Ενα βιβλίο εξαιρετικά επίκαιρο για τη σύγχρονη βία σε όλο τον κόσμο σήμερα με εξέγερση λαού κατά της βίας των σκοτεινών δυνάμεων που τη δημιουργούν, αλλά και των εμφανών δυνάμεων των κυβερνήσεων (κυρίως των δημοκρατικών) που την επιβάλλουν και τη νομιμοποιούν με νόμους που ψηφίζουν δημοκρατικά εδώ και έναν αιώνα από τον καιρό της δημιουργίας των ολοκληρωτικών καθεστώτων που κυριάρχησαν από την εποχή του μεσοπολέμου που δημιούργησαν τον Β’ ολοκληρωτικό πόλεμο της υπερβίας. Μία υπερβία που συνεχίστηκε με πολλούς θερμούς υπο-πολέμους σε όλες τις ηπείρους που τώρα συνεχίζονται θερμότερα.
Aλλά
και με “ψυχρούς” πολέμους δημοκρατικών
Κοινοβουλίων, τα οποία ψηφίζουν νόμους
φαινομενικά δίκαιους για το καλύτερο,
ενώ… ουσιαστικά επιβάλλεται το
χειρότερο.
Ο τραγικός διανοούμενος
(Γερμανοεβραίος) Walter Benjamin που αυτοκτόνησε
στα γαλλο-ισπανικά σύνορα για να μη
συλληφθεί από τις γερμανικές δυνάμεις,
προδιέγραψε, με υψηλή πνευματική ευθύνη
την κρίση της δημοκρατίας και των
Κοινοβουλίων στα οποία μειώνεται η
συνειδητοποίηση της λανθάνουσας
παρουσίας της βίας στο εσωτερικό ενός
θεσμικού θεσμού.
Για να τονίσει από
το 1921 ότι στη Γερμανία ειδικότερα αυτή
η λανθάνουσα παρουσία βίας δεν απέδωσε
καρπούς για το Κοινοβούλιο σήμερα σχεδόν
μετά έναν αιώνα η βία έχει ξεπεράσει
και τα Κοινοβούλια και τις δικαιικές
λειτουργίες για να ζουν οι λαοί μέσα
στον εφιάλτη μιας θερμής και μιας ψυχρής
βίας με μηχανισμούς δικαιικών
νομιμοποιήσεων και εφαρμοστικών
καταναγκασμών.
Η ΒΙΑ ΠΟΥ ΥΠΟΤΑΣΣΕΙ ΚΑΙ Η ΒΙΑ ΠΟΥ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΝΕΙ
“Για
μια κριτική της βίας” είναι ο τίτλος
μιας πραγματείας του μεγάλου διανοούμενου
της Γερμανίας Walter Benjamin. Αυτού του τολμηρού
(εβραϊκής καταγωγής Γερμανού φιλοσόφου),
ο οποίος διέφυγε από τη χιτλερική
Γερμανία, αλλά αυτοκτόνησε στα
γαλλο-ισπανικά σύνορα όταν προσπαθούσε
να τα διαβεί και προδομένος αυτοκτόνησε.
Αυτός
ο σπουδαίος άνθρωπος της υψηλής
πνευματικής ευθύνης το 1921, μέσα σε μια
Γερμανία στην οποία μόλις είχε λήξει η
επανάσταση των συμβουλίων, ασχολήθηκε
με το πάντοτε φλέγον ζήτημα της βίας.
Για να διερωτηθεί από τότε, κατά πόσο
είναι δυνατή η διάκριση της βίας που
υποτάσσει και στη βία που απελευθερώνει.
ΔΙΑΧΥΜΕΝΗ Η ΒΙΑ ΠΑΝΤΟΥ
Τώρα,
δυστυχώς, σε ολόκληρο τον κόσμο, μια
διαχυμένη βία με πολλές μορφές – στις
κρίσιμες παντού περιοχές της Μ. Ανατολής, αλλά και σε ολόκληρο τον κόσμο…
επαναεπικαιροποιεί τότε (όπως και
σήμερα) επίκαιρο θέμα των αυταρχικών
ιδεών και πρακτικών βίας.
Αλλά πόσο ο
σκοπός της βίας σε δεδομένες περιπτώσεις,
είναι δίκαιος ή άδικος… Ομως το ερώτημα
κατά πόσο η βία, γενικά, ως αρχή μπορεί
να είναι ένα ηθικό μέσο για την επίτευξη
ενός δίκαιου σκοπού. Παραμένει
αναπάντητο…
Γιατί προκειμένου να
απαντηθεί το ερώτημα αυτό απαιτείται
ένα αυστηρότερο κριτήριο.
Η ΒΙΑ ΤΟΥ DE FACTO
…Σύμφωνα με τη θεωρία περί κράτος του φυσικού δικαίου, όταν τα άτομα αποποιούνται κάθε μορφή βίας, για χάρη του κράτους, αυτό συμβαίνει με την προϋπόθεση την οποία για παράδειγμα διατυπώνει εκτενώς ο φιλόσοφος Σπινόζα στη θεολογικο-πολιτική πραγματεία ότι το κάθε άτομο προ της συνάψεως έλλογου συμβολαίου είχε de facto το δικαίωμα να χρησιμοποιεί κατά βούληση τη βία που διέθετε όμως πάντα με την άποψη του Benjamin ίσως αυτού του τύπου οι θεωρήσεις να αναβιώσουν πρόσφατα (το 1921 τα έγραψε) και η δαρβινική βιολογία με το δογματικό της ύφος εκλαμβάνει τη βία σαν το μοναδικό μέσο πέρα από τη φυσική επιλογή που είναι αρχέγονο και προσήκων σε όλους τους ζωτικούς σκοπούς της φύσης.
ΧΟΝΔΡΟΕΙΔΕΣ ΔΟΓΜΑ Η ΝΟΜΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ
Αλλά
η αγοραία δαρβινιστική φιλοσοφία έχει
συχνά δείξει πόσο μικρό είναι το βήμα
από αυτό το δόγμα στη φυσική ιστορία
στο ακόμη πιο χονδροειδές δόγμα στη
νομική φιλοσοφία, η οποία φτάνει να
θεωρεί ότι κάθε βία προσήκουσα στους
φυσικούς σκοπούς είναι, ακριβώς γι’
αυτό νόμιμη.
Αλλά η σημασία της διάκρισης
της βίας σε νόμιμη και μη νόμιμη δεν
είναι προφανής. Γι’ αυτό το θετικό
δίκαιο είναι εκείνο που αν έχει συνείδηση
της καταγωγής του, την αναγνώριση και
την προώθηση του συμφέροντος της
ανθρωπότητας, στο πρόσωπο του κάθε
ατόμου. Αυτό το συμφέρον το βλέπει στην
απεικόνιση και τη συντήρηση μιας τάξης
επιβεβλημένης από τη μοίρα.
ΤΟ ΔΙΚΑΙΟ ΤΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ…
Αλλά όπως αυτή η άποψη, η οποία ισχυρίζεται ότι συντηρεί τον νόμο ως προς τα βασικά του στοιχεία, δεν μπορεί να διαφεύγει την κριτική έτσι και κάθε επίθεση εναντίον της είναι αδύναμη, όταν απλώς εκδηλώνεται εν ονόματι μιας άμορφης “ελευθερίας” μη μπορώντας να προσδιορίσει την ανώτερη τάξη πραγμάτων αυτής της ελευθερίας. Για να τονίσει ο Benjamin με έμφαση περαιτέρω ότι: Και είναι ακόμη πιο αδύναμη όταν δεν επιτίθεται στην ίδια την έννομη τάξη από την κορυφή έως τα νύχια, αλλά μόνο σε ορισμένους νόμους ή νομικές πρακτικές που, βεβαίως, το δίκαιο θέτει υπό την προστασία της εξουσίας αυτήν την εξουσία.
Η ΒΙΑ ΣΥΝΤΗΡΕΙ ΤΟ ΔΙΚΑΙΟ;
Στην
προκειμένη περίπτωση η ίδια η βία που
συντηρεί το δίκαιο είναι μια απειλητική
βία. Και μάλιστα η απειλή της δεν έχει
την έννοια του εκφοβισμού όπως πιστεύουν
οι απληροφόρητοι φιλελεύθεροι (ή
αριστερο-υπερ-φιλελεύθεροι κατά τη δική
μας γνώμη) πολιτικοί.
Γι’ αυτό κάθε
μορφή βίας (όπως αυτή που βιώνει συνολικά
ο φιλικός λαός σήμερα, αλλά και τόσοι
άλλοι λαοί σήμερα που βιώνουν τόσο την
απόλυτη βία της εξουσίας καθώς και της
ανεξέλεγκτης τρομοκρατίας) ως μέσο
είναι είτε βία που θεσπίζει είτε βία
που συντηρεί το δίκαιο. Αλλά όταν δεν
αξιώνει να είναι κάποια από αυτές τις
δύο παρατείνεται από κάθε εγκυρότητα.
Ως εκ τούτου προκύπτει ότι κάθε βία, ως
μέσο, ακόμη και στην καλύτερη εκδοχή
της αποτελεί μέρος των προβληματισμών
ως δίκαιο καθ’ εαυτό.
ΣΕ ΠΑΡΑΚΜΗ ΤΑ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΑ
Βασικά
όμως όσο μειώνεται η συνειδητοποίηση
της λανθάνουσας παρουσίας της βίας στο
εσωτερικό ενός θεσμού τόσο αυτός
παρακμάζει. Ενα τέτοιο παράδειγμα
αποτελούν σήμερα τα Κοινοβούλια. Αυτά
παρουσιάζουν το γνωστό, θλιβερό θέαμα,
γιατί δεν διατηρούν, τη συνείδηση των
επαναστατικών δυνάμεων στις οποίες
οφείλουν την ύπαρξή τους.
Στη Γερμανία
ειδικότερα, όπως αποφαίνεται και τονίζει
ο Benjamin – η τελευταία εμφάνιση τέτοιων
δυνάμεων δεν απέδωσε καρπούς για το
Κοινοβούλιο. Κι αυτό γιατί τους έλειψε
η αίσθηση της νομοθετικής βίας που
εμπεριέχουν και είναι επόμενο, λοιπόν,
να μην παίρνουν αποφάσεις αντάξιες μιας
τέτοιας βίας, αλλά να καλλιεργούν εν
μέσω συμβιβασμών έναν υποτίθεται μη
βίαιο τρόπο ενασχόλησης με τις πολιτικές
υποθέσεις.
ΚΑΝΕΝΑΣ ΣΥΜΒΙΒΑΣΜΟΣ ΧΩΡΙΣ ΕΞΑΝΑΓΚΑΣΜΟ
Κάτι
τέτοιο όμως, όπως γράφει (στη σελίδα 19)
παραμένει ένα προϊόν που εντάσσεται
στη νοοτροπία της βίας όσο κι αν
απορρίπτεται κάθε απροκάλυπτη βία, αφού
η προσπάθεια για την επίτευξη ενός
συμβιβασμού δεν έρχεται από τα μέσα,
αλλά από τα έξω, από την αντίθετη
προσπάθεια, γιατί κανένας συμβιβασμός,
όσο εκούσια κι αν επιλέγεται δεν μπορεί
να νοηθεί χωρίς την ύπαρξη κάποιου
εξαναγκασμού.
Και μη χειρότερα είναι
η βαθύτερη αίσθηση πίσω από κάθε
συμβιβασμό. Και είναι σημαντικό το
γεγονός ότι η παρακμή των Κοινοβουλίων
(την οποία ο Benjamin την επεσήμαινε αμέσως
μετά τη λήξη του πρώτου παγκοσμίου
πολέμου στην αρχή της πρώτης δεκαετίας
του μεσοπολέμου που οδήγησε στην
οικονομική κρίση του 1929 και στην κυριαρχία
του φασιστικού ολοκληρωτισμού. Την
πυρπόληση του γερμανικού Κοινοβουλίου
και τελικά την έκρηξη του καταστροφικού
β’ παγκοσμίου πολέμου.
Η ΒΙΑ ΠΟΥ ΘΕΣΠΙΖΕΤΑΙ ΣΑΝ ΝΟΜΟΣ
Ωστόσο
(σελ. 20) όσο επιθυμητό και ευπρόσδεκτο
μπορεί να είναι ένα συγκριτικά αξιόλογο
Κοινοβούλιο, μια συζήτηση για τα μέσα
της πολιτικής συμφωνίας που αξιακά θα
είναι μη βίαια, δεν μπορεί να ασχολείται
με τον κοινοβουλευτισμό. Αφού το μόνο
που μπορεί να καταφέρει ο κοινοβουλευτισμός
σε ζητήματα ζωτικής σημασίας είναι
έννομες διατάξεις, που τόσο ως προς τη
γέννηση όσο και ως προς την κατάληξή
του συνοδεύονται από τη βία.
Πάντως η
λειτουργία της βίας στη νομοθεσία (όπως
συμβαίνει αυτή την ώρα στη χώρα μας) η
λειτουργία της βίας στη νομοθεσία είναι
διττή, με την έννοια ότι η νομοθεσία
έχει σαν σκοπό της, με τη βία σαν μέσο,
αυτό που θα εδραιωθεί, σαν δίκαιο, όμως
την ίδια τη στιγμή της εγκαθίδρυσής
του, η βία δεν απορρίπτεται. Μάλλον την
ίδια στιγμή της νομοθέτησης θεσπίζεται
συγκεκριμένα σαν νόμος όχι ένας σκοπός
ανεξάρτητος από τη βία, αλλά ένας… κατ’
ανάγκη στενά συνδεδεμένος μαζί που
φέρει τον τίτλο της εξουσίας.
ΚΥΡΙΑΡΧΗ Η ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗ ΒΙΑ
Συνεπώς
η θέσπιση του δικαίου είναι εγκαθίδρυση
εξουσίας και στο πλαίσιο αυτό άμεση
εκδήλωση βίας. Η δικαιοσύνη είναι η αρχή
(prinzip) κάθε θετικής κατασκευής σκοπών
και η εξουσία η αρχή (prinzip) κάθε μυθικής
θέσπισης νόμου.
Το κείμενο του Walter
Benjamin είναι τόσο επίκαιρο παγκόσμια και
ελληνικά και που πρέπει να διαβαστεί
ευρύτερα.
Το τελευταίο μέρος του
κειμένου λέει: Είναι απορριπτέα κάθε
μυθική βία που θεσπίζει δίκαιο και η
οποία μπορεί αλλιώς να αποκληθεί
εκτελεστική βία.
Απορριπτέα όμως είναι
και η βία που συντηρεί το δίκαιο, η
διοικητική βία που το υπηρετεί. Η θεϊκή
βία που είναι το σύμβολο και η σφραγίδα,
αλλά ποτέ το μέσο μιας ιερής εμπόλεμης,
μπορεί να αποκληθεί κυρίαρχη βία.
Το βιβλίο σε μορφή Pdf. εδώ: