη τις ώριμες γυναίκες.  Ιδιαίτερα για τη Λέσβο, ο Calame θεωρεί ότι ο ρόλος της Σαπφούς συνίστατο στη μύηση των κοριτσιών –γόνων αριστοκρατικών οικογενειών στο μελλοντικό ρόλο της συζύγου και μητέρας. Τα ομοερωτικά στοιχεία στη Σαπφική ποίηση, κατά την άποψή του, συνδέονται με τα αντίστοιχα –και καλύτερα τεκμηριωμένα- στοιχεία στη διαδικασία ενηλικίωσης των αγοριών. Πρόκειται για μια περιορισμένη, χρονικά και κοινωνικά, ομοφυλοφιλία, η οποία, όταν αναδύεται στην ποίηση, υπηρετεί κυρίως τον τελετουργικό αποχαιρετισμό των κοριτσιών που παραμένουν προς αυτά που ενηλικιώθηκαν. Το ίδιο πρωτότυπη είναι και η διερεύνηση του φαινομένου στην εντελώς διαφορετική κοινωνία της Σπάρτης. Γενικά, η μονογραφία του Calame αποτελεί και σήμερα απαραίτητο ανάγνωσμα κάθε ενδιαφερομένου για την ΑΕΜ. Πάντως, ύστερα και από αυτή την επανέκδοση, ζητούμενο παραμένει η εικονογράφηση, ώστε να παρακολουθούνται καλύτερα τα επιχειρήματα που ο συγγραφέας αντλεί από την εικονογραφία (παραστάσεις σε αγγεία, ειδώλια κ.λπ.).

 

Ceccarelli, Paola, La Pirrica nell’Antichita greco-romana: studi sulla danza armata, Filologia e critica. Collana diretta da Bruno Gentili (Pisa: IEPI, 1998)

Με θεματικό άξονα τον πυρρίχιο χορό ο συγγραφέας εξετάζει ένα μεγάλο αριθμό πηγών από όλο τον τότε Ελληνικό κόσμο (αναπαραστάσεις, κείμενα, επιγραφές). Ιδιαίτερα κεφάλαιο αφιερώνεται στη μουσική («κατόπιν της επιμονής του P. Vidal-Naquet», σ. 7), όπου εξετάζονται οι πληροφορίες των πηγών που αφορούν στη διάκριση μεταξύ πυρριχικών μέτρων και ποδών, στα όργανα και στο σχετικό ήθος.
Comotti, Giovanni, Music in Greek and Roman Culture, transl. R. Munson (Baltimore: Johns Hopkins University Press, 1989) [τίτλος πρωτοτύπου: La musica nella cultura greca e romana (Torino: EDT, 1979)]

Η εισαγωγή στην ΑΕΜ του Comotti αποτελεί τον πρώτο τόμο μιας σειράς αφιερωμένης στην Ευρωπαϊκή Ιστορία της Μουσικής, όπως τη συνέλαβε η Ιταλική Μουσικολογική Εταιρεία, με στόχο τη δημιουργία εγχειριδίων για το υπό διαμόρφωση curriculum της Μουσικολογίας στα ιταλικά πανεπιστήμια. Σύμφωνα με το πνεύμα της σειράς (πρβλ. το γενικό πρόλογο του Alberto Basso, που δυστυχώς δεν περιελήφθη στην αγγλ. μετάφραση), ο Comotti στοχεύει σε ένα πανόραμα της μουσικής του Ελληνικού και Ρωμαϊκού κόσμου υπογραμμίζοντας τη θέση της μουσικής στην κοινωνία και παρουσιάζει τα ειδικά θέματα (όργανα και θεωρία της μουσικής) με διαλεκτικό και απορηματικό, παρά αφοριστικό, τρόπο. Τέλος, περιγράφει αναλυτικά τα μουσικά σωζόμενα τεκμήρια και παραθέτει σε μετάφραση επιλογή από κείμενα – πηγές.
Dale, A.M., The Lyric Metres of Greek Drama (Cambridge: Cambridge University Press,1948)

Κλασική αναλυτική επισκόπηση των μέτρων σε χρήση στο Αττικό δράμα με καταληκτικά κεφάλαια για την κατασκευή της στροφής και πληροφορίες για την εκτελεστική πρακτική.

D’Alfonso, Francesca, Stesicoro e la performance: studio sulle modalita esecutive dei carmi stesicorei, Filologia e critica 74 (Roma:Gruppo Editoriale Internazionale, 1994)

Άλλη μια ενδιαφέρουσα μελέτη από τον κύκλο επιρροής του μεγάλου σύγχρονου Ιταλού φιλολόγου Bruno Gentili γύρω από ζητήματα ‘performance’ στην Αρχαία Ελληνική ποίηση. Η D’Alfonso αναφέρεται στη σύγχρονη φιλολογική διαμάχη με θέμα τα όρια εφαρμογής του παραδοσιακού διαχωρισμού της Αρχ. Ελλ. ποίησης σε ‘χορική’ και ‘μονωδική’ (λυρική) και καταλήγει στην επιβεβαίωση των αρχαίων μαρτυριών για τον χορικό χαρακτήρα της ποίησης του Στησιχόρου.

 

Degering, Hermann, Die Orgel: Ihre Erfindung und ihre Geschichte bis zur Karolingerzeit (Muenster: Coppenrathsche Buchhandlung, 1905 / ανατ. της έκδ. Buren: Frits Knuf;1989)

Γερμανική μετάφραση των Ελληνικών και Λατινικών κειμένων και λεπτομερής παρουσίαση των εικονογραφικών πηγών σχετικά με το υδραυλικό όργανο της Αρχαιότητας.

 

Delavaud-Roux, Marie-Helene, Les Danses Pacifiques en Grece Antique (Aix-en-Provence: Publications de l’Universitι de Provence, 1994)

             Αναλυτική μελέτη με βάση τις εικονογραφικές μαρτυρίες διαφόρων τύπων αρχαιο-ελληνικού χορού που εντάσσονται σε ότι ο Πλάτων αποκαλεί ‘ειρηνική όρχησις’: δηλ. χοροί -γυναικείοι ως επί το πλείστον- που είναι μη πολεμικοί και μη εκστατικοί-διονυσιακοί, όπως ο καλαθίσκος, ο γέρανος, χοροί των παρθένων, των παντρεμένων γυναικών και του γάμου, χοροί νεκρικοί και χοροί του δράματος, κ.ά. Ο τόμος ολοκληρώνεται με τα εξαιρετικά χρήσιμα “lexique choregraphique” και “repertoire” τεχνικών όρων και ονομάτων χορών.

 

Drachmann, A.G., Ktesibios, Philon, and Heron: A Study in Ancient Pneumatics, Acta historica scientiarum naturalium et medicinalium IV (Copenhagen: Munksgaard, 1948)

Κλασική μελέτη και από τα σημαντικότερα βιβλία για την Αρχαία τεχνολογία γενικότερα, τα Πνευματικά και τις εφαρμογές τους ειδικότερα (π.χ. ύδραυλις). Στο κέντρο του ενδιαφέροντος του συγγραφέα βρίσκονται τα Πνευματικά του Ήρωνος, τα οποία ο Drachmann τελικώς αποτιμά ως μάλλον το ‘σημειωματάριο’ ενός τεχνικού παρά ως ολοκληρωμένη πραγματεία.

 

Drieberg, Friedrich von, Die griechische Musik auf ihre Gesetze zurueckgefuehrt (Berlin:Trautwein, 1841)

O Drieberg (1780 – 1856) ήταν συνθέτης και ερασιτέχνης μελετητής με πολλές δημοσιεύσεις για την ΑΕΜ. Οι θεωρίες του θεωρήθηκαν αποκυήματα μιας ζωηρής φαντασίας από τους συγχρόνους του (Chladni, Marx κ.ά.). To συγκεκριμένο βιβλίο συντίθεται από τις απαντήσεις του Drieberg σε αποσπάσματα των επικριτών του, τα οποία παραθέτει αυτούσια.
Duering, Ingemar, ed., Die Harmonielehre des Klaudios Ptolemaios, Elanders Goeteborgs Hoegskolas Arsskrift XXXVI (Goeteborg: Elanders Boktryckeri Aktiebolag, 1930)

Κριτική έκδοση του κειμένου του Πτολεμαίου.
Porphyrios-Kommentar zur Harmonielehre des Ptolemaios, Goeteborgs Hoegskolas Arsskrift XXXVIII (Goeteborg: Elanders Boktryckeri Aktiebolag, 1932)

 Κριτική έκδοση του κειμένου του Πορφύριου.
 Ptolemaios und Porphyrios ueber die Musik, Goeteborgs Hoegskolas Arsskrift XL (Goeteborg: Elanders Boktryckeri Aktiebolag, 1934)

Μετάφραση των Αρμονικών του Πτολεμαίου και εκτενής σχολιασμός των δύο κειμένων (Πτολεμαίου και Πορφύριου).

 

Gentili, Bruno et Perusino, Franca, edd., Mousike: Metrica, ritmica e musica greca in memoria di Giovanni Comotti, Studi di metrica classica 11 (Pisa:IEPI, 1995)

Συλλογικός τόμος αφιερωμένος στη μνήμη του σπουδαίου μελετητή της AEM Giovanni Comotti (1931 – 1990), σε επιμέλεια του Bruno Gentili, του κορυφαίου ίσως σήμερα Ιταλού φιλολόγου και κατά καιρούς συνεργάτη του Comotti. Περιλαμβάνονται άρθρα των E. Poehlmann, A. Barker, B. Gentili, D. Restani, R. Pretagostini κ.ά. Η συλλογή ξεχωρίζει για τον ‘ολιστικό’ χαρακτήρα της προσέγγισης που ανταποκρίνεται στο αρχαιο-ελληνικό περιεχόμενο του όρου μουσική.

 

Georgiades, Thrasybulos, Musik und Rhythmus bei den Griechen: Zum Ursprung der abendlaendischen Musik, Rowohlts deutsche Enzyklopaedie(Hamburg: Rowohlt, 1958) και

 Greek music, verse and dance [αγγλ. μτφ. του Der griechische Rhythmus] (New York: Merlin Press, c1955)

Οι θεωρίες του Γεωργιάδη, αν και δείχνουν πια τα χρόνια τους, διατηρούν το ενδιαφέρον τους για την ευρυμάθεια και τη δύναμη της επιχειρηματολογίας του. Και τα δύο βιβλία στηρίζονται στο ίδιο υλικό, από τη Habilitationsschrift του 1947 με θέμα τον ‘ελληνικό ρυθμό’: η προέλευση της σημερινής διάκρισης μουσική – πρόζα – ποίηση από την ενιαία αρχαιο-ελληνική μουσική· η επιβίωση της αρχαίας προσωδίας στον νεο-ελληνικό χορό και η σχέση καλαματιανού με το δακτυλικό εξάμετρο κ.λπ.

 

Gernet, Louis, Ανθρωπολογία της Αρχαίας Ελλάδας [Anthropologie de la Grece antique], μτφρ. Α. Μεθενίτη & Α. Στεφανής (Αθήνα: Πατάκης, 2000· ά έκδ.: Paris: Flammarion, 1982)

O Gernet υπήρξε πρωτοπόρος στη χρήση της ανθρωπολογικής προσέγγισης για την καλύτερη κατανόηση του αρχαιοελληνικού πολιτισμού. Ο συγγραφέας του «Νόμος και Θεσμοί στην Αρχαία Ελλάδα» συγκεντρώνει εδώ μελέτες του με θέματα: τη θρησκεία, τα συμπόσια, τη Διονυσιακή λατρεία, την οικονομική και νομική έννοια της αξίας, τις σχέσεις μύθου και ουτοπίας στην στωϊκής προέλευσης έννοια της ‘ουράνιας πολιτείας’, τους μύθους για τη λυκανθρωπία και τη ζωομορφία, με αφορμή την αναφορά, στον Ρήσο του Ευριπίδη, στον Δόλωνα (τον Τρώα, που μεταμφιεσμένος σε λύκο στάλθηκε από τον Έκτορα για να κατασκοπεύσει τους Έλληνες, αλλά έγινε αντιληπτός από τον Οδυσσέα και τον Διομήδη, ο οποίος και τον σκότωσε). Ο τόμος, ο οποίος προλογίζεται από τον Jean-Pierre Vernant, έναν από τους σημαντικότερους μαθητές του Gernet, ολοκληρώνεται με δύο φιλοσοφικές μελέτες: η πρώτη πάνω στην κρισιμότητα και την οικονομική-δικονομική καταγωγή της φιλοσοφικής διάκρισης ‘ορατό-αόρατο’, η δεύτερη πάνω στις απαρχές της ελληνικής φιλοσοφίας. Δυστυχώς, και εδώ πρέπει να εφιστήσουμε την προσοχή του αναγνώστη στην ελληνική μετάφραση: είναι συχνά ακατανόητη δίχως προσφυγή στο πρωτότυπο (διαθέσιμο και αυτό στη Βιβλιοθήκη μας).

 

Glau, Katherina, Rezitation griechischer Chorlyrik: die Parodoi aus Aischylos’ Agamemnon und Euripides’ Bakchen als Tonbeispiel auf CD mit Text- und Begleitheft (Heidelberg: Carl Winter, 1998)

Ηχογράφηση δύο χορικών του Αρχαίου Δράματος, της Παρόδου από τον Αγαμέμνονα του Αισχύλου και της Παρόδου από τις Βάκχες του Ευριπίδη με συνοδευτικό τόμο με τα κείμενα -στο πρωτότυπο και γερμ. μετάφραση- και σχόλια για την απόδοση. Οι φοιτητές του Κλασικού Σεμιναρίου της Χαϊδελβέργης επέλεξαν τα δύο χορικά ως τυπικούς εκπροσώπους του παλαιότερου και του νεώτερου ρυθμικού ύφους και τα απαγγέλουν σε μια προσπάθεια να προσεγγίσουν στην πράξη πρoβλήματα εκτέλεσης της χορικής ποίησης. Όπως εξηγεί η Glau η απόδοση στηρίχτηκε κατα πολύ στις “αν και θεωρούμενες εν μέρει ξεπερασμένες” (σ. 30) θεωρίες του Westphal.

 

Goldhill, Simon & Robin Osborne, edd., Performance Culture and Athenian Democracy (Cambridge: Cambridge University Press, 1999)

Πρακτικά του συνεδρίου που πραγματοποιήθηκε στο Cambridge τον Ιούλιο του 1996, με αντικείμενο την προσέγγιση του αρχαιο-ελληνικού πολιτισμικού φαινομένου (συγκεκριμένα: του 5ου και του 4ου αι. π.Χ.) μέσα από τη γόνιμη, σύγχρονη οπτική των ‘performance studies’ (η δόκιμη απόδοση του όρου ‘performance’ είναι: ‘επιτέλεση’). Ο Simon Goldhill (Εισαγωγή) ανιχνεύει την ιστορία της έννοιας της επιτέλεσης στο έργο φιλοσόφων όπως ο Μπαχτίν, ο Foucault και ο J. L. Austin, και ανθρωπολόγων, όπως ο E. Goffman και ο V. Turner· καταγράφει τη διεύρυνση του νοήματος που έχει υποστεί ο όρος τα τελευταία χρόνια, έτσι ώστε να συμπεριλαμβάνει όψεις όχι μόνον της θεατρικής παράστασης ή της θρησκευτικής τελετουργίας, αλλά και της καθημερινής ζωής· τέλος, υπογραμμίζει την ευελιξία του και την ικανότητά του να συνδέει διαφορετικά γνωστικά πεδία: ανθρωπολογία, φιλολογία, θεατρολογία, μουσικολογία, κοινωνιολογία, ψυχανάλυση. Τα κείμενα που ακολουθούν, και τα οποία υπογράφονται από τον Peter Wilson (σημαντικότατο το κείμενό του για τη θέση του αυλού στην αθηναϊκή ζωή), τον Oliver Taplin, τον Andrew Ford, τον Claude Calame, την Αθηνά Καβουλάκη κ.ά., αναδεικνύουν διάφορες όψεις της αθηναϊκής δημοκρατίας ως ‘performance culture’, και περιγράφουν τους επιτελεστικούς μηχανισμούς στο θέατρο, τη γιορτή, το συμπόσιο, το γυμναστήριο και το δικαστήριο, μέσα από τους οποίους ‘κατασκευάζεται’ ο (επιτελεστικός) ρόλος του καλού πολίτη, του αρσενικού ή του θηλυκού, του μουσικού, του ρήτορα και του φιλοσόφου.

 

Gottschalk, H. B., Heraclides of Pontus (Oxford: Clarendon Press, c1980)

Αν και είναι γνωστός κυρίως για τη θεωρία του περί ύλης και τις αστρονομικές του υποθέσεις (που φαίνεται ότι τον αναδεικνύουν πρόδρομο του Αρίσταρχου και του Κέπλερ), ο Ηρακλείδης αφιέρωσε μεγάλο κομμάτι του έργου του στις λογοτεχνικές σπουδές και τη μουσική. Μεγάλο μέρος της Περί μουσικής πραγματείας του ψευδο-Πλούταρχου, σχετικά με την ιστορία των απαρχών ποίησης και μουσικής, αποδίδεται στον Ηρακλείδη.  Ο Gottschalk  ανασυστήνει με θαυμαστό τρόπο και όσο είναι δυνατόν  –εάν λάβει κανείς υπόψη την αποσπασματικότητα των σωζομένων- τα σχετικά έργα: στο εκτεταμένο Περί μουσικής βιβλίο του, μαθαίνουμε, επιχειρείται η θεμελίωση της θεϊκής καταγωγής της μουσικής με την αναγωγή κάθε είδους σε έναν θεό-ευρέτη. Σε αυτό το σχήμα οι Μούσες κατέχουν κεντρική θέση. Ακολουθούν οι επικοί ποιητές, όπως ο Φήμιος και ο Δημόδοκος, οι οποίοι αντιμετωπίζονται από τον Ηρακλείδη ως ιστορικά πρόσωπα. Τέλος, αναφέρονται τα ιστορικά πρόσωπα, όπως ο Τέρπανδρος και οι ποιητές της γενιάς του Ηρακλείδη. Πάντως είναι σαφές, επισημαίνει ο Gottschalk, ότι ο Ηρακλείδης, όπως και οι περισσότεροι από τους στοχαστές της Ακαδημαϊκής και της Περιπατητικής παράδοσης, προτιμούσε εμφατικά το παλαιό ύφος και απέρριπτε τις καινοτομίες της ‘Νέας Μουσικής’. Ο H. B. Gottschalk (πέθανε τον Απρίλιο του 2004), ασχολήθηκε ιδιαίτερα με την μετα-αριστοτελική φιλοσοφία και ιδιαίτερα με την Περιπατητική σχολή.

Οι μονογραφίες του για τις αινιγματικές –σήμερα- μορφές του Ηρακλείδη, αλλά και του Στράτωνα του Λαμψακηνού, παραμένουν πολύτιμες και –ακόμη- μοναδικές.

Goutas, Dimitri & Andrew Barker et al., επιμ. & μτφρ., Theophrastus of Eresus: Sources for his Life, Writings, Thought and Influence (Leiden: Brill, 1993), 2 τ.

Ο Θεόφραστος από την Ερεσό της Λέσβου (περ. 370 – 285), μαθητής και διάδοχος του Αριστοτέλη στη διεύθυνση του Περιπάτου, ασχολήθηκε, όπως και ο δάσκαλός του, με το σύνολο της τότε δυνατής έρευνας (σε αντίθεση με τους μεταγενέστερους Περιπατητικούς, που συνήθως εξειδικεύονταν σε κάποιον τομέα). Η μνημειώδης αυτή έκδοση αποτελεί την κατάληξη ενός ‘Project Theophrastus’, το οποίο συστράτευσε κορυφαίους ειδικούς από το χώρο της ιστορίας της αρχαίας επιστήμης και φιλοσοφίας, και παρουσιάζει για πρώτη φορά συγκεντρωμένες όλες τις –μέχρι στιγμής διαθέσιμες- μαρτυρίες και τα σωζόμενα από ελληνικές, λατινικές και αραβικές (επιμ. Δ. Γούτα) πηγές. Την επιμέλεια του σημαντικότατου κεφαλαίου με τα περί μουσικής σωζόμενα (2ος τ.) είχε ο Andrew Barker. Τρεις τίτλοι σχετικοί με τη μουσική αποδίδονται στον Θεόφραστο. Όπως μαθαίνουμε από τον Πτολεμαίο, που τον παραθέτει εκτεταμένα, ο Θεόφραστος άσκησε πολεμική στην Πυθαγόρειας προέλευσης θεωρία για την αριθμητική βάση της επίδρασης της μουσικής και υποστήριξε μια ποιοτική, παρά ποσοτική, ερμηνεία των μουσικών φαινομένων. Στον ίδιο αποδίδεται η αντίληψη ότι η μουσική είναι «κίνησις της ψυχής η κατ’απόλυσιν γινομένη των δια τα πάθη κακών»· ενώ τα πάθη ορίζονται ως «αρχαί της μουσικής», ότι δηλ. αποτελούν την αιτία και παρέχουν την εξήγηση για τη δημιουργία της μουσικής, συγκεκριμένα: η λύπη,  η ηδονή και ο ενθουσιασμός.

 

Greaves, Denise Davidson, ed., Sextus Empiricus: ΠΡΟΣ ΜΟΥΣΙΚΟΥΣ. Α new critical text and translation on facing pages, with an introduction, annotations, and indices verborum and nominum et rerum, Greek and Latin Music Theory (Lincoln: University of Nebraska Press, 1986)

Νέα κριτική έκδοση, που στηρίζεται στη σύγκριση 25 –έναντι μόλις 8 των παλαιοτέρων εκδόσεων- χειρογράφων του περί μουσικής βιβλίου του Σέξτου Εμπειρικού, Σκεπτικού φιλοσόφου του 2ου αιώνα µ.Χ..

 

Grenfell, Bernard et Hunt, Arthur, edd., The Hibeh Papyri Part I (London: Egypt Exploration Society, 1906)

Η πρώτη περιγραφή, δημοσίευση και μετάφραση (αγγλ.) του περίφημου παπύρου Hibeh 13 με αποσπάσματα πραγματείας κατά των αρμονικών και της θεωρίας για την ηθική δύναμη της μουσικής. Οι επιμελητές πρότειναν τον Ιππία ως πιθανό συγγραφέα, θέση που αντέκρουσε ο Croenert αντιπροτείνοντας τον νεαρό Ισοκράτη και χρονολογία περί το 390. Πρόσφατα προτάθηκε ο Αλκιδάμας ως πιθανός συγγραφέας (βλ. τίτλο αρ. 11).

 

Heinrichs, Albert, «Warum soll ich denn tanzen?»: Dionysisches im Chor der griechischen Tragoedie, Lectio Teubneriana IV (Stuttgart: Teubner, 1996)

Κείμενο διάλεξης που διοργάνωσε ο γνωστός οίκος Teubner στις 24.3.1995. Ο συγγραφέας εξετάζει τον τραγικό χορό υπό το πρίσμα του ομαδικού χορού ως κεντρικού διαχρονικού φαινομένου του Ελληνικού βίου.

 

Jan, Carl von, ed., Musici scriptores graeci (Stuttgart: Teubner, 1995, ανατ. ά έκδ.1895)

Η έκδοση του Jan αποτελεί την πρώτη σύγχρονη φιλολογική έκδοση των αρχαιο-ελληνικών μουσικο-θεωρητικών κειμένων που αντικατέστησε την έκδοση του Meibom (1652). Περιλαμβάνονται: Αριστοτελικά χωρία περί μουσικής, τα σχετικά με τη μουσική ψευδο-Αριστοτελικά Προβλήματα, η Κατατομή κανόνος του Ευκλείδη, η Εισαγωγή αρμονική του Κλεονείδη, το Αρμονικόν εγχειρίδιον του Νικομάχου του Γερασηνού, η Εισαγωγή τέχνης μουσικής του Βακχείου του Γέροντος, η Αρμονική εισαγωγή του Γαυδεντίου, η Εισαγωγή μουσική του Αλύπιου και κάποια αποσπάσματα (‘excerpta Neapolitana’). Τέλος, παρατίθενται τα γνωστά έως την εποχή του Jan μουσικά αποσπάσματα με σύγχρονη μεταγραφή.

 

Jonker, G.H., ed. & transl., The Harmonics of Manuel Bryennius (Groningen:Wolters – Noordhoff, 1970)

Σύγχρονη έκδοση (μετά την πρώτη του John Wallis το 1699) των Αρμονικών του Μανουήλ Βρυέννιου. Στην “Εισαγωγή” του ο Jonker εκθέτει τις μαρτυρίες για τη ζωή, το έργο και την επίδραση του Βρυέννιου, εξετάζει τις σύγχρονες γνώμες για τη σχέση των Αρμονικών με το περί μουσικής κεφάλαιο του Παχυμέρη και αξιολογεί τη θέση του ως φορέα της αρχαιο-ελληνικής μουσικο-θεωρητικής παράδοσης από τη μια, από την άλλη ως μάρτυρα της εποχής του (ιδ. στη σύγκριση του Βρυέννιου των αρχαιο-ελληνικών τρόπων με τους βυζαντινούς ήχους).

 

Koller, Ernst, Musse und musische Paideia: ueber die Musikaporetik in der aristotelischen Politik (Basel: Schwabe, 1956)

Εξέταση της θέσης της μουσικής στα Πολιτικά του Αριστοτέλη και των ρόλων που αυτή καλείται να παίξει στην ιδεώδη δημοκρατική πολιτεία (προς παιδείαν, παιδιάν, διαγωγήν).

 

Landels, John, Music in Ancient Greece and Rome (London: Routledge, 1999)

O Landels, γνωστός για το ενδιαφέρον του στην Αρχαία Τεχνολογία, δίνει μια επισκόπηση της μουσικής στην ελληνική και ρωμαϊκή Αρχαιότητα με ιδιαίτερο βάρος στα τεχνικά και μουσικά χαρακτηριστικά των οργάνων.

Lasserre, Francois, Plutarque: De la musique. Texte, traduction, commentaire précédés d’une étude sur L’ éducation musicale dans la Grece antique, (Olten: Urs Graf,1954)

Η έκδοση του Lasserre λαμβάνει υπόψη της την κατά ένα μόλις χρόνο προηγηθείσα έκδοση του Ziegler (Teubner, 1953), η αξία της όμως έγκειται περισσότερο στη μελέτη για τη μουσική εκπαίδευση και την περί ήθους διδασκαλία με επίκεντρο το Δάμωνα, που συνοδεύει την κριτική έκδοση και μετάφραση του κειμένου. Το επιχείρημα του Lasserre, περί εξάρτησης του κειμένου από τον Διονύσιο τον Αλικαρνασσέα και συνεπώς περί μετάθεσης της χρονολογίας συγγραφής του στο διάστημα 170-300 μ.Χ. δεν έχει τύχει γενικής αποδοχής.

 

Lawler, Lilian B., The Dance in Ancient Greece (London: Adam & Charles Black, 1964)

Η κλασική μελέτη της Lawler πραγματοποιεί μια διαχρονική επισκόπηση του Ελληνικού χορού, από την προ-ιστορική Κρήτη έως τους ύστερους Ρωμαϊκούς χρόνους καθώς και συγχρονικές αναλύσεις για τους διαφορετικούς ρόλους του χορού στο όργιο, στο δράμα και στον επαγγελματικό θίασο.

 

Levin, Flora R., The Manual of Harmonics of Nicomachus the Pythagorean. Translation and Commentary (Grand Rapids, MI: Phanes Press, 1994)

Αγγλική μετάφραση, με εισαγωγή και εκτεταμένο σχολιασμό, του Εγχειριδίου αρμονικής του Νικομάχου του Γερασηνού.

 

Lippman, Edward A., Musical Thought in Ancient Greece (New York: Columbia University Press,1964)

Το γενικότερο ενδιαφέρον του Lippman για την Αισθητική της μουσικής τον οδηγεί στην αναζήτηση των απαρχών της αισθητικής, ηθικής και φιλοσοφικής θεώρησης της μουσικής στους Έλληνες. Το βάρος της επισκόπησης πέφτει στο έργο των Πυθαγορείων, του Πλάτωνα, του Αριστοτέλη και της Περιπατητικής Σχολής (Αριστόξενος, Θεόφραστος), ενώ παραλείπεται η αναφορά σε μεταγενέστερες εξελίξεις (Φιλόδημος, Σέξτος, ψευδο-Πλούταρχος).

 

Lohmann, Johannes, Mousike und Logos: Aufsaetze zur griechischen Philosophie und Musiktheorie (Stuttgart: Musikwissenschaftliche Verlags-Gesellschaft, 1970)

Ο τόμος -υπό την επιμέλεια του Αναστασίου Γιανναρά- συγκεντρώνει μελέτες του Lohmann με αντικείμενο την ΑΕΜ. Το ενδιαφέρον της προσέγγισης του γνωστού για τις δημοσιεύσεις του στο χώρο της Γλωσσολογίας και της Φιλοσοφίας της Γλώσσας συγγραφέα έγκειται στην αναζήτηση της ελληνικής αντίληψης περί μουσικής σε μια ετυμολογία, που είναι ταυτόχρονα μια ιστορία των ιδεών, οδηγώντας την αναζήτησή του στις αρχαϊκές απαρχές της ελληνικής σκέψης. Η επικέντρωση του Lohmann στην ιστορία των όρων ως κεντρικού ιστοριογραφικού άξονα προέκυψε στο πνευματικό περιβάλλον του Freiburg (Gurlitt, Eggebrecht), από όπου προέκυψε στη συνέχεια το Handwoerterbuch der musikalischen Terminologie (Freiburg, 1972 – ).

Lord, Albert B., The Singer of Tales, 2η έκδ. – επιμ. S. Mitchell & G. Nagy, Harvard Studies in Comparative Literature 24 (Cambridge, Mass.: Harvard University Press, 2000) και Epic Singers and Oral Tradition, Myth and Poetics (Ithaca: Cornell University Press, 1991)

Το μνημειώδες Singer of Tales πρωτοεκδόθηκε το 1960 και η παρουσιαζόμενη έκδοση, με τη φροντίδα των επιμελητών του Αρχείου Milman Parry, του Gregory Nagy και του Stephen Mitchell, συνδυάζει τον επετειακό χαρακτήρα (40 χρόνια μετά) με τη δημοσίευση, για πρώτη φορά, του οπτικοακουστικού υλικού, πάνω στο οποίο στηρίχτηκε η εργασία του Parry και του βοηθού του Albert Lord. Μαζί με το Epic Singers and Oral Tradition δίνει ένα πανόραμα της σημαντικότερης θεωρίας του εικοστού αιώνα για την καταγωγή και κατασκευή των ομηρικών επών, αυτής που χρησιμοποίησε εργαλεία της εθνογραφίας και της ανθρωπολογίας, και η οποία εισήγε για πρώτη φορά τον παράγοντα της προφορικότητας (orality) και της επιτέλεσης (performance) στη διερεύνηση του Ομηρικού ζητήματος. Πέρα από την ίδια την υπόθεση της προφορικής προέλευσης και του ‘φορμουλαϊκού’ χαρακτήρα των Ομηρικών επών, η θεωρία Lord – Perry, όπως σημειώνουν ο Nagy και ο Mitchell,  πρόσφερε και τα εργαλεία για την επαλήθευση αυτής της υπόθεσης, με μεγάλες συνέπειες για την έρευνα σε πλήθος άλλων ζητημάτων.

 

Mathiesen, Thomas, Ancient Greek Music Theory: A Catalogue Raisonee of Manuscripts, Repertoire International des Sources Musicales [RISM] B11 (Muenchen: Henle, 1988)

Πρόκειται για ένα από τα πιο πολύτιμα βοηθήματα της έρευνας στην ΑΕΜ. Ο Mathiesen συνέταξε έναν -κατά το δυνατόν- πλήρη κατάλογο των χειρογράφων που παραδίδουν κείμενα θεωρίας της ΑΕΜ, με αναλυτικές περιγραφές και χρονολογήσεις, καθώς και με αναφορά των incipit και explicit των κειμένων.

 

Greek Views On Music (New York: Norton, 1998) από το: ed. Leo Treitler, Source Readings In Music History (τ. 1ος)

Στη νέα έκδοση της κλασικής ομώνυμης ανθολογίας του Oliver Strunk (Norton 1950) η επιμέλεια του 1ου τόμου, σχετικού με την ΑΕΜ, ανετέθη στον Mathiesen, o οποίος εξηγεί στην ‘Εισαγωγή’ του γιατί ο ενικός της παλαιάς έκδοσης (view) έδοσε τη θέση του στον πληθυντικό της καινούργιας (views).

 

Meibom, M., ed., Antiquae Musicae Auctores Septem (Amsterdam: Elzevir, 1652)

Η έκδοση του Meibom αποτέλεσε έως περ. το 1900 τη μοναδική στερεότυπη έκδοση των αρχαίων ελληνικών μουσικο-θεωρητικών κειμένων.

 

Monro, D. B., The Modes of Ancient Greek Music (Oxford: Clarendon Press,1894)

Σημαντική μελέτη του τονικού συστήματος της ΑΕΜ, που εγκαινίασε τη μελέτη του τονικού συστήματος της ΑΕΜ με σύγχρονα φιλολογικά εργαλεία. Ο Monro, αργότερα και ο Gombosi , υποστήριξε ότι οι αρμονίες του 5ου και 6ου π.Χ. αιώνα δεν είχαν καμμία σχέση με τα είδη δια πασών του Αριστόξενου, αντίθετα με την κοινή πεποίθηση ότι τα δεύτερα αποτελούσαν απλή κωδικοποίηση των πρώτων. Σήμερα οι αρμονίες θεωρούνται ως προδρομικό στάδιο των ειδών δια πασών με αντικείμενο έρευνας τη μεταξύ τους συγγένεια (βλ. τίτλο αρ. 74).

 

Morelli, J., ed., Aristidis oratio adversus Leptinem. Libanii declamatio pro Socrate. Aristoxeni rhythmicorum elementorum fragmenta (Venezia: C. Palesio, 1785)

Η πρώτη νεώτερη και για πολλά χρόνια μοναδική έκδοση των Ρυθμικών του Αριστόξενου.

 

Murr, Christoph G, von, Philodem/ von der Musik./ Ein Auszug aus dessen viertem Buche./Ein Auszug aus dessen viertem Buche/Aus dem Griechischen einer Herkulanischen Papyrusrolle/uebersetzt/von/Christoph Gottlieb von Murr./Nebst einer Probe des Hymnenstils altgriechischer Musik./Mit zwo Kupfertafeln/Berlin 1806./Bei Heinrich Froehlich.

Στον απόηχο ακόμη της ισχυρής αίσθησης που προκάλεσε η ανακάλυψη των παπύρων του Ερκουλάνεουμ (1752/54), ο ιστορικός, νομικός και τεχνοκριτικός C.G. von Murr (1733 – 1811) δημοσιεύει, μεταφράζει και σχολιάζει αποσπάσματα από το 4ο Βιβλίο του Περί μουσικής του Φιλοδήμου (βλ. άλλο άρθρο μας στοΤετράδιο:

http://www.mmb.org.gr/page/default.asp?la=1&id=805). Στον ίδιο τόμο περιλαμβάνεται μελέτη για το ‘ύφος των ύμνων’ της ΑΕΜ, όπου διατυπώνεται με οξυδέρκεια -για πρώτη φορά- η καχυποψία απέναντι στην αυθεντικότητα της μουσικής της ‘Α Πυθικής Ωδής του Πινδάρου που περιέχεται στην Musurgia Universalis του Athanasius Kircher (Ρώμη, 1650), με βάση μουσικά υφολογικά κριτήρια.

 

Murray, Penelope & Peter Wilson, edd., Music and the Muses: The Culture of Mousike in the Classical Athenian City (Oxford: Oxford University Press, 2004)

Στα πρακτικά αυτά συνεδρίου που πραγματοποιήθηκε στο Πανεπιστήμιο του Warwick το 1999, συναντούμε συντελεστές του Performance Culture and Athenian Democracy (1999), όπως τον Claude Calame, τον Andrew Ford και τον Peter Wilson, αλλά και άλλους σπουδαίους ερευνητές της ΑΕΜ: την Eva Stehle, τον Robert Wallace, τον Eric Csapo και τον Andrew Barker.  Αυτό που τεκμηριώνουν και οι δύο σημαντικότατοι αυτοί συλλογικοί τόμοι και αυτό που αναφαίνεται ως κοινή μεθοδολογική βάση των ερευνητών που προαναφέραμε, είναι η ανθρωπολογική,ως προς την προέλευση, διεπιστημονική ως προς την ουσία της, προσέγγιση στο φαινόμενο της ΑΕΜ. Η σύγχρονη κατανόηση του όρου ‘μουσική’ αποδεικνύεται μάλλον εμπόδιο -παρά κοινή λέξη- ανάμεσα σε μας και τους αρχαίους. Αν στον τόμο του 1999 άξονα της προσέγγισης αποτελούσε η έννοια της ‘επιτέλεσης’ (performance), σε αυτόν του 2004 η έμφαση δίνεται ακριβώς στο πλούσιο και όχι αυτονόητο περιεχόμενο της έννοιας της ‘μουσικής’ στο πλαίσιο του αρχαιο-ελληνικού πολιτισμού.  Η διαπλοκή –στην ετυμολόγηση αλλά και στην τελετουργία- της μύησης, της μουσικής και των ιερών Μουσών, χαρακτηριστική ενός πολιτισμού μη διαφοροποιημένου κατά τη σύγχρονη, μεταβιομηχανική έννοια, αποτελεί το θέμα του κειμένου του Alex Hardie, που ανοίγει τη συλλογή με το πιστότερο στον τίτλο άρθρο. Η μουσική στο θέατρο απασχολεί την Eva Stehle, τον Claude Calame και τον Andrew Barker στα άρθρα της δεύτερης ενότητας. Στο μάλλον καλύτερο και, μέχρι στιγμής, διεξοδικότερο κείμενο που έχει γρταφτεί ποτέ για το θέμα του, ο Eric Csapo αντιστρέφει το κέντρο βάρος της Stehle αναφερόμενος στην επίδραση του θεατρικού στροιχείου στη μουσική και δίνει το ιστορικό, κοινωνικό, αισθητικό και πολιτικό στίγμα της  ‘Νέας Μουσικής’, εισάγοντας την τρίτη ενότητα με θέμα τις πολιτικές όψεις της μουσικής. Το άρθρο του Robert Wallace, στην ίδια ενότητα, προτείνει μια εντελώς πρωτότυπη άποψη για τη σχέση του περίφημου μουσικοθεωρητικού Δάμωνα με τον πιο διάσημο μαθητή του, τον Περικλή, και τους λόγους που οδήγησαν στον εξοστρακισμό του ιδίου, μέσα από τα συμφραζόμενα της αθηναϊκής δημοκρατίας (το κοινό ενδιαφέρον του μουσικού και του πολιτικού για τους τρόπους επηρεασμού του δήμου).  Ο τόμος ολοκληρώνεται με την –τέταρτη- ενότητα την αφιερωμένη στο ρόλο ‘μουσικής’ στην εκπαίδευση των νέων. Το κείμενο του Andrew Ford, σε ενδιαφέρουσα αντίστιξη με το κεντρικό θέμα του τόμου, ανατρέπει την παραδοσιακή ανάγνωση του κεφαλαίου 8 των Πολιτικών του Αριστοτέλη επαναφέροντας τη μουσική με τη στενή (σημερινή) έννοια ως κεντρικό εργαλείο του αριστοτελικών προγράμματος για την ηθική διαπαιδαγώγηση των νέων. Ο τόμος ολοκληρώνεται με το κείμενο της Victoria Wohl για τον χορό σο Συμπόσιο του Ξενοφώντος, και το κείμενο της Penelope Murray για τις αλλαγές έμφασης στην ιστορική πορεία του ελληνικού κόσμου ως προς τις τέχνες που προστάτευαν οι μούσες, «από τον τραγουδιστικό πολιτισμό της πρώϊμης Ελλάδας έως τους αιώνες της κυριαρχίας του πεζού λόγου, δηλ. τους αιώνες της Δεύτερης Σοφιστικής» (389).

 

Nagy, Gregory, Greek Mythology and Poetics , Myth and Poetics (Ithaca: Cornell University Press, 1990), και Poetry as Performance: Homer and Beyond (Cambridge: Cambridge University Press, 1996)

O Nagy, καθηγητής Κλασικής Φιλολογίας και Συγκριτικής Γραμματολογίας και δ/ντής του Κέντρου Ελληνικών Σπουδών στο Πανεπ/ιο του Harvard, συνδυάζει εργαλεία από τη Γλωσσολογία και την Ανθρωπολογία στην προσπάθεια να διατυπώσει μια θεωρία για τη δημιουργία, αποκρυστάλλωση και πρόσληψη των ομηρικών επών. Σε μια σειρά άρθρων και μονογραφιών έχει επεξεργαστεί ό,τι ο ίδιος αποκαλεί ‘εξελικτικό’ μοντέλο για την ιστορία της Ιλιάδας και της Οδύσσειας, χρησιμοποιώντας τις έννοιες της ‘συγχρονίας’ και της ‘διαχρονίας’, της ‘σήμανσης’ (markedness), αλλά και την εννοιολογική διάκριση μεταξύ ‘μεταγραφής’ (transcript), ‘καταγραφής’ (script) και ‘γραφής’ (scripture) για τη διαφοροποίηση φάσεων στη διάδοση των ομηρικών επών (βλ. για τις ‘5 εποχές του Ομήρου’ στο Nagy 1996: 110 επ.). Στην ίδια μονογραφία, επιχειρώντας να κατανοήσει τη θέση του τραγουδιού σε έναν πολιτισμό που καθορίζεται από την προφορικότητα (orality), αναζητεί αναλογίες στον πολιτισμό των τροβαδούρων και στη μεσαιωνική Προβηγκία. Γενικότερα, η εργασία του Nagy είναι εξαιρετικά χρήσιμη για την κατανόηση της λειτουργίας της μουσικής στο κοινωνικό σύστημα της Αρχαίας Ελλάδας, για τη σχέση μουσικής παράδοσης και προφορικότητας γενικότερα, αλλά και για τον τρόπο που η μουσική συναρθρώνεται με την ποίηση, το θέατρο και την τελετή, με άξονα την κεντρική έννοια της ‘επιτέλεσης’ (performance).

 

Neubecker, Annemarie Jeanette, Die Bewertung der Musik bei Stoikern und Epikureern: Eine Analyse von Philodemus Schrift de Musica Deutsche Akademie der Wissenschaften zu Berlin, Veroeffentlichung Nr. 5 (Berlin: Akademie-Verlag, 1956) και Philodemus: ueber die Musik IV. Buch (Napoli: Bibliopolis,1986)

Με διαφορά 30 χρόνων η Neubecker καταπιάνεται με την κριτική έκδοση του 4ου βιβλίου του Περί μουσικής του Επικουρείου φιλοσόφου Φιλοδήμου (περ. 110 – 40 π.Χ.), το οποίο είχε αποτελέσει τη βάση της διατριβής της το 1956 για την ηθική αξιολόγηση της μουσικής στο έργο των Στωϊκών και των Επικουρείων.

Η μουσική στην Αρχαία Ελλάδα, trans. Μ. Φιδετζή (Αθήνα: Οδυσσέας, 1986) [τίτλος πρωτοτύπου: Altgriechische Musik: Eine Einfuehrung (Darmstadt: WBG, 1977)]

Έξαιρετική εισαγωγή στην ΑΕΜ στο πνεύμα της σειράς των Εισαγωγών της Wissenschaftliche Buchgesellschaft (WBG) σε σύγχρονους τομείς έρευνας: αναλυτική αναφορά στις φιλολογικές πηγές και την έως τότε (1977) βιβλιογραφία με υποκεφάλαια για τη θέση της μουσικής στην καθημερινή ζωή, τη μουσική θεωρία και πράξη, καθώς και την ηθική αξιολόγηση της μουσικής.

 

Neumaier, Wilfried, Antike Rythmustheorien: Historische Form und aktuelle Substanz (Amsterdam: Gruener, 1989)

Χρήσιμη επισκόπηση των διαφόρων Αρχαίων θεωρητικών συστηματοποιήσεων περί μέτρων και ρυθμών από τον Πλάτωνα έως τον Αυγουστίνο. Η μελέτη αφορμάται από μια έντονα συστηματική προδιάθεση για την ανακάλυψη ενός κοινού υποστρώματος όλων των περί ρυθμού θεωριών (πρβλ. τίτλο τελευταίου κεφ.: “Η υπερ-ιστορική ουσία της Αρχαίας ρυθμικής”).

 

Paquette, Daniel, L’instrument de musique dans la ceramique de la Grece antique, Université de Lyon II – Publications de la Bibliothéque Salomon Reinach IV(Paris: Diffusion de Boccard, 1984)

Η πληρέστερη εικονογραφική τεκμηρίωση των αρχαιο-ελληνικών μουσικών οργάνων.

 

Paratore, Ettore, Musica e poesia nell’antica Roma (Cremona: Fondazione Claudio Monteverdi, 1981)

Προσπάθεια ανασύστασης στοιχείων της Ρωμαϊκής μουσικής μέσω της ανίχνευσης μουσικών ιχνών στη μετρική στο έργο θεατρικών (Πλαύτος, Σενέκας) και λυρικών (Κάτουλλος, Στάτιος) συγγραφέων.

 

Parker, LP.E., The Songs of Aristophanes (Oxford: Clarendon, 1997)

Με αφετηρία μια θεώρηση της Αθήνας των Κλασικών χρόνων ως ‘song culture’ και με στόχο να καλύψει το κενό στην κατανόηση της Παλαιάς Κωμωδίας που προκύπτει από την άγνοια της μουσικής που τη συνόδευε, ο Parker μελετά τα μέτρα που χρησιμοποεί ο Αριστοφάνης, δηλ. “ότι πλησιέστερο μπορούμε να έχουμε σε μια παρτιτούρα” (σ. 5).

 

Paul, Oscar, Boethius und die griechische Harmonik: Des Anicius Manlius Severinus Boetius Fuenf Buecher ueber die Musik aus der lateinischen in die deutsche Sprache uebertragen und mit besonderer Beruecksichtigung der griechischen Harmonik sachlich erklaert (Leipzig: Leuckart,1872; repr. Hildesheim: Olms, 1985)

H κλασική μετάφραση (γερμ.) και μελέτη του Paul της Institutio musica του Βοήθιου.

 

Pearson, Lionel, ed., Elementa rhythmica: the fragment of book II and the additional evidence for Aristoxenean rhythmic theory (Oxford: Clarendon Press,1990)

Η έκδοση του Pearson αντικαθιστά την έκδοση του Pighi (Bologna, 1959) που απλά αντιγράφει την προβληματική έκδοση του Westphal (βλ. τίτλο αρ. 70). Πάντως, η χρησιμοποίηση της Αριστοξένιας θεωρίας σε χορικά της κλασικής εποχής (Ευριπίδης, Σοφοκλής, Πίνδαρος) δεν έτυχε γενικότερης αποδοχής (πρβλ. Poehlmann, λήμμα “Griechenland”, στη νέα MGG (Stuttgart κ.λπ., 1995)).

 

Perrot, Jean, The Organ from its Invention in the Hellenistic Period to the End of the Thirteenth Century (Oxford: Oxford University Press,1971)

H μελέτη του Perrot παραμένει η πιο πλήρης και έγκυρη μονογραφία με αντικείμενο το υδραυλικό και πνευματικό όργανο, από την εφεύρεσή του κατά τους Ελληνιστικούς χρόνους μέχρι το Μεσαίωνα (Ανατολικό και Δυτικό). Η χρησιμότητά της, εκτός των άλλων, έγκειται στη συγκέντρωση από των συγγραφέα όλων των πηγών, κειμενικών και εικονογραφικών.

 

Poehlmann, Egert, Denkmaeler altgriechischer Musik: Sammlung, Uebertragung und Erlaeuterung aller Fragmente und Faelschungen (Erlangen: Hans Carl, 1970)

Κριτική έκδοση όλων των έως τότε γνωστών αποσπασμάτων και ψευδεπιγράφων της ΑΕΜ. Αντικαταστάθηκε από την έκδοση Poehlmann και West για την Oxford University Press με όλα τα ανακαλυφθέντα εντωμεταξύ αποσπάσματα (βλ. σχετικό λήμμα).

 

Poehlmann, Egert & Martin West, Documents of Ancient Greek Music: The Extant Melodies and Fragments (Clarendon Press: Oxford, 2001)

H πολύ αναμενόμενη, πλέον πρόσφατη και πλήρης έκδοση των σωζομένων της ΑΕΜ, με επιμέλεια, μεταγραφή και σχόλια των δύο διεθνώς κορυφαίων ειδικών της ΑΕΜ. Όπως σημειώνουν στην εισαγωγή τους ο West και ο Poehlmann, στην έκδοση δεν έχουν συμπεριληφθεί η ‘Ορμασία’ και τα specimina musicae antiquae (Kircher), καθώς και οι επιγραφές, τις οποίες ο Χ. Σπυρίδης και ο Δ. Θέμελης στη δεκαετία του ‘90 είχαν εσφαλμένα θεωρήσει ως μουσικές. Επίσης, σε σχέση με την έκδοση Poehlmann του 1970, την οποία η παρούσα έκδοση ήλθε να υποκαταστήσει, τα αποσπάσματα παρουσιάζονται σύμφωνα με τη χρονολογική σειρά, που πρότεινε ο Martin West στο βιβλίο του για την Αρχαία Ελληνική Μουσική (1992). Συνολικά, ο αριθμός των γνησίων αποσπασμάτων της ΑΕΜ ανήλθε από 35 σε 61. Μερικές από τις σημαντικότερες προσθήκες των τελευταίων ετών είναι: απόσπασμα επιγραφής από το ιερό της Καρικής θεότητας Σινούρι στη Μύλασα (1ος αι. π.Χ.), λυρικά αποσπάσματα από την Ιφιγένεια εν Αυλίδι του Ευριπίδη (3ος αι. π.Χ.), τραγικά αποσπάσματα από πάπυρους της Οξυρύγχου (3ος αι. μ. Χ.), επιγραφή με μουσική.

 

Reinach, Theodore, La musique grecque (Paris: Payot, 1926)

Κλασική γενική εισαγωγή στην ΑΕΜ που συνοψίζει όλες τις γνωστές πληροφορίες της εποχής γύρω από το θέμα.

 

Restani, Donatella, ed., Musica e mito nella Grecia antica, Polifonie: Musica e spettacolo nella storia (Bologna: Il Mulino, 1995)

Συλλογή άρθρων, παλαιών και νεώτερων, σε ιταλική μετάφραση. Η επιλογή και η θεματική διάρθρωση του τόμου, όπως εξηγεί η επιμελήτρια στην “Εισαγωγή” της, τοποθετούνται – σε διαφοροποίηση από την παραδοσιακή ιστορική μουσικολογική οπτική- στο πλαίσιο μιας ανθρωπολογικής προσέγγισης της ΑΕΜ. Περιέχονται άρθρα των H. Abert, H. Koller, G. Dumezil, J.-P. Vernant, A. Belis, M. Detienne κ.ά.

 

Rios, Rosetta da. ed., Aristoxeni Elementa Harmonica (Roma: POP,1954)

Η κριτική έκδοση των Αρμονικών του Αριστόξενου, που αντικατέστησε την έκδοση του Meibom (βλ. τίτλο αρ. 41). Σε ξεχωριστό τόμο παρατίθεται σχολιασμένη μετάφραση στα ιταλικά με πίνακες και μουσικά παραδείγματα.

 

Sachs, Carl, Rise of Music in the Ancient World: East and West, New York: Norton, 1943)

Το κλασικό βιβλίο του Sachs συνόψισε στην μορφή εγχειριδίου τα αποτελέσματα 40 περ. χρόνων έρευνας και δημοσιεύσεων στους σχετικούς τομείς. Χαρακτηριστικά της προσέγγισης του Sachs είναι η ένταξη της ΑΕΜ στο πλαίσιο της μελέτης όλων των μεγάλων πολιτισμών της Ανατολικής Μεσογείου και η ιδιαίτερη, γενετική/εξελικτική οπτική στη μελέτη των φαινομένων.

 

Schlesinger, Kathleen, The Greek Aulos: A Study of its Mechanism and of its Relation to the Modal System of Ancient Greek Music (London:Methuen, 1939)

Μνημειώδης μελέτη του ελληνικού αυλού που όμως σήμερα δεν μπορεί να διαβαστεί δίχως να ληφθούν υπόψη τα πορίσματα της μεταγενέστερης έρευνας· σε ότι αφορά τη θεωρία της ΑΕΜ, αλλά και σε ότι αφορά την ίδια τη βάση των υπολογισμών για την ανακατασκευή των αυλών (ιδ. η προϋπόθεση που η Schlesinger θέτει της ίσης απόστασης των οπών). Ενδιαφέρουσα ιστορικά είναι και η χρησιμοποίηση μαρτυριών από το χώρο της λαϊκής μουσικής άλλων πολιτισμών.

 

Schueller, Herbert M., The Idea of Music: An Introduction to Musical Aesthetics In Antiquity and the Middle Ages, Early Drama, Art, and Music Monograph Series 9(Kalamazoo, MI: Medieval Institute Publications, 1988)

H επισκόπηση του Schueller αποτελεί ένα χρησιμότατο εγχειρίδιο τόσο για το σπουδαστή της μουσικής του Μεσαίωνα, που ενδιαφέρεται για τις πηγές της Μεσαιωνικής Αισθητικής της μουσικής, όσο και για αυτόν της ΑΕΜ (ιδ. το πρώτο μισό του βιβλίου: “The Idea of Music in Ancient Europe”). Πιο συγκεκριμένα, πρόθεση του συγγραφέα είναι να περιγράψει τις ‘περιπέτειες’ της «ιδέας της μουσικής» τηρώντας τη χρονολογική τάξη. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το υποκεφ. “Hebraism and Hellenism” για το σημαντικό ρόλο που αποδίδεται στην επίδραση του Φίλωνος του Ιουδαίου στην Πατερική αντίληψη για τη μουσική.

 

Scott, William C., Musical Design in Aeschylian Theater, (Hanover: University Press of New England, 1984) και

Musical Design in Sophoclean Theater, (Hanover: University Press of New England, 1996)

Ο συγγραφέας ξεκινά από το πρακτικό ενδιαφέρον σε προβλήματα του σύγχρονου ανεβάσματος των ελληνικών τραγωδιών που έχουν να κάνουν ιδίως με τον κρίσιμο ρόλο του χορού στην εξέλιξη του δράματος και στην επίτευξη του δραματικού αποτελέσματος. Μελετώντας τα χορικά στο έργο του Αισχύλου και του Σοφοκλή διαπιστώνει τη χρήση μουσικο-μετρικών τεχνικών (επαναλήψεις, μετρικές παραλλαγές) και αποτιμά τη συμβολή τους στη διαμόρφωση ή την ενίσχυση του νοήματος του ποιητικού κειμένου.

 

Sicking, C.M.J., Griechische Verslehre, Handbuch der Altertumswissenschaft II/4 (Muenchen: Beck,1993)

O  τίτλος ‘Ελληνική Στιχουργική’ -αντί Μετρική- δεν είναι τυχαίος: ο Sicking συνοψίζει κριτικά τις σχετικές θεωρίες από τον Westphal έως σήμερα και προτείνει να ξανασκεφθούμε την κατά μέτρον και κώλα αντίληψη που οδηγεί, όπως πειστικά αποδεικνύει, σε παρανοήσεις σχετικά με το “ρυθμικό προφίλ” των στίχων·  χρήσιμη είναι η παρατήρησή του για τις τροποποιήσεις σε αυτό που οπωσδήποτε επέφερε η μελωδία. Αντιγράφουμε από τον “Επίλογο”: ‘Διαπιστώθηκε ότι το ρυθμικό προφίλ του στίχου δεν ορίζεται από την κατά μέτρα [με τη σύγχρονη τεχνική έννοια] διάταξη των στιχικών στοιχείων ή τη συνένωσή τους μέσω της επανάληψης σε μέτρα ή κώλα, αλλά [ορίζεται] κυρίως από την κατά μια γραμμική έννοια ακολουθία τους’. Η εργασία του Sicking, έκδοση ενταγμένη στο ιστορικό Handbuch der Altertumswissenschaft, αποτελεί την πιο ενημερωμένη μελέτη αναφοράς στο θέμα.

 

Torr, Cecil, On the Intepretation of Greek Music (London: Frowde, 1896· ανατ. Ann Arbor, MI: UMI)

Σύντομη επισκόπηση της σημειογραφίας της ΑΕΜ, με ιδιαίτερη αναφορά στον υπολογισμό των διαστημάτων και την σημείωση των διαρκειών. Ο συγγραφέας στρέφεται με πολεμική διάθεση κατά όσων εκφράζουν κρίσεις και αξιολογήσεις για την ΑΕΜ, δίχως να γνωρίζουν τη μουσική αυτή από το πρωτότυπο.

 

Wallace, Robert W. και Bonnie MacLachlan, edd., Harmonia Mundi: Musica e filosofia nell’ antichitα, Biblioteca di Quaderni Urbinati di Cultura Classica(Roma: Edizioni dell’ Ateneo, 1991)

Τα κείμενα του τόμου διαβάστηκαν για πρώτη φορά σε ένα συμπόσιο για την Αρχαία Ελληνική Μουσική και Φιλοσοφία που έλαβε χώρα στις 25 Μαίου 1989 στην Αμερικανική Ακαδημία της Ρώμης. Περιλαμβάνονται τα άρθρα: “Μουσική και φιλοσοφία στην Αρχαιότητα” και “Ο Δάμων και οι διάδοχοί του: Ανάλυση των πηγών” του R. W. Wallace· “Η Αρμονία των Σφαιρών: dulcis sonus” της B. MacLachlan· “O Πυθαγόρας, ο Ίππασος, ο Λάσος και η πειραματική μέθοδος” του Giovanni Comotti· “O Αριστόξενος και οι εθνο-ηθικοί τρόποι” του John Thorp· “Στοιχεία Επικούρειας φυσικής και ηθικής στη θεωρία της μουσικής του Φιλοδήμου Γαδαρηνού” της Gioia M. Rispoli· “Λόγος και αίσθηση στα Αρμονικά του Πτολεμαίου” του Andrew Barker· “O Πίνδαρος και η Σφίγγα: Κελτική πολυφωνία και Ελληνική μουσική” του Frederick Ahl.

 

Wegner, Max, Musik und Tanz, Archaeologia homerica – Band III, Kapitel U (Goettingen:Vandenhoeck & Ruprecht,1968)

Πρόκειται για το περί μουσικής κεφάλαιο σε ένα ευρύτερο εκδοτικό εγχείρημα, την Archaeologia homerica (άλλα κεφάλαια: Αθλητισμός, Γραφή, Λατρεία κ.ο.κ.), με αντικείμενο τον ‘υλικό πολιτισμό’ (materielle Kultur) του Ομηρικού κόσμου. Ο Wegner συνοψίζει τα αποτελέσματα της μελέτης του στη διαπίστωση του αποκλειστικά ‘χρηστικού’ χαρακτήρα της μουσικής (Gebrauchsmusik)και του χορού κατά τη Γεωμετρική περίοδο (περ. 900 – 700 π.Χ.). Η μελέτη του Wegner αποτελεί την εμβριθέστερη έως τώρα μελέτη της μουσικής του Ομηρικού κόσμου.

 

Wellesz, Egon, ed., Ancient and Oriental Music, New Oxford History of Music, τ. 1 (Oxford: Oxford University Press, c1957)

Στον πρώτο τόμο της Νέας Ιστορίας της Μουσικής της Οξφόρδης, η ελληνο-ρωμαϊκή αρχαιότητα εξετάζεται μαζί με τους Ανατολικούς πολιτισμούς. Το άρθρο για την ΑΕΜ της Isobel Henderson διατηρεί ακόμη τη χρηστικότητά του, μιας και διακρίνεται για τον συνοπτικό, σαφή και εποπτικό τρόπο με τον οποίο παρουσιάζει τα ιδιαίτερα περίπλοκα ζητήματα της ΑΕΜ. Για ζητήματα όπως αυτό της σημειογραφίας παραμένει μια από τις καλύτερες εισαγωγές στο θέμα.

 

West, Martin L., Ancient Greek Music (Oxford: Oxford University Press,1992)

Συνολική παρουσίαση της ΑΕΜ (η πιο πρόσφατη) που επιβεβαιώνει αποφασιστικά τη στροφή στις μουσικές πηγές –αντί της επικέντρωσης στα κείμενα- στην έρευνα των τελευταίων 20 περ. χρόνων·  αποτέλεσμα –εν μέρει- της εμφάνισης νέων μουσικών αποσπασμάτων (περ. 80 πλέον αποσπάσματα ευρίσκονται υπό έκδοση στην Oxford University Press σε επιμέλεια των West και Poehlmann), αλλά και της υιοθέτησης εναλλακτικών μεθόδων (π.χ. από την Εθνομουσικολογία) στην προσέγγιση της ΑΕΜ.

 

Westphal, Rudolf, Aristoxenos von Tarent: Melik und Rhythmik des classischen Hellenentums (Leipzig: Teubner, 1883· ανατ. Hildesheim: Olms,1965)

Ο Αριστόξενος αποτέλεσε για τον Westphal κύριο αντικείμενο μελέτης (“επί τριάντα χρόνια δεν πέρασε σχεδόν ούτε μια εβδομάδα δίχως να ασχοληθώ με τον Αριστόξενο”, σ. V). Στη μελέτη των Αρμονικών και Ρυθμικών στοιχείων του στήριξε το κύριο βάρος των μελετών και θεωριών του για την ΑΕΜ. Στο δίτομο αυτό έργο παρουσιάζονται μεταφράσεις και κριτικές εκδόσεις των Αριστοξένιων κειμένων μαζί με τις θεωρητικές αναπτύξεις του Westphal.

 

Die Fragmente und die Lehrsaetze der griechischen Rhythmiker (Leipzig: Teubner, 1861)

Κριτική έκδοση με λατινική μετάφραση και εκτενή σχολιασμό των Ρυθμικών του Αριστοξένου, καθώς και των περί τα ρυθμικά αποσπασμάτων των Διονυσίου, Βακχείου, Αριστείδου Κοϊντιλιανού, M. Capella, Μ. Ψελλού και των ‘Παρισινών αποσπασμάτων’.

 

Westphal, Rudolf et Hugo Gleditsch, Allgemeine Theorie der griechischen Metrik, Theorie der musischen Kuenste der Hellenen (Leipzig: Teubner, 1887)

Μνημειώδης και ακόμη χρήσιμη εργασία πάνω στην αρχαία Mετρική, παρά το γεγονός ότι το κεντρικό εγχείρημα του Westphal να υπαγάγει το σύνολο των μετρικών φαινομένων σε μια αρχή, αυτήν της ‘ομοιομετρίας’ (Gleichtaktigkeit), κατέρρευσε ύστερα από την κριτική του Wilamowitz. Έκτοτε προτιμάται μια περισσότερο ‘περιγραφική’ θεώρηση -έναντι της συστηματικής του Westphal-.

 

Wille, Guenther, Musica Romana: Die Bedeutung der Musik im Leben der Roemer (Amsterdam: Schippers, 1967)

To εγχείρημα του Wille παραμένει μνημειώδες (800 σ.), το αποτέλεσμα αναντικατάστατο, έως σήμερα. Η διατριβή του αποτελεί την πλουσιότερη συγκέντρωση στοιχείων για όλες τις εκφάνσεις –θεωρητικές και πρακτικές- της μουσικής στο Ρωμαϊκό κόσμο, την Ελληνική επίδραση, τη σχέση της μουσικής με τη λογοτεχνία, με αναφορά των σχετικών πηγών από τις πρώτες λατινικές επιγραφές έως τις Etymologiae του Ισιδώρου της Σεβίλλης (περ. 560 – 636 µ.Χ.).

 

Winnington-Ingram, R. P., Mode in Ancient Greek Music (Amsterdam: Hakkert,1968· ανατ. της έκδ. Cambridge: Cambridge University Press, 1936)

Σημαντικότατη συμβολή στην κατανόηση του πλέγματος ερωτημάτων που αφορούν τη θεωρία της ΑΕΜ, όπως ποιές οι διαφορές μεταξύ τόνουτρόπου και είδους δια πασών, ποιά η σχέση των Αριστοξένιων τόνων με τις κλασικές αρμονίες, κ.ο.κ. Ο φιλόλογος Winnington-Ingram εξετάζει τις μαρτυρίες των κειμένων, αλλά και των σωζομένων μουσικών αποσπασμάτων. Το ερευνητικό του πρόγραμμα (αναζήτηση αξιόπιστων μουσικών μαρτυριών για τις αρμονίες του 6ου και 5ου αιώνα, οι οποίες αντιμετωπίζονται ως πρόδρομοι των ειδών δια πασών) διατηρεί την ισχύ του έως σήμερα (π.χ. West, 1992).

 

Μιχαηλίδης, Σόλων, The Music of Ancient Greece: An Encyclopaedia (London: Faber, 1978)

Απαραίτητο βοήθημα για κάθε μελετητή της ΑΕΜ, το βιβλίο του Μιχαηλίδη (ελλ. έκδ.: Αθήνα, 1989) με τη δομή λεξικού με εκτενή λήμματα.

Αποµνηµονεύµατα του Μακρυγιάννη - Το πλήρες κείµενο


Το νεκρικό προσωπείο του Μακρυγιάννη. Φωτογραφία από βιβλίο της Ευθυμίας Παπασπύρου «Ιστορικά Προσωπεία» Συλλογή του Εθνικού Ιστορικού Μουσείου,2010.


Μεταγραφή από το πρωτότυπο του Γιάννη Βλαχογιάννη, επεξεργασµένη από τον καθηγητή Γιάννη Καζάζη.


ΠρόλογοςCommun✮rios

Ο Μακρυγιάννης άρχισε να γράφει τα Απομνημονεύματα στις 26 Φεβρουαρίου του 1829 στο Άργος όπου είχε οριστεί “Γενικός Αρχηγός της Εκτελεστικής Δυνάμεως της Πελοποννήσου”. Η συγγραφή συνεχίστηκε στο Ναύπλιο και κατόπιν στην Αθήνα.Το έργο του έφτασε χρονολογικά έως το 1850. Ωστόσο, γύρω στο 1840, οι Αρχές υποψιάστηκαν ότι κατέγραφε γεγονότα τα οποία δεν ήθελαν να δοθούν στη δημοσιότητα. Η εξέλιξη αυτή τον υποχρέωσε να σταματήσει το γράψιμο και να κρύψει τα χειρόγραφά του σε ασφαλές μέρος.

Το χειρόγραφο των Απομνημονευμάτων βρήκε ο Γιάννης Βλαχογιάννης το 1901, μέσα σε έναν τενεκέ, στο υπόγειο του σπιτιού του Κίτσου Μακρυγιάννη, γιου του Γιάννη Μακρυγιάννη. Αν και τα Απομνημονεύματα δημοσιεύτηκαν το 1907, έγιναν γνωστά και αναδείχθηκαν μέσα από τη γενιά του '30 και ιδιαίτερα τον ποιητή Γιώργο Σεφέρη. Το χειρόγραφο αποτελείται από 460 σελίδες· δεν έχουν τόνους και σημεία στίξης, γι' αυτό και ο Γιάννης Βλαχογιάννης κατέβαλε μεγάλη προσπάθεια για να μπορέσει να αποδώσει με συνέπεια το περιεχόμενό τους.

Τα Απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη κατέχουν μια ξεχωριστή θέση στη βιβλιογραφία του είδους, καθώς δεν αποτελούν απλώς παράθεση πολιτικών και ιστορικών γεγονότων. Πρόκειται για κατάθεση ψυχής. Ο συγγραφέας τους και αφηγητής έζησε ως πρωταγωνιστής σε μια εποχή που ο κόσμος γύρω του διαμορφωνόταν μέσα από αιματηρούς αγώνες, έντονους ανταγωνισμούς και σκληρά πάθη. Μέσα από την αφήγηση του Μακρυγιάννη, αποκαλύπτεται ο απέραντος πόθος του για ελευθερία και ανεξαρτησία. Η ανιδιοτελής παρουσία του, σε όλες τις φάσεις του Αγώνα, αποτελεί τρανή απόδειξη για το ότι ο λόγος του στηρίζεται στην αγνότητα της ψυχής του.

 





Ο Μάνος Κατράκης απαγγέλλει από τα Απομνημονεύματα του Στρατηγού Ιωάννου Μακρυγιάννη! Από τον σπάνιο δίσκο 33 στρ: "1821 είτε θάνατος είτε ελευθερία" μοναδικό ηχητικό ντοκουμέντο ιστορικής αξίας... Με τη μουσική επένδυση του Νίκου Μαμαγκάκη... Εισαγωγή και σχόλια του Ακαδημαϊκού Ηλία Βενέζη ... Επετειακός Δίσκος του 1971 που είχε διανείμει η Esso Pappas (σημερινή ΕΚΟ) για τα 150 χρόνια της Επανάστασης του 1821...Πρώτο μέρος... Για εκπαιδευτική χρήση... Σας το παρουσιάζουμε ως εργασία αναπλάσεως βίντεο...



Οι θεσμοί της Λαϊκής Αυτοδιοίκησης στην Ελεύθερη Ελλάδα 1841-1944

του Προκόπη Παπαστράτη


Σε μία φτωχή χώρα στα Βαλκάνια, όπως η Ελλάδα την περίοδο του μεσοπολέμου, αλλά στην πραγματικότητα σε όλες τις φτωχές χώρες, η κεντρική εξουσία στην πρωτεύουσα σπάνια είναι ικανή ή ενδιαφέρεται να αντιμετωπίσει τοπικά προβλήματα σε απομονωμένες αγροτικές περιοχές.  Αυτό ισχύει και για τα  χωριά στην ορεινή περιοχή της Ευρυτανίας.  Σε ένα από αυτά τα χωριά, το Καροπλέσι, ιδρύεται η «Φιλοπρόοδος Ένωσης Καροπλεσίου» το καλοκαίρι του 1933. Σκοπός του σωματείου είναι να επιλύσει τις ντόπιες αγροτικές διαφορές (βοσκοτόπια, ζωοκλοπές ξυλεία, ποτιστικά δικαιώματα, αγροτικοί δρόμοι, κλπ) που έχουν καταστρεπτικές συνέπειες στις σχέσεις των χωριανών οι οποίοι καταφεύγουν στα δικαστήρια, 15 ώρες πεζοπορία,  ξοδεύοντας χρόνο και χρήμα. Έτσι συστήνεται «Η Συμβιβαστική Επιτροπή Καροπλεσίου» που γρήγορα εξελίσσεται σε παραδειγματικό  «Λαϊκό Δικαστήριο» με μεγάλη επιτυχία. Αυτή η προσπάθεια υιοθετείται  και από τα γειτονικά χωριά με αποτέλεσμα να αντιδράσουν οι δικηγόροι ζητώντας από τον εισαγγελέα να διατάξει τη διάλυση τους.  Η Δικτατορία του Μεταξά διαλύει το 1937 αυτά τα λαϊκά δικαστήρια μετά από επιτυχημένη τετραετή λειτουργία τους.[1]

Η Κατοχή που ακολουθεί δημιουργεί  νέες καταστάσεις με την αναχώρηση των κρατικών λειτουργών για τα μεγάλα αστικά κέντρα. Με αυτές τις συνθήκες, οι ζωοκλοπές και ληστείες ξαναεμφανίστηκαν, παραδοσιακές συνήθειες στις αγροτικές περιοχές που είχαν τα τελευταία χρόνια εξαφανιστεί.

Η αντίδραση είναι γρήγορη.  Η πρώτη επιτροπή ιδρύεται τέλη Ιουλίου με αρχές Αυγούστου του 1941 και αρχίζει τη δράση της στην ίδια περιοχή όπου λειτούργησε επί 4 χρόνια  η «Φιλοπρόοδος Ένωσης» Καροπλεσίου. Ονομάζεται «Επιτροπή Επίλυσης Προβλημάτων  του χωριού της Κόριτσας-Κτημενίων» και χρησιμοποιώντας την εμπειρία της Φιλοπρόοδου Ένωσης επεκτείνει τις εξουσίες της για να καλύψει όλες τις δραστηριότητες που συμβάλλουν  στη καλύτερη ποιότητα ζωής του χωριού.  Δεν είναι σύμπτωση, ότι ο Γιώργος Μπέϊκος, τοπικός δημοσιογράφος και κομμουνιστής αλλά και ιδρυτικό μέλος της κίνησης για λαϊκή αυτοδιοίκηση στη δεκαετία του 1930, είναι ο πρωταγωνιστής αυτής της νέας προσπάθειας.  Οι βασικές ιδέες δοκιμάστηκαν με επιτυχία όταν η Ελλάδα ήταν δημοκρατία αλλά τώρα οι συνθήκες είναι πολύ διαφορετικές και επικίνδυνες και συγχρόνως αποτελούν και πρόκληση.  Η Επιτροπή του Χωριού συντάσσει ένα Ιδιωτικό Συμφωνητικό που υπογράφεται από τον ανδρικό πληθυσμό.  Σύμφωνα με αυτό η Επιτροπή αναλαμβάνει όλες τις λειτουργίες του Δημοτικού Συμβουλίου. Αυτό είναι στην πραγματικότητα το πρώτο βήμα να αντικατασταθεί η μέχρι τώρα δομή της κρατικής διοίκησης.  Είναι το πρότυπο που εφαρμόζεται βαθμιδόν σε όλες τις περιοχές της απελευθερωμένης Ελλάδας.  Ο Γ.Μπέϊκος προτείνει, και γίνεται δεκτό, να υπογράψουν εκτός από όλους του άνδρες και οι χήρες του χωριού ως κεφαλές της οικογένειας, υποστηρίζοντας  ότι οι γυναίκες αυτές είχαν επωμιστεί  όλα τα οικονομικά βάρη, για να στηρίξουν την οικογένεια τους και συνεισέφεραν εξ ίσου στα έξοδα του χωριού.[2]



Ένα χρόνο αργότερα, στις αρχές Δεκεμβρίου 1942,  το θέμα της Λαϊκής Αυτοδιοίκησης παίρνει μία πιο συγκεκριμένη μορφή.  Οι κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες έχουν αλλάξει.  Το καλοκαίρι του 1941 δεν υπήρχε οργανωμένη Αντίσταση.  Μικρές ομάδες οπλισμένων ανδρών, που είχαν επιστρέψει στα χωριά τους με τα όπλα τους, μετά την κατάρρευση του Μετώπου τον Απρίλιο του 1941, δρούσαν κυρίως στη Μακεδονία χωρίς όμως μεγάλη αποτελεσματικότητα.  Η ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοπόταμου το 1942 σηματοδοτεί τις νέες συνθήκες και δημιουργεί πρόσθετες ευθύνες στις κύριες αντιστασιακές οργανώσεις.  Το ζήτημα της Λαϊκής Αυτοδιοίκησης παύει να είναι αποτέλεσμα τοπικής πρωτοβουλίας και αποκτά νέες διαστάσεις.  Καθώς το κίνημα της Αντίστασης εδραιώνει την παρουσία του στην ύπαιθρο, η αυτοδιοίκηση γίνεται αναπόσπαστο μέρος του απελευθερωτικού αγώνα και βαθμιαία οι ίδιοι νόμοι και κανονισμοί θα εφαρμοστούν σε όλες τις απελευθερωμένες περιοχές.


Το ΕΑΜ δραστηριοποιείται έντονα σ’ αυτόν τον τομέα.  Έτσι λοιπόν   η αυτοδιοίκηση αρχίζει να λειτουργεί ξανά, από  τις ίδιες περιοχές που είχε προσπαθήσει να λειτουργήσει το καλοκαίρι και φθινόπωρο του 1941.  Οι ίδιοι άνθρωποι δείχνοντας  μία θαυμαστή επιμονή συγκροτούν τον πυρήνα αυτής της νέας προσπάθειας, στηρίζοντας παράλληλα  τους πολιτικούς καθοδηγητές του ΕΑΜ της περιοχής.  Δύο έγγραφα  συντάσσονται στις αρχές Δεκεμβρίου του 1942 και περιλαμβάνουν ένα εισαγωγικό υπόμνημα για την ανάγκη ύπαρξης τοπικής αυτοδιοίκησης και το βασικό νομικό κείμενο με τίτλο «Εντολές», με οκτώ άρθρα.  Το πρώτο άρθρο διακηρύσσει  ότι η Γενική Συνέλευση όλων των ενηλίκων κατοίκων εκλέγει τα όργανα που θα ασκήσουν την Λαϊκή Εξουσία.  Αυτά τα όργανα ήταν, η Επιτροπή Λαϊκής Αυτοδιοίκησης και το Λαϊκό Δικαστήριο. Η συμμετοχή σ΄αυτές είναι υποχρεωτική, τιμητική και χωρίς αμοιβή.  Η Επιτροπή έχει τέσσερεις υποεπιτροπές: την Επισιτιστική, τη Σχολική, την Εκκλησιαστική, και της Λαϊκής Ασφάλειας., υπεύθυνες για όλα τα προβλήματα του χωριού. Η Γενική Συνέλευση έχει την  εξουσία να ανακαλεί  όλα τα μέλη της Γενικής Συνέλευσης και να επανεκλέγει νέα. Οι συντάκτες  αυτών των «Εντολών» ενεργοί κομμουνιστές οι ίδιοι, πιστεύουν ότι η δικαιοσύνη είναι ταξική δικαιοσύνη. Αυτή η πεποίθηση είναι ενσωματωμένη στο δεύτερο άρθρο που διακηρύσσει ότι «Η Δικαιοσύνη είναι στην πραγματικότητα Λαϊκή Δικαιοσύνη».  Ο Πρόεδρος της Επιτροπής Λαϊκής Αυτοδιοίκησης είναι επίσης και Πρόεδρος του Λαϊκού Δικαστηρίου.


Τον Εισαγγελέα αντικαθιστά ο Λαϊκός Επίτροπος που «εισάγει την υπόθεση και εκφέρει τη γνώμη του αιτιολογών αυτήν περί της ενοχής ή μη του κατηγορουμένου αλλά ουχί περί της ποινής»[3]. Ο Λαϊκός Επίτροπος δεν έχει ψήφο και λειτουργεί περισσότερο σαν σύμβουλος παρά ως εισαγγελέας. Τη θέση του  Λαϊκού Επιτρόπου κατέχει ο πολιτικός υπεύθυνος του ΕΑΜ για το χωριό.  Είναι φανερό ότι το ΕΑΜ θέλει να παρακολουθεί από κοντά τα γεγονότα και να επηρεάζει όποια απόφαση θεωρεί ότι είναι απαραίτητο.  Ο μάρτυρας που εξετάζεται ορκίζεται στο Ευαγγέλιο. Το Λαϊκό Δικαστήριο πριν εκδώσει απόφαση  ζητάει από τους διάδικους να συμβιβαστούν, ακολουθώντας έτσι μία μακροχρόνια παράδοση στις αγροτικές περιοχές.   Στα Λαϊκά δικαστήρια οι ποινές που επιβάλλονται με βάση τις «Εντολές» είναι η αποζημίωση και το πρόστιμο, όλα σε είδος.  Το Λαϊκό Δικαστήριο δικάζει όλες τις υποθέσεις εκτός από διαζύγια, ζωοκλοπές, κατασκοπεία και στρατιωτικά αδικήματα που αρμόδια είναι τα Ανταρτοδικεία.   Εναντίον των αποφάσεων του Λαϊκού Δικαστηρίου μπορεί να γίνει έφεση στο Τομεακό Δικαστήριο που συγκροτείται από τους προέδρους των Λαϊκών Δικαστηρίων των χωριών.


Το 1943 αυτός ο θεσμός με την εισαγωγή των νέων νομικών κειμένων των «Εντολών» γίνεται περισσότερο  ακριβής και λεπτομερής. Έχει  δοκιμαστεί στην πράξη και γίνεται ευρύτερα αποδεκτός. Αυτά τα νομικά κείμενα με την ονομασία «Κώδικας Ποσειδών»  αποτελούν το θεμέλιο λίθο των νόμων και κανονισμών των Λαϊκών Δικαστηρίων. Ως την άνοιξη αυτός ο θεσμός έχει επεκταθεί σε περιοχές της Δυτικής Θεσσαλίας και της Κεντρικής Ελλάδας. Τον Αύγουστο ένας νέος «Κώδικας Αυτοδιοίκησης και Λαϊκής Δικαιοσύνης» αντικαθιστά τους παλαιότερους και εφαρμόζεται στο μεγαλύτερο μέρος της Κεντρικής Ελλάδα.  Εισάγει για πρώτη φορά στην Ελλάδα το δικαίωμα ψήφου για όλους τους άνδρες και τις γυναίκες από την ηλικία των 17 ετών. Επίσης θεσπίζει ότι η συνεργασία με τον εχθρό και η κερδοσκοπία αποτελούσαν εγκληματικές πράξεις. Η νομοθεσία αυτή εφαρμόζεται στις περιοχές όπου έχει δικαιοδοσία το ΕΑΜ. Μερικές μέρες όμως αργότερα το Κοινό Στρατηγείο Ανταρτών όπου συμμετέχουν η Βρετανική Στρατιωτική Αποστολή, το ΕΑΜ, το ΕΔΕΣ και η ΕΚΚΑ εκδίδουν την Απόφαση 6 που περιέχει 15 άρθρα για τη Αυτοδιοίκηση και τη Λαϊκή Δικαιοσύνη.[4]  Για πρώτη φορά οι κύριες  Αντιστασιακές Οργανώσεις συμφωνούν να εφαρμόσουν τις ίδιες νομοθετικές διατάξεις στις περιοχές τους, δηλαδή στο μεγαλύτερο μέρος της ηπειρωτικής Ελλάδας.  Στο πλαίσιο αυτό οι θεσμοί της Αυτοδιοίκησης και της Λαϊκής Δικαιοσύνης εφαρμόστηκαν και σε άλλες περιοχές της Ελλάδας όπως π.χ. στην επαρχία Γορτυνίας του νομού Αρκαδίας[5].   Στη Λακωνία από τις αρχές του β’ εξαμήνου του 1943 εφαρμόστηκε «Κώδικας Λαϊκής Δικαιοσύνης»  με 15 άρθρα δικονομικού και ουσιαστικού περιεχομένου, προέβλεπε και Αναθεωρητικά δικαστήρια β’ βαθμού.  Πριν από την εμφάνιση αυτού του Κώδικα λειτούργησαν πρωτοβάθμια Λαϊκά Δικαστήρια,  πενταμελής «Διοικητικαί Επιτροπαί» [6].


υποσημειώσεις:


[1] Τσουπαρόπουλος Θ .Οι Λαοκρατικοί Θεσμοί της Εθνικής Αντίστασης, Εκδόσεις Γλάρος, Αθήνα  1989  σ.21-24

 [2] Μπεϊκός Γ., Η λαϊκή εξουσία στην Ελεύθερη Ελλάδα,  τόμος Ι, Αθήνα Θεμέλιο 1979, σ.174-179

[3] Τσουπαρόπουλος Θ., σ.27

[4] Δ.Ζέπου, Λαϊκη Δικαιοσύνη εις τας ελευθέρας περιοχάς της υπό Κατοχήν Ελλάδος, Αθήναι 1945

 σ.5-7 Εξακολουθεί να είναι η περισσότερο εμπεριστατωμένη μελέτη για το θέμα αυτό.  Επανεκδόθηκε από το Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης το 1986.

[5


] Χρ..Κωνσταντινόπουλος, Η εφαρμογή των θεσμών της Αυτοδιοίκησης και της Λαϊκής Δικαιοσύνης στη Γορτυνία (1943-1944) . Οδυσσέας, Αθήνα 1995

[6] Ζέπου Δ., σ. 3-4

⃰  ομ. καθηγητής Ιστορίας

 υ.γ. η παρούσα δημοσίευση αποτελεί μέρος της ανακοίνωσης «Οι θεσμοί της Λαϊκής Αυτοδιοίκησης στην Ελεύθερη Ελλάδα 1841-1944»  στη διημερίδα: Λαϊκές Εξουσίες και Δομές Αυτο-οργάνωσης: η έμπρακτη διεκδίκηση μιας άλλης κοινωνίας. Τα ιστορικά παραδείγματα, που πραγματοποιήθηκε στη Λιβαδειά στις 18- 20/3/2016




Οι ΗΠΑ κατασκευάζουν εχθρούς για να συγκαλύψουν τη δική τους ανελευθερία - By: Carlos L. Garrido

      Μετάφραση:   Φί λιππος Μπαρδουνιώτης Επιμέλεια: Commun✮rios   Το 1989 ο Φράνσις Φουκουγιάμα διακήρυξε περίφημα ότι φτάσαμε στο ...